Search
Close this search box.

Σύνταγμα, εκλογικό σύστημα και αποκλεισμός πολιτικών κομμάτων

Ο Σπύρος Βλαχόπουλος γράφει για τον αποκλεισμό πολιτικών κομμάτων από τις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, αλλά και την αλλαγή του εκλογικού νόμου.

– Εν όψει των σημερινών εκλογών απασχόλησε επί μακρόν το ερώτημα της συμμετοχής του «κόμματος Κασιδιάρη», η οποία τελικά δεν επετράπη από τον Άρειο Πάγο. Είχατε εντόνως αμφισβητήσει την επιλογή αυτή της απαγόρευσής του ήδη πριν από την ψήφιση της τροπολογίας…

Το θέμα του αποκλεισμού της καθόδου πολιτικών κομμάτων στις βουλευτικές εκλογές συνδέεται με το ερώτημα, ποιο μοντέλο δημοκρατίας πρέπει να έχουμε. Θέλουμε ανεκτική δημοκρατία, που ανέχεται να εκφράζονται και οι εχθροί της, ή θέλουμε μαχόμενη δημοκρατία, που αποκλείει τις φωνές ενάντια στη δημοκρατία; Επιχειρήματα θεωρητικά υπάρχουν και υπέρ της μίας και υπέρ της άλλης άποψης. Όσον αφορά τη μαχόμενη δημοκρατία, οι υποστηρικτές της λένε ότι δεν μπορούμε να επιτρέψουμε στη δημοκρατία να αυτοκτονεί. Από την άλλη, οι οπαδοί της ανεκτικής δημοκρατίας λένε, αν προβαίνει σε αποκλεισμούς, παύει πλέον να είναι δημοκρατία. Στην πράξη, όμως, πρέπει να δούμε τι ρυθμίζει και τι δεν ρυθμίζει το Σύνταγμα. Όταν ψηφιζόταν το Σύνταγμα του ’75 είχε τεθεί στο αρχικό κυβερνητικό σχέδιο Συντάγματος η δυνατότητα απαγόρευσης πολιτικών κομμάτων, και μετά τις έντονες αντιδράσεις της Αντιπολίτευσης -υπενθυμίζω ότι το ’74 είχαν ξαναρχίσει τη λειτουργία τους τα αριστερά κόμματα- η πρόταση αποσύρθηκε. Όταν λοιπόν ο συντακτικός νομοθέτης στο Σύνταγμα του ’75 δεν το είχε επιτρέψει μετά από συζήτηση, και ύστερα από όλες τις αναθεωρήσεις μέχρι σήμερα δεν τέθηκε το θέμα, το να έρθει ο κοινός νομοθέτης και να απαγορεύσει την κάθοδο ενός κόμματος, είναι κάτι εξαιρετικά προβληματικό από συνταγματικής επόψεως. Πολλοί λένε, δεν απαγορεύουμε πολιτικό κόμμα, απαγορεύουμε μόνο την κάθοδό του, όμως δεν μπορούμε να παραβλέψουμε ότι ένα κόμμα εξ ορισμού έχει σκοπό την είσοδό του, μέσω των εκλογών, στο κοινοβούλιο και την από εκεί συμμετοχή στην άσκηση της κρατικής εξουσίας. Το γεγονός ότι μπορεί να παίρνουμε μία ηθική ικανοποίηση από τον αποκλεισμό ακραίων κομμάτων και προσώπων που έχουν καταδικαστεί για πολύ βαριά ποινικά αδικήματα, δεν μπορεί να παραμερίζει το Σύνταγμα. Γιατί έτσι ανοίγουμε έναν πολύ επικίνδυνο δρόμο που αύριο μπορεί να καταλήξει εις βάρος μας.

– Ο αντίλογος βέβαια, που υιοθετήθηκε όπως φαίνεται και από τον Άρειο Πάγο, είναι ότι «οι κοινωνικές συνθήκες είναι σήμερα διαφορετικές απ’ ότι το 1974»…

Είναι ένα γενικότερο ζήτημα δυναμικής ερμηνείας του Συντάγματος. Η δυναμική ερμηνεία του Συντάγματος, όχι μόνο δεν είναι αρνητική, είναι και αναγκαία. Γιατί όπως κάθε ζωντανός οργανισμός, έτσι και ένα Σύνταγμα που δεν εξελίσσεται και δεν προσαρμόζεται στις συνθήκες είναι κάτι νεκρό, που δεν μπορεί πια να εξυπηρετήσει τις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές ανάγκες. Υπάρχουν όμως όρια στη δυναμική ερμηνεία του Συντάγματος, γιατί αν δεν θέσουμε όρια, ο δικαστής μπορεί να γίνει συντακτικός ή αναθεωρητικός νομοθέτης. Πρώτο όριο είναι η λεγόμενη ιστορική ερμηνεία, και εν προκειμένω είχαμε συνειδητή απόρριψη της δυνατότητας απαγόρευσης κόμματος από τη συντακτική βουλή, μετά από συζήτηση, και σειρά αναθεωρήσεων που δεν εισήγαγαν τέτοια ρύθμιση αν και θα μπορούσαν. Έπειτα, υπάρχει η γραμματική ερμηνεία, που είναι όπως συνηθίζουμε να λέμε το Α και το Ω της ερμηνείας του Συντάγματος, όχι με την έννοια ότι είναι η μοναδική ερμηνευτική προσέγγιση, αλλά εκεί ξεκινάς και εκεί τελειώνεις. Όταν το Σύνταγμα λοιπόν λέει ότι για να στερηθεί κανείς τα πολιτικά του δικαιώματα χρειάζεται αμετάκλητη καταδίκη, είναι δύσκολο να συμβεί με καταδίκη σε πρώτο βαθμό. Πρόκειται για μία ρύθμιση που και εγώ τη βρίσκω προβληματική, καθώς μπορεί πρωτόδικα να καταδικαστεί κανείς για σοβαρά αδικήματα, όμως αυτό λέει το Σύνταγμα.

Δεν πρέπει, εξάλλου, να ξεχνάμε ότι οι αιτίες εμφάνισης των ακραίων κομμάτων είναι κοινωνικές, και άρα οι απαγορεύσεις μπορούν να έχουν την αντίστροφη συνέπεια της διαφήμισης ενός τέτοιου πολιτικού κόμματος, που είναι ό,τι πιο επικίνδυνο.

– Ο προβληματισμός βεβαίως του αποκλεισμού κομμάτων εντάσσεται και στη γενικότερη αίσθηση μιας ιδιαίτερης αυστηρότητας του ανώτατου δικαστηρίου ως προς την έγκριση των συμμετοχών στις σημερινές εκλογές.

Στο παρελθόν, ο Άρειος Πάγος ήταν εξαιρετικά γενναιόδωρος σε αυτή τη διαδικασία. Για παράδειγμα, στις ευρωεκλογές του 1994  τρία κόμματα δεν κατέθεσαν την απαραίτητη δήλωση περί σεβασμού στη δημοκρατία . Ο Άρειος Πάγος λοιπόν δεν τα απέκλεισε τελικώς, δεχόμενος σχετικές αιτήσεις ανακλήσεως. Είχαμε δηλαδή μία γενναιόδωρη αντιμετώπιση. Αντιθέτως, σε αυτές τις εκλογές η προσέγγιση του Αρείου Πάγου θύμιζε, όπως σχολιάστηκε, δικαστήριο εμπορικών σημάτων. Βλέπουμε δηλαδή τυπικούς έως τυπολατρικούς λόγους να παρεισφρύουν και να οδηγούν στην απαγόρευση καθόδου πολιτικών κομμάτων. Κάτι που είναι πολύ επικίνδυνο, γιατί δίνει σε σημαντικό κομμάτι του εκλογικού σώματος την εντύπωση ότι η δημοκρατία είναι περιοριστική, αυξάνοντας κατ’ αποτέλεσμα την επιρροή των λαϊκιστικών φωνών που αμφισβητούν συλλήβδην όλο το πολιτικό προσωπικό της χώρας.

– Ένα πιο περιορισμένο ψηφοδέλτιο, πάντως, ίσως έχει και τα θετικά του σύμφωνα με ορισμένους εν όψει της διεξαγωγής των εκλογών με απλή αναλογική, κάτι που δεν είναι το σύνηθες. Ποια είναι η ιστορική πορεία της απλής αναλογικής στη χώρα μας;

Δεν ξέρω πόσο ξένο είναι γιατί η απλή αναλογική έχει εφαρμοστεί αρκετές φορές στη χώρα μας. Πριν τον πόλεμο, στις εκλογές του 1926, του 1932, του 1936, και μετά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο στις εκλογές του 1946 και του 1950. Και βεβαίως είχαμε τις γνωστές τριπλές εκλογές το ’89-‘90. Το 1926 είχε να κάνει κυρίως με την προσπάθεια υπέρβασης του εθνικού διχασμού. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, είχαν ήδη αρχίσει να διαμορφώνονται οι συνθήκες υπέρβασης του Διχασμού, με την αναγνώριση της αβασίλευτης δημοκρατίας από το Λαϊκό Κόμμα του Παναγή Τσαλδάρη. Το 1936, η απλή αναλογική είχε κυρίως να κάνει, πιστεύω, με την επιθυμία του τότε βασιλιά να δείξει ότι είναι βασιλιάς όχι μόνο της Αντιβενιζελικής αλλά και της Βενιζελικής παράταξης. Έτσι, δεν ήθελε ένα εκλογικό σύστημα που θα καθιστούσε την μία παράταξη κυρίαρχη έναντι της άλλης. Έπειτα, το 1946, βρισκόμαστε μετά τη λήξη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, προφανώς οι σύμμαχοι έπαιξαν και έναν ρόλο στην εφαρμογή ενός εκλογικού συστήματος που θα ευνοεί τη συμμετοχή όσο το δυνατόν περισσότερων κομμάτων, καθώς και του ΚΚΕ που δεν συμμετείχε τελικά. Συνεπώς υπάρχουν διάφοροι λόγοι που μπορούν να ωθήσουν στην υιοθέτηση της απλής αναλογικής, και ορθώς το Σύνταγμά μας δεν καθορίζει ένα εκλογικό σύστημα ως πάγιο αλλά αφήνει την επιλογή στον κοινό νομοθέτη. Θα πρέπει το σύστημα να είναι συνάρτηση του συγκεκριμένου πλαισίου, όχι όμως και συγκυριών ή κομματικών υπολογισμών. Μία θετική καινοτομία, έτσι, ήταν η ρύθμιση που εισήχθη με την αναθεώρηση του 2001, που προβλέπει ότι το εκλογικό σύστημα ισχύει από τις μεθεπόμενες εκλογές, εκτός αν ψηφισθεί με αυξημένη πλειοψηφία.

– Πώς αποτιμάτε το εν λόγω εκλογικό σύστημα; Κρύβει πράγματι κινδύνους ακυβερνησίας;

Όπως φαίνεται από τα παραδείγματα της ιστορίας μας, όταν ο λαός θέλει κάτι, κανένα εκλογικό σύστημα δεν μπορεί να τον σταματήσει. Ας μην υποτιμάμε τη διαμόρφωση της λαϊκής βούλησης εξαιτίας του εκλογικού νόμου. Για παράδειγμα, το ’89-’90 σχηματίστηκε τελικά κυβέρνηση με μεγάλη πλειοψηφία ψήφων, αν και όχι εδρών. Από το 1926 έως και το 1928 είχαμε μία οικουμενική κυβέρνηση, το 1946 υπήρξε πλειοψηφία του πρώτου κόμματος. Άρα σημασία έχει πρωτίστως το οικονομικό και κοινωνικό πλαίσιο της κάθε εποχής. Η απλή αναλογική έχει βέβαια το πρόβλημα του ότι δεν ευνοεί απαραίτητα την κυβερνητική σταθερότητα, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι σε κάθε περίπτωση οδηγεί σε ακυβερνησία.  Πράγματι, η συνεννόηση μετά τις κάλπες είναι θέμα των πολιτικών δυνάμεων. Το κύριο πρόβλημα δεν είναι το αν τα κόμματα θα συνεννοηθούν μεταξύ τους –πιστεύω πως θα συνεννοηθούν, πιστεύω ακράδαντα ότι στη δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα. Και δεύτερες, και τρίτες, όσες εκλογές χρειαστούν, τελικά, κάποια στιγμή οι παρατάξεις θα τα βρουν μεταξύ τους. Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε αναπτύξει κουλτούρα συναίνεσης σε βασικά θέματα. Όταν προκηρύσσονται εκλογές, σε πολύ μεγάλο βαθμό παγώνει ο κρατικός μηχανισμός. Παγώνουν οι προσλήψεις. Σαν να μην έχουμε το Ανώτατο Συμβούλιο Επιλογής Προσωπικού! Παγώνουν ακόμα και οι εξελίξεις καθηγητών πανεπιστημίου, και χρειάστηκε η παρέμβαση από το Συμβούλιο της Επικρατείας για να συνεχίσουν οι διαδικασίες εκλογής και εξέλιξης των καθηγητών. Όλα αυτά, στο αυτοδιοικούμενο πανεπιστήμιο! Αν λειτουργούσε σωστά ο κρατικός μηχανισμός, όπως κάθε μέρα, τότε δεν θα μας ένοιαζε τόσο αν θα σχηματιστεί κυβέρνηση και πότε. Φανταστείτε να περιμένετε πρόσληψη και να σας λένε, δεν μπορούμε να σας προσλάβουμε γιατί είμαστε σε περίοδο εκλογών! Κάτι που στην Ευρώπη δεν θα συνέβαινε ποτέ. Το ζήτημα είναι ότι το κράτος θεσμικά, ως κράτος, πρέπει να συνεχίζει να υπάρχει ανεξάρτητα από τις εκλογές. Αν τα λύναμε αυτά τα βασικά, δεν θα ενισχύαμε άραγε την εμπιστοσύνη του πολίτη προς το κράτος και τη δημοκρατία;

– Εάν έπρεπε να διαλέξετε μεταξύ ενισχυμένης και απλής αναλογικής, τι θα προκρίνατε;

Το κάθε ένα από τα δύο συστήματα, η απλή και η ενισχυμένη αναλογική, έχει και τα θετικά και τα αρνητικά του. Η απλή αναλογική επιτρέπει την ευρύτερη εκπροσώπηση του εκλογικού σώματος, η ενισχυμένη αναλογική ευνοεί την κυβερνητική σταθερότητα. Δεν μπορώ να είμαι απόλυτος, αλλά η βιωσιμότητα των κυβερνήσεων είναι βασικό αγαθό. Ο αντίλογος λέει ότι η απλή αναλογική δημιουργεί κουλτούρα συναινέσεων μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων. Σίγουρα ένα εκλογικό σύστημα που δεν με βρίσκει σύμφωνο είναι το πλειοψηφικό, που εφαρμόζεται στο Ηνωμένο Βασίλειο. Με ένα τέτοιο σύστημα, υπήρχαν περίοδοι που το κόμμα των Φιλελεύθερων, παρόλο που έπαιρνε ποσοστά της τάξεως του 10%, δεν είχε κοινοβουλευτική εκπροσώπηση. Πάντως, παρ’ όλο που και εγώ ενίοτε δυσκολεύομαι να διαλέξω, στη χώρα μας καλώς ή κακώς έχουμε μία παράδοση ενισχυμένης αναλογικής, και σε θεσμικά ζητήματα καλό είναι να μην απομακρυνόμαστε από την παράδοσή μας αν δεν υπάρχει σοβαρός λόγος.

Η απλή αναλογική βέβαια ευνοεί τον σχηματισμό μικρότερων κομμάτων, όμως δεν πρέπει να υπερτιμούμε τη σημασία του εκλογικού νόμου σε αυτά τα θέματα. Το Σύνταγμα καθορίζει το πλαίσιο, αλλά μόνο το πλαίσιο, τη ζωή τη δίνουν οι πολιτικές δυνάμεις και οι πολίτες. Αν υπάρχει κατακερματισμός πολιτικών δυνάμεων, αυτό δεν οφείλεται στην απλή αναλογική, αλλά στο γεγονός ότι οι άνθρωποι δεν αισθάνονται ικανοποιημένοι με τα μεγάλα κόμματα ή θεωρούν ότι δεν υπάρχουν ουσιαστικές διαφορές μεταξύ τους. Όταν έχει ο πολίτης να διαλέξει ανάμεσα σε πολλά κόμματα εξουσίας που μοιάζουν όλο και περισσότερο μεταξύ τους, δεν ξέρω κατά πόσο δεν θα στραφεί σε μικρότερα κόμματα που αισθάνεται ότι τον εκφράζουν γνησιότερα. Αυτό που μας χρειάζεται σαν προσέγγιση σήμερα, εν όψει και της ανόδου της αντισυστημικής ψήφου, είναι ένας συνταγματικός πατριωτισμός, που να τονίζει ότι δεν είναι όλοι οι πολιτικοί σε όλα τα κόμματα κακοί, δεν είναι όλες οι φωνές στα κόμματα κακές. Η αντισυστημική ψήφος έχει οδηγήσει σε έντονη αμφισβήτηση των πολιτικών κομμάτων, πράγμα που είναι επικίνδυνο καθώς η δημοκρατία μας είναι κομματική δημοκρατία, στηρίζεται δηλαδή στα κόμματα.

Σπύρος Βλαχόπουλος,
Καθηγητή Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ

Πηγή: Αναδημοσίευση από την εφημερίδα ΕΣΤΙΑ, 21.05.2023

Σου άρεσε το άρθρο, αλλά σου δημιούργησε νέες απορίες;

Έχεις και άλλα ερωτήματα που σε απασχολούν σε σχέση με το Σύνταγμα, τους Θεσμούς, τα δικαιώματα και τη λειτουργία της Δημοκρατίας;

Σχετικά Άρθρα

Θέλεις να μαθαίνεις

πρώτος τα νέα μας;

Αν σε ενδιαφέρει να ενημερώνεσαι άμεσα για τις νέες δημοσιεύσεις και τις δράσεις του Syntagma Watch, τότε εγγράψου στο newsletter μας!

Αυτός ο ιστότοπος για τη διευκόλυνση της λειτουργίας του και προκειμένου να σας παρέχει μια προσωποποιημένη εμπειρία χρησιμοποιεί cookies. Για να ενημερωθείτε για τη χρήση των cookies και τις σχετικές ρυθμίσεις μπορείτε να επιλέξετε εδώ

JOIN THE CLUB!

It’s easy: all we need is your email & your eternal love. But we’ll settle for your email.