Search
Close this search box.

Περί της υποχρεωτικότητας αυτοδιαγνωστικών εξετάσεων των μαθητών και η σχετική κρίση του Συμβουλίου της Επικρατείας

Η Φερενίκη Παναγοπούλου - Κουτνατζή σχολιάζει την απόφαση ΣτΕ που αφορά την υποχρέωση μαθητών και εκπαιδευτικών να υποβάλλονται σε self tests.

Ι. Εισαγωγή

Κατά την περίοδο της πανδημίας τα παιδιά εκλήθησαν να σηκώσουν ένα μεγάλο βάρος για την αναχαίτιση της. Εγκλωβίστηκαν στα σπίτια τους τηλεκπαιδευόμενα και το αναβράζον αίμα τους ετέθη προσωρινώς σε αναστολή.[1] Ο λόγος της απομονώσεώς τους ήταν πρωτίστως η προστασία των ευπαθών ομάδων, με τις οποίες θα έρχονταν σε επαφή, και δευτερευόντως η δική τους προστασία. Η τηλεκπαίδευση ήταν ένα μέτρο προσωρινό,[2] το οποίο άγγιξε τα όρια της υπομονής  των μαθητών αλλά και των γονέων αυτών. Έπρεπε να βρεθεί μια λύση, προκειμένου οι μαθητές να επιστρέψουν σταδιακά στον φυσικό χώρο εκπαιδεύσεως, το σχολείο. Αυτή η λύση, όμως, ήταν αναγκαίο να συνοδοιπορεί με την προστασία της δημόσιας υγείας. Δεν ελήφθη άκριτα, αλλά σε μια περίοδο κατά την οποία ο εμβολιασμός των ευπαθών ομάδων είχε προχωρήσει. Με τη συνδρομή της επιστήμης έπρεπε οι μαθητές να ελέγχονται τακτικά, προκειμένου να μειωθεί στο πλαίσιο του δυνατού η διασπορά του ιού. Ως εκ τούτου, επεβλήθη το μέτρο του δωρεάν αυτοδιαγνωστικού ελέγχου σε μαθητές, εκπαιδευτικούς και μέλη ειδικού εκπαιδευτικού προσωπικού, ειδικού βοηθητικού προσωπικού και διοικητικού προσωπικού. Την εν λόγω απόφαση επιβολής του αυτοδιαγνωστικού ελέγχου προσέβαλαν ενώπιον του Συμβουλίου της Επικρατείας εξήντα δύο γονείς και εκπαιδευτικοί ζητώντας την αναστολή και ακύρωση της σχετικής πράξεως. Το Συμβούλιο της Επικρατείας απεφάνθη με τις αποφάσεις 135/2021 επί της αιτήσεως αναστολής και 1758 και 1759/2021 επί της αιτήσεως ακυρώσεως που θα αναλυθούν κατωτέρω.

ΙΙ. Το σχετικό νομοθετικό πλαίσιο για την αυτοδιαγνωστική εξέταση

Με το άρθρο 2 του ν. 4790/2021 (Α΄ 48/ 31.3.2021) καθορίσθηκαν οι προϋποθέσεις και η διαδικασία διαθέσεως αυτοδιαγνωστικής δοκιμασίας ελέγχου της νοσήσεως από κορωνοϊό COVID-19, ως εξής: «1. Εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται άμεσος κίνδυνος από τη διασπορά του κορωνοϊού COVID- 19 και σε κάθε περίπτωση όχι πέραν της 30ης.6.2021, διανέμεται με κρατική μέριμνα σε κάθε κάτοχο Αριθμού Μητρώου Κοινωνικής Ασφάλισης (ΑΜΚΑ […] μία αυτοδιαγνωστική δοκιμασία ελέγχου της νόσησης από κορωνοϊό COVID-19 ανά εβδομάδα, η οποία προορίζεται για ατομική χρήση χωρίς ανάγκη διενέργειάς της από επαγγελματίες υγείας. 2. Για την υλοποίηση του σκοπού της παρ. 1 επιτρέπεται η διάθεση προϊόντων της παρ. 1 με καθεστώς κατά παρέκκλιση έγκρισης διάθεσης και έναρξης χρήσης από τον Εθνικό Οργανισμό Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.) ή από αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους της Ε.Ε. για επιτακτικούς λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας, ήτοι προς περιορισμό της διασποράς της πανδημίας, υπό τις ακόλουθες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται σωρευτικά: α) ο κατασκευαστής έχει λάβει ειδική ή κατά παρέκκλιση έγκριση διάθεσης και έναρξης χρήσης τους ως αυτοδιαγνωστικών στην αγορά από τον Ε.Ο.Φ., σύμφωνα με προδιαγραφές που θεσπίζει ο ίδιος ως αρμόδια αρχή εφόσον ο κατασκευαστής έχει έδρα στην Ελληνική Επικράτεια ή ο θέτων το προϊόν στην αγορά έχει λάβει τέτοια έγκριση, ή από την αρμόδια αρχή άλλου κράτους μέλους της Ε.Ε., εφόσον το εν λόγω κράτος μέλος έχει θεσπίσει αντίστοιχες προδιαγραφές, β) οι πληροφορίες στις οδηγίες χρήσεως του προϊόντος παρέχονται στην ελληνική γλώσσα με εύληπτο και σαφή τρόπο, γ) δεν διατίθεται στην ελληνική αγορά αντίστοιχο προϊόν, το οποίο να διαθέτει την απαιτούμενη σήμανση CE, ως αυτοδιαγνωστικό, ή τα διατιθέμενα ως άνω προϊόντα με τη σήμανση CE δεν επαρκούν για την κάλυψη των αναγκών της ελληνικής αγοράς. 3. Ο Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων (Ε.Ο.Φ.) υποχρεούται να διατηρεί μητρώο αυτοδιαγνωστικών δοκιμασιών ελέγχου που πληρούν τις προϋποθέσεις της παρ. 2 ως προς την κατά παρέκκλιση έγκριση διάθεσης και έναρξης χρήσης τους στην Ελλάδα. Ο Ε.Ο.Φ. προσδιορίζει το σύνολο των αναγκαίων δικαιολογητικών που υποβάλλει ο αιτών για τον σκοπό αυτό. 4. Η διάθεση των προϊόντων της παρ. 1 προς τους δικαιούχους μέσω των φαρμακείων γίνεται χωρίς αντίτιμο. 5. […]». Περαιτέρω, στο άρθρο 46 του ίδιου νόμου ορίσθηκε ότι «1. Εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται κίνδυνος δημόσιας υγείας από τη διάδοση του κορωνοϊού COVID-19, η έλλειψη του οποίου διαπιστώνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, και σε κάθε περίπτωση έως την 31η.7.2021, δύναται να ορίζεται, για λόγους προστασίας της δημόσιας υγείας, με κοινή απόφαση του Υπουργού Υγείας και του κατά περίπτωση συναρμόδιου Υπουργού, μετά από γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας Δημόσιας Υγείας κατά του κορωνοϊού COVID-19, ως προϋπόθεση προσέλευσης στον τόπο παροχής εργασίας ή άσκησης του λειτουργήματος των εν γένει απασχολουμένων, η προηγούμενη διαπίστωση, μετά από διαγνωστικό έλεγχο νόσησης από τον κορωνοϊό COVID-19, ότι ο απασχολούμενος δεν έχει βρεθεί θετικός σε δοκιμασία διαγνωστικού ελέγχου. […] 2. […] 3. Με την απόφαση της παρ. 1 καθορίζονται η διαδικασία και οι φορείς διενέργειας του ελέγχου, η δυνατότητα υποβολής σε αυτοέλεγχο, η κάλυψη της σχετικής δαπάνης, η συχνότητα υποβολής σε διαγνωστικό ή αυτοδιαγνωστικό έλεγχο, ο τρόπος διάθεσης των διαγνωστικών δοκιμασιών, ο τρόπος βεβαίωσης της υποβολής σε έλεγχο και των αποτελεσμάτων του, ο τρόπος και η διαδικασία αναγγελίας των αποτελεσμάτων, οι διοικητικές κυρώσεις που μπορούν να επιβληθούν και τα όργανα επιβολής τους, […], καθώς και κάθε θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος». Με το δε άρθρο 96 προβλέφθηκε ότι «Εφόσον εξακολουθεί να υφίσταται κίνδυνος δημόσιας υγείας από τη διάδοση του κορωνοϊού COVID-19 και σε κάθε περίπτωση έως την 31η.7.2021, η έλλειψη του οποίου διαπιστώνεται με απόφαση του Υπουργού Υγείας, δύναται να ορίζεται με κοινή απόφαση των Υπουργών Παιδείας και Θρησκευμάτων και Υγείας, μετά από γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας Δημόσιας Υγείας κατά του κορωνοϊού COVID-19, ως προϋπόθεση συμμετοχής των μαθητών, φοιτητών, σπουδαστών και καταρτιζομένων στην εκπαιδευτική διαδικασία, όπου αυτή διενεργείται δια ζώσης, η προηγούμενη διαπίστωση, μετά από διαγνωστικό έλεγχο νόσησης από τον κορωνοϊό COVID-19, ότι οι ανωτέρω δεν έχουν βρεθεί θετικοί σε δοκιμασία διαγνωστικού ελέγχου. Με όμοια απόφαση δύναται να ορίζεται για το ίδιο χρονικό διάστημα η προηγούμενη υποβολή σε διαγνωστικό έλεγχο νόσησης από τον κορωνοϊό COVID-19 ως προϋπόθεση συμμετοχής στις πάσης φύσεως εξετάσεις του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων. Με τις κοινές αποφάσεις των προηγούμενων εδαφίων καθορίζονται η διαδικασία και οι φορείς διενέργειας του ελέγχου, η δυνατότητα υποβολής σε αυτοέλεγχο, η συχνότητα υποβολής σε διαγνωστικό έλεγχο, ο τρόπος διάθεσης των διαγνωστικών δοκιμασιών, ο τρόπος βεβαίωσης της υποβολής σε έλεγχο και των αποτελεσμάτων του, καθώς και κάθε άλλο θέμα σχετικό με την εφαρμογή του παρόντος». Εξάλλου, με το άρθρο 27 του ν. 4792/2021 (Α΄ 54) προβλέφθηκε η δημιουργία ηλεκτρονικής πλατφόρμας, μέσω της Ενιαίας Ψηφιακής Πύλης της Δημόσιας Διοικήσεως (gov.gr-ΕΨΠ), με αντικείμενο την καταχώριση και ηλεκτρονική διαχείριση των αποτελεσμάτων της αυτοδιαγνωστικής δοκιμασίας ελέγχου της νοσήσεως από κορωνοϊό COVID-19 και χορηγήθηκε εξουσιοδότηση στους αρμόδιους υπουργούς για τη ρύθμιση κάθε αναγκαίας λεπτομέρειας για την εφαρμογή του.

Η υπ’ αριθμ. 30518/17.5.2021 κοινή απόφαση των Υπουργών Αναπτύξεως και Επενδύσεων, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας, Εσωτερικών, Μεταναστεύσεως και Ασύλου και Επικρατείας «Εφαρμογή του υποχρεωτικού μέτρου του διαγνωστικού ελέγχου νόσησης (δωρεάν αυτοδιαγνωστικός έλεγχος) από τον κορωνοϊό COVID-19 σε μαθητές/τριες, εκπαιδευτικούς, μέλη Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (ΕΕΠ) και Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (ΕΒΠ), διοικητικό και λοιπό προσωπικό όλων των σχολικών μονάδων της Πρωτοβάθμιας και Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης» (Β΄ 2020/18.5.2021) επέβαλε το μέτρο του δωρεάν αυτοδιαγνωστικού ελέγχου πριν από την είσοδο στο σχολείο.

Η υπ’ αριθμ. 27707/4.5.2021 κοινή απόφαση των ίδιων ως άνω Υπουργών είχε το ίδιο αντικείμενο (Β΄ 1825/5.5.2021).

H υπ’ αριθμ. 22437/9.4.2021 κοινή απόφαση των Υπουργών Αναπτύξεως και Επενδύσεων, Παιδείας και Θρησκευμάτων, Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων, Υγείας, Εσωτερικών, Μεταναστεύσεως και Ασύλου και Επικρατείας «Εφαρμογή του υποχρεωτικού μέτρου του διαγνωστικού ελέγχου νόσησης (δωρεάν αυτοδιαγνωστικός έλεγχος) από τον κορωνοϊό COVID-19 σε μαθητές/τριες, εκπαιδευτικούς, μέλη Ειδικού Εκπαιδευτικού Προσωπικού (ΕΕΠ) και Ειδικού Βοηθητικού Προσωπικού (ΕΒΠ), διοικητικού και λοιπού προσωπικού των σχολικών μονάδων των ημερησίων και εσπερινών Γενικών Λυκείων (ΓΕ.Λ.) και Επαγγελματικών Λυκείων (ΕΠΑ.Λ.), Λυκειακών Τάξεων των Γυμνασίων με Λυκειακές Τάξεις της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης» (Β΄ 1440/10.4.2021).

ΙΙΙ. Οι αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας

Α) Αίτηση αναστολής: Η Απόφαση 135/2021 της Επιτροπής Αναστολών

H Eπιτροπή Αναστολών του Συμβουλίου της Επικρατείας απέρριψε την αίτηση αναστολής κατά της υπουργικής αποφάσεως που επέβαλλε τον δωρεάν υποχρεωτικό διαγνωστικό έλεγχο για COVID-19 σε μαθητές και εκπαιδευτικούς κρίνοντας πως η απόφαση επεβλήθη για επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος. Οι αιτούντες γονείς μαθητών και εκπαιδευτικοί υποστήριξαν ότι η επιβολή του υποχρεωτικού αυτοδιαγνωστικού ελέγχου επ’ απειλή της μη δυνατότητας να παρακολουθούν οι μαθητές τα μαθήματά τους, προκαλεί ανεπανόρθωτη βλάβη στους μαθητές, αλλά και τους εκπαιδευτικούς για τους οποίους επέρχεται περικοπή των αποδοχών τους αν αρνηθούν να υποβληθούν στη δωρεάν αυτοδιαγνωστική εξέταση.

Το ΣτΕ απέρριψε όλους τους λόγους που προέβαλαν οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί, επισημαίνοντας ότι “το επίδικο μέτρο εξυπηρετεί επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος, συνιστάμενοι στην προστασία της δημόσιας υγείας κατά την (πρόσφατη) επαναλειτουργία των εκπαιδευτικών μονάδων υπό συνθήκες πανδημίας, οι οποίοι κωλύουν την χορήγηση της αιτουμένης αναστολής”.

Β) Αίτηση ακυρώσεως: Οι αποφάσεις 1758 και 1759/2021

Στις υπό εξέταση αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας οι γονείς και οι εκπαιδευτικοί στράφηκαν κατά των ανωτέρω υπουργικών αποφάσεων επικαλούμενοι τα εξής:

α) Η προσβαλλόμενη απόφαση έχει εκδοθεί κατά παράβαση ουσιώδους τύπου και της αρχής της φανερής δράσεως της Διοικήσεως, διότι ερείδεται σε γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας της Δημόσιας Υγείας, η οποία δεν έχει δημοσιευθεί ή άλλως τεθεί σε γνώση των πολιτών ούτε είναι προσβάσιμη, ώστε να μπορεί να ελεγχθεί κατά τρόπο ευχερή και αντικειμενικό, εάν ο περιορισμός των ατομικών δικαιωμάτων τους ερείδεται σε έγκυρα επιστημονικά, ιατρικά και επιδημιολογικά δεδομένα.

Επί του θέματος αυτού, το ΣτΕ απεφάνθη ότι η αρχή της φανερής δράσεως της Διοικήσεως δεν επιβάλλει, ως όρο της νομιμότητας διοικητικής πράξεως, τη δημοσιοποίηση των στοιχείων επί των οποίων αυτή ερείδεται, στα οποία, πάντως, μπορεί ο διοικούμενος να αποκτήσει πρόσβαση κατόπιν αιτήσεώς του εφόσον είναι απαραίτητα για την προστασία των εννόμων συμφερόντων του, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Ούτε άλλωστε υφίσταται εν προκειμένω ειδική διάταξη που να προβλέπει τη δημοσίευση ή άλλης μορφής δημοσιοποίηση της γνώμης της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας της Δημόσιας Υγείας ως ουσιώδη τύπο για τη νομιμότητα της προσβαλλόμενης αποφάσεως. Εξάλλου, το κράτος έχει λάβει μέριμνα, ώστε οι πολίτες να έχουν, κατά την περίοδο της πανδημίας, διαρκή, έγκυρη και επίκαιρη ενημέρωση σχετικά με τα συνεχώς εξελισσόμενα επιδημιολογικά και επιστημονικά δεδομένα τόσο μέσω των ιστοσελίδων και των ειδικών ηλεκτρονικών πλατφορμών επίσημων φορέων υγείας (ΕΟΔΥ, Υπουργείο Υγείας, Εθνικό Σχέδιο Εμβολιασμού), όσο και διά των μέσων μαζικής ενημερώσεως (δελτία τύπου, εβδομαδιαίες επίσημες ενημερώσεις), για όσους δεν έχουν τη δυνατότητα ηλεκτρονικής προσβάσεως.

β) Η επιβολή της διενέργειας αυτοδιαγνωστικού ελέγχου, που αποτελεί επεμβατική ιατρική πράξη, παραβιάζει το δικαίωμα του ασθενούς να αποφασίζει ύστερα από επαρκή ενημέρωσή του αν θα δεχθεί ή όχι οποιασδήποτε μορφής επέμβαση στο σώμα του ως εκδήλωση της βουλητικής αυτονομίας και αυτοδιαθέσεώς του, δικαίωμα που κατοχυρώνεται με τα άρθρα 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1 Σ, 5 παρ. 1 της Συμβάσεως για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Βιοϊατρική, 7 του Διεθνούς Συμφώνου των Ηνωμένων Εθνών για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και 3 παρ. 2 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Κατά τους αιτούντες, υπό τις συνθήκες ελλείψεως πολυφωνικής ενημερώσεως σε σχέση προς την αξιοπιστία των αυτοδιαγνωστικών δοκιμασιών και του έντονου ψυχολογικού εκφοβισμού των μαθητών αν αρνηθούν να υποβληθούν στον αυτοδιαγνωστικό έλεγχο, δεν μπορεί να νοηθεί ελεύθερη και έγκυρη συναίνεση των πολιτών και γονέων των μαθητών.

Επί του θέματος αυτού, το ΣτΕ απεφάνθη ότι οι διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 1 και 5 παρ. 1 Σ και 5 παρ. 1 της Συμβάσεως για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Βιοϊατρική που επικαλούνται οι αιτούντες, ιδωμένες υπό το φως των άρθρων 25 παρ. 1 Σ και 26 παρ. 1 της εν λόγω Συμβάσεως, αντίστοιχα, δεν απαγορεύουν την εισαγωγή περιορισμών στο δικαίωμα του ενδιαφερομένου να μην υποβάλλεται σε ιατρικές πράξεις χωρίς την ελεύθερη συναίνεσή του, όταν οι περιορισμοί αυτοί τίθενται εντός των διαγραφομένων από την αρχή της αναλογικότητας ορίων και σταθμίσεων για την εξυπηρέτηση σκοπού δημοσίου συμφέροντος. Καταρχάς, το μέτρο της υποχρεωτικής υποβολής σε διαγνωστικό έλεγχο, το οποίο επιβάλλεται με την προσβαλλόμενη απόφαση ακόμη και σε μη νοσούντες ως προϋπόθεση συμμετοχής στην εκπαιδευτική διαδικασία (εφόσον το αποτέλεσμα είναι αρνητικό), αποτελεί νόμιμο περιορισμό του δικαιώματος συναινέσεως σε ιατρικά θέματα, δεδομένου ότι τίθεται για την προστασία της δημόσιας υγείας ως κοινωνικό αγαθό, αλλά και ατομικώς της ζωής και υγείας όλων (συμπεριλαμβανομένων των αιτούντων) από τη διασπορά της νόσου Covid-19 κατά την διά ζώσης επαναλειτουργία των σχολείων και συνιστά, σύμφωνα με την επιστημονικώς τεκμηριωμένη κρίση του κανονιστικού νομοθέτη, αποτελεσματικό και αναγκαίο προληπτικό μέτρο, εν όψει της επιδημιολογικής καταστάσεως και των υφιστάμενων επιστημονικών δεδομένων σχετικά με τη νόσο. Οι αιτούντες, χωρίς να αμφισβητούν την αναγκαιότητα του μέτρου αυτού, προβάλλουν ότι το δικαίωμα ελεύθερης συναινέσεως στην υποβολή σε ιατρική πράξη πλήττεται από το γεγονός ότι με την προσβαλλόμενη απόφαση υποχρεώνονται να υποβάλλονται σε διαγνωστικό έλεγχο μέσω αυτοδιαγνωστικών δοκιμασιών. Όμως, όσον αφορά τον τρόπο διενέργειας της διαγνώσεως, παρέχεται εναλλακτικώς η δυνατότητα στους υποχρέους να απευθύνονται σε ειδικό υγείας για τον διαγνωστικό τους έλεγχο, είτε σε δημόσια δομή δωρεάν, όπου υπάρχει η σχετική δυνατότητα, είτε σε ιδιωτική δομή με επιβάρυνσή τους, εφόσον δεν επιθυμούν, για οποιονδήποτε λόγο, να συναινέσουν στη χρήση των δωρεάν αυτοδιαγνωστικών δοκιμασιών που τους έχουν διατεθεί και για την αξιοπιστία των οποίων. Για τους ίδιους ως άνω λόγους απορριπτέα είναι και τα προβαλλόμενα περί παραβάσεως του άρθρου 7 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα (ν. 2462/1997) – που απαγορεύει την υποβολή σε επιστημονικό ή ιατρικό πείραμα χωρίς την ελεύθερη συγκατάθεση του προσώπου -, ανεξαρτήτως του εάν μπορεί εν προκειμένω να θεωρηθεί ότι συντρέχει το πραγματικό που προϋποθέτει η διάταξη αυτή για την εφαρμογή της (υποβολή σε πείραμα). Εξάλλου, το άρθρο 3 παρ. 2 του Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων Ε.Ε. περί του δικαιώματος συναινέσεως σε ιατρικά θέματα, το οποίο σε συνδυασμό με το άρθρο 52 (που επιτρέπει αναλογικούς περιορισμούς για λόγους γενικότερους ενδιαφέροντος) επιφυλάσσει, πάντως, ισοδύναμη προστασία με τις προεκτεθείσες διατάξεις του Συντάγματος και της Συμβάσεως για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα και τη Βιοϊατρική, δεν εφαρμόζεται εν προκειμένω, κατά τα οριζόμενα στο άρθρο 51 του Χάρτη, δεδομένου ότι η διαμόρφωση της δημόσιας πολιτικής στον τομέα της υγείας εμπίπτει στην αρμοδιότητα των κρατών μελών και δεν έχει αποτελέσει αντικείμενο ρυθμίσεως με πράξη ενωσιακού δικαίου (βλ. την προαναφερθείσα σύσταση του Συμβουλίου της Ε.Ε. 2021/C24/01, πρβλ. C-459/2013 διάταξη, Široká).

γ) Η επιβολή αυτοδιαγνωστικού ελέγχου παραβιάζει το άρθρο 16 παρ. 2 και 4 Σ που κατοχυρώνει το δικαίωμα στη δωρεάν εκπαίδευση και την ισότητα ευκαιριών στην εκπαιδευτική διαδικασία, καθώς επίσης και τα άρθρα 28 και 29 της Συμβάσεως των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού (κυρωτικός ν. 2101/1992, Α΄ 192) που προβλέπουν ότι τα συμβαλλόμενα κράτη αναγνωρίζουν το δικαίωμα του παιδιού στην εκπαίδευση στη βάση της ισότητας ευκαιριών, καθιστούν τη στοιχειώδη εκπαίδευση υποχρεωτική και δωρεάν για όλους, ενθαρρύνουν την ανάπτυξη διαφόρων μορφών δευτεροβάθμιας εκπαιδεύσεως και τις καθιστούν ανοιχτές και προσιτές σε κάθε παιδί και διασφαλίζουν ότι η εκπαίδευση αποσκοπεί στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς του και στην πληρέστερη δυνατή ανάπτυξη των χαρισμάτων και ικανοτήτων του. Τούτο διότι επιβάλλει ως κύρωση στην περίπτωση μη επιδείξεως της σχολικής κάρτας τη λήψη απουσίας και την απομάκρυνση από τη σχολική μονάδα, άνευ οιασδήποτε σταθμίσεως με τα δικαιώματα του παιδιού και χωρίς να προβλέπει εναλλακτικό τρόπο προσβάσεως στην εκπαίδευση, σε αντίθεση με άλλες χώρες όπου προβλέπεται η δυνατότητα τηλεκπαιδεύσεως σε οργανωμένα τμήματα των μαθητών που δεν επιθυμούν να προβούν στην διενέργεια αυτοδιαγνωστικού ελέγχου για τη νόσο Covid-19.

Επί του θέματος αυτού, το ΣτΕ απεφάνθη ότι η παροχή δωρεάν δημόσιας εκπαιδεύσεως με τα χαρακτηριστικά που παρατίθενται στα ανωτέρω άρθρα της Συμβάσεως που επικαλούνται οι αιτούντες, υπό όρους δηλαδή ισότητας ευκαιριών, προσβασιμότητας από όλους και συμβάλλουσα όχι μόνο στη απόκτηση γνώσεων αλλά πρωτίστως στην ανάπτυξη της προσωπικότητας και των ικανοτήτων των παιδιών, σε περίοδο πανδημίας, δεν μπορεί να διασφαλισθεί χωρίς την εισαγωγή μέτρων ικανών να δημιουργήσουν συνθήκες υγειονομικής ασφάλειας κατά την εκπαιδευτική διαδικασία. Εν προκειμένω, ο νομοθέτης, επί τη βάσει των εισηγήσεων των ειδικών, κατόπιν σταθμίσεως πολλαπλών πτυχών του δημοσίου συμφέροντος που συνίστανται στην προστασία των συνταγματικών αγαθών της δημόσιας υγείας και της δημόσιας εκπαιδεύσεως και με γνώμονα το συμφέρον των παιδιών, αποφάσισε τη σταδιακή επαναλειτουργία των σχολικών μονάδων διά ζώσης, λαμβανομένων υπόψιν των επιστημονικών ενδείξεων σχετικά με τις δυσμενείς επιπτώσεις, στην ψυχική και πνευματική υγεία και ανάπτυξη των παιδιών, της τηλεκπαιδεύσεως, την οποία διατήρησε, κατόπιν τούτου, μόνο ως έσχατη και αναγκαία λύση για τους μαθητές που εντάσσονται σε ευπαθείς/αυξημένου κινδύνου ομάδες, η διά ζώσης συμμετοχή των οποίων θα έθετε σε σοβαρή διακινδύνευση την υγεία τους (βλ. άρθρο 8 παρ. 1 και 2 της ΚΥΑ 69543/2020, Β΄ 4810, όπως παραταθείσα ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο).

δ) Η προσβαλλόμενη απόφαση παραβιάζει την αρχή της αναλογικότητας, διότι το μέτρο της υποχρεωτικής διενέργειας αυτοδιαγνωστικού ελέγχου που εισάγει είναι ακατάλληλο για την εξυπηρέτηση του σκοπού που επιδιώκεται. Κατά τους αιτούντες, η αποτελεσματικότητα των αυτοδιαγνωστικών δοκιμασιών αμφισβητείται έντονα στην επιστημονική κοινότητα λόγω της αυξημένης πιθανότητας λανθασμένου αποτελέσματος (ψευδώς αρνητικού και ψευδώς θετικού), με αποτέλεσμα να επιβάλλεται εκ του περισσού το μέτρο της απομακρύνσεως των μαθητών.

Επί του θέματος αυτού, το ΣτΕ απεφάνθη ότι η χρήση αυτοδιαγνωστικών δοκιμασιών χωρίς παρεμβολή ειδικών υγείας επετράπη, για περιορισμένο χρονικό διάστημα, από τον ίδιο τον νομοθέτη (άρθρο 2 του ν. 4790/2021), ο οποίος εισήγαγε ειδικό πλαίσιο προϋποθέσεων, ώστε να διασφαλίζεται η δωρεάν διάθεση εγκεκριμένων από τον ΕΟΦ ή αρμόδια αρχή κράτους μέλους, δηλαδή κατ’ αρχήν κατάλληλων και ασφαλών για τον σκοπό αυτό, αυτοδιαγνωστικών μέσων με εύληπτες και σαφείς οδηγίες. Το δε κανονιστικό πλαίσιο προμήθειάς τους περιέλαβε ειδικές τεχνικές προδιαγραφές που προτάθηκαν από τη γνωμοδοτική επιτροπή με γνώμονα την ασφάλεια, αποτελεσματικότητα και ευκολία στη χρήση τους και περιλαμβάνουν τη διάθεση ατομικών συσκευασιών που λειτουργούν με τη λήψη απλού ρινικού επιχρίσματος, δεν απαιτούν χειρισμό κατανομής διαλυμάτων ή άλλο εξοπλισμό, περιέχουν ένδειξη για την εγκυρότητα ή μη του αποτελέσματος και κατανοητές οδηγίες για τη διενέργεια του ελέγχου με την επισήμανση των αναγκαίων προφυλάξεων και προειδοποιήσεων, ώστε να μπορούν να χρησιμοποιηθούν με ασφάλεια χωρίς τον κίνδυνο τραυματισμών και από μη ειδήμονα χρήστη και να οδηγήσουν σε αξιόπιστα αποτελέσματα. Για την περαιτέρω εξοικείωση με τον τρόπο χρήσεως των αυτοδιαγνωστικών δοκιμασιών, η οποία αποτέλεσε όρο για την εισαγωγή του μέτρου με την εισήγηση της Επιτροπής Αντιμετωπίσεως Εκτάκτων Συμβάντων Δημόσιας Υγείας από Λοιμογόνους Παράγοντες, η Διοίκηση έχει αναρτήσει βίντεο στην ηλεκτρονική πλατφόρμα όπου δηλώνεται το αποτέλεσμα και εξάγεται η σχολική κάρτα (self-testing.gov.gr), το οποίο αναπαριστά με τρόπο απλό και κατανοητό στους ενήλικους χρήστες, αλλά και στους ανήλικους, οι οποίοι άλλωστε διενεργούν τον έλεγχο υπό την επίβλεψη ή με τη βοήθεια (οι κάτω των 13 ετών) των κηδεμόνων τους, όλα τα στάδια διεξαγωγής του ελέγχου και αξιολογήσεως του αποτελέσματος. Περαιτέρω, ειδικές προδιαγραφές ετέθησαν και για την ευαισθησία και ειδικότητα των αυτοδιαγνωστικών μέσων, οι οποίες μνημονεύονται και στα δελτία τύπου του Υπουργείου Υγείας, αλλά και ειδικοί όροι, ώστε να επιτυγχάνεται η μεγαλύτερη δυνατή μείωση των ψευδών θετικών ή αρνητικών αποτελεσμάτων αναλόγως του τρόπου εκδηλώσεως και του σταδίου της λοιμώξεως, οι οποίοι συνίστανται στον επαναλαμβανόμενο έλεγχο – και μάλιστα δύο φορές την εβδομάδα κατά την εισήγηση της επιστημονικής επιτροπής -, ώστε να εντοπίζονται και να απομονώνονται έγκαιρα και σε όσο το δυνατό πρώιμο στάδιο οι φορείς της νόσου, καθώς και στην πρόβλεψη επαναληπτικού ελέγχου σε δημόσια δομή όταν το αποτέλεσμα του αυτοδιαγνωστικού ελέγχου είναι θετικό, προκειμένου να αποφεύγεται, πριν την επιβεβαίωση της νοσήσεως, άσκοπη απομόνωση των μαθητών και των οικείων τους και κλείσιμο των σχολείων. Εξάλλου, όσον αφορά στην αποτελεσματικότητα των αυτοδιαγνωστικών ελέγχων για τον έγκαιρο εντοπισμό των φορέων της νόσου χάρη στην ταχύτατη εξαγωγή του αποτελέσματος και στα οφέλη που δύναται να προκύψουν από την εφαρμογή τους σε σχολεία αλλά και σε άλλες δραστηριότητες – σε συνάρτηση πάντα με τα επιδημιολογικά μεγέθη -, ελήφθησαν υπόψιν τα διαθέσιμα δεδομένα από μελέτες που διενεργήθηκαν στην Αυστρία, το Ηνωμένο Βασίλειο και τις ΗΠΑ, αλλά και η σταδιακή επέκταση της χρήσεώς τους σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες. Όπως δε επισημαίνεται από τους Υπουργούς με τις απόψεις τους, οι οποίες παραπέμπουν στα από 9.4 και 14.4.2021 δελτία τύπου, κατά την πρώτη ημέρα εφαρμογής του μέτρου επιβεβαιώθηκαν κατά τον επαναληπτικό έλεγχο 600 περίπου θετικά αποτελέσματα νοσήσεως από κορωνοϊό SARS-COV-2 και ακολουθήθηκαν οι οδηγίες του ΕΟΔΥ. Και, πάντως, η συστηματική διενέργεια προληπτικών αυτοδιαγνωστικών ελέγχων λειτουργεί συμπληρωματικά και σε καμία περίπτωση δεν υποκαθιστά τη δέσμη των λοιπών μέτρων προλήψεως που ισχύουν ειδικώς για τις εκπαιδευτικές μονάδες (μάσκες, τήρηση αποστάσεων, συστηματικοί αερισμοί και απολυμάνσεις, διαφορετικά διαλείμματα, προσαρμοσμένη λειτουργία κυλικείων, εργαστηρίων κ.λπ. βλ. σχετικώς την ΚΥΑ 69543/2020), ούτε το από 18.5.2021 ειδικό πρωτόκολλο του ΕΟΔΥ για τη διαχείριση των ύποπτων, λόγω συμπτωματολογίας ή επαφής με επιβεβαιωμένο κρούσμα, περιστατικών στις εκπαιδευτικές μονάδες, στο οποίο παραπέμπει η προσβαλλόμενη απόφαση (βλ. προοίμιο με αρ. 23). Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι ελήφθησαν, κατ’ αρχήν, υπόψιν τα διαθέσιμα, κατά τον χρόνο εκδόσεως της προσβαλλόμενης, επιστημονικά δεδομένα ως προς την αποτελεσματικότητα και ασφάλεια των αυτοδιαγνωστικών δοκιμασιών και τέθηκαν ειδικές προϋποθέσεις και προδιαγραφές για την αντιμετώπιση των αδυναμιών τους, όπως αυτές επισημαίνονται στα στοιχεία που επικαλούνται οι αιτούντες. Υπό τους ειδικότερους δε όρους υπό τους οποίους οργανώθηκε από τον κανονιστικό νομοθέτη η συστηματική διενέργεια των προληπτικών αυτοδιαγνωστικών ελέγχων στις σχολικές δομές και εντός των ορίων της αποτελεσματικότητάς τους, κρίθηκε ότι μπορεί να συμβάλει στον προληπτικό εντοπισμό αληθώς θετικών στον ιό ατόμων και στην έγκαιρη απομάκρυνσή τους, προκειμένου να αποτραπεί η εισαγωγή και διασπορά του ιού στη σχολική μονάδα, επί τη βάσει της εισηγήσεως της επιστημονικής επιτροπής, στην οποία εναπόκειται η διαρκής αξιολόγηση των συνεχώς εξελισσόμενων δεδομένων της επιστημονικής έρευνας και η ανάλογη προσαρμογή των μέτρων, λαμβανομένου υπόψιν, σύμφωνα με την αρχή της προφυλάξεως, και του υφιστάμενου βαθμού επιστημονικής αβεβαιότητας σχετικά με τον ιό και τη νόσο, τον οποίο επικαλείται το Δημόσιο με τις απόψεις του. Η κρίση αυτή δεν κλονίζεται από τα στοιχεία που επικαλέστηκαν και προσκόμισαν προαποδεικτικώς οι αιτούντες. Συνεπώς, οι ισχυρισμοί περί αναποτελεσματικότητας και επικινδυνότητας των αυτοδιαγνωστικών μέσων είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι, ως απαράδεκτοι δε κατά το μέρος που πλήττουν την ανέλεγκτη επιστημονική κρίση των αρμοδίων επιτροπών, επί της οποίας ερείδεται η προσβαλλόμενη απόφαση. Επίσης απορριπτέος ως απαράδεκτος είναι και ο ισχυρισμός των αιτούντων ότι τα σχολεία δεν συμβάλλουν στη διασπορά της νόσου, εν όψει των εκτιθέμενων αντίθετων επιστημονικών παραδοχών της Επιτροπής Αντιμετωπίσεως Εκτάκτων Συμβάντων Δημόσιας Υγείας από Λοιμογόνους Παράγοντες. Κατόπιν τούτων, το επίμαχο μέτρο δεν παρίσταται προδήλως ακατάλληλο ούτε δυσανάλογο σε σχέση με τον επιδιωκόμενο σκοπό, η δε ψυχική πίεση και ταλαιπωρία των παιδιών λόγω της συνεχούς υποβολής τους σε αυτοδιαγνωστικό έλεγχο μπορεί ευχερώς να αντιμετωπισθεί με την κατάλληλη ενημέρωσή τους από τους γονείς τους και τους εκπαιδευτικούς ως προς το όφελος που το προσωρινό αυτό μέτρο έχει για την προστασία της ζωής και της υγείας των οικείων τους, των συμμαθητών τους, και των ευπαθών ομάδων του πληθυσμού εν γένει.

ε) Η επιβολή του αυτοδιαγνωστικού ελέγχου συνιστά παραβίαση του άρθρου 24 παρ. 1 Σ περί προστασίας του περιβάλλοντος, καθώς δεν αναφέρονται οι λόγοι για τους οποίους δεν πρέπει να γίνεται ανεξέλεγκτη διάθεσή τους στο περιβάλλον, συνιστάμενοι στην ύπαρξη ουσίας στο διάλυμα που, κατά τους ισχυρισμούς των αιτούντων, χαρακτηρίζεται ως προκαλούσα πολύ μεγάλη ανησυχία, διότι είναι μεταλλαξιογόνος, τοξική και καρκινογόνος.

Επί του θέματος αυτού, το ΣτΕ απεφάνθη ότι ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος, διότι δεν αποδίδει πλημμέλεια στην προσβαλλόμενη απόφαση, αλλά στο στάδιο εφαρμογής της λόγω της ανεπαρκούς, κατά του αιτούντες, ενημερώσεως των χρηστών από φυλλάδιο χρήσεως αυτοδιαγνωστικού μέσου και από τις οδηγίες του αρμόδιου Υπουργείου (Περιβάλλοντος και Ενέργειας) σχετικά με τον τρόπο διαχειρίσεως των εν λόγω αποβλήτων, του οποίου η συμβατότητα με τις απαιτήσεις της νομοθεσίας περί διαχειρίσεως των αποβλήτων δεν αμφισβητείται, πάντως, κατά τρόπο ορισμένο. Τούτο ανεξαρτήτως του ότι εν προκειμένω τα φυλλάδια χρήσεως που επικαλούνται περιέχουν ειδικές προειδοποιήσεις και οδηγίες ότι το προϊόν είναι «επιβλαβές για τους υδρόβιους οργανισμούς με μακροχρόνιες επιπτώσεις», ότι πρέπει «να αποφεύγεται η ελευθέρωση στο περιβάλλον», ότι δεν επιτρέπεται «να καταλήξει στο περιβάλλον, στην αποχέτευση ή σε επιφανειακά ύδατα» και ότι «η διάθεση όλων των απορριμμάτων πρέπει να γίνεται με τις τοπικές οδηγίες», οι οδηγίες δε αυτές είναι σαφέστατες και κατανοητές και από τον απλό χρήστη, ο οποίος επιδεικνύοντας τη στοιχειώδη επιμέλεια θα διαβάσει όλες τις σελίδες του φυλλαδίου χρήσεως ιατροτεχνολογικού προϊόντος που για πρώτη φορά χρησιμοποιεί. Οι δε ειδικές οδηγίες της Γενικής Γραμματείας Συντονισμού Διαχειρίσεως Αποβλήτων του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας για την ορθή διαχείριση των αποβλήτων από τη χρήση των αυτοδιαγνωστικών οδηγιών, αναλόγως του εάν το δείγμα είναι αρνητικό ή θετικό, είναι ανηρτημένες και προσβάσιμες στην ηλεκτρονική πλατφόρμα (self-testing.gov.gr), την οποία όλοι οι υπόχρεοι επισκέπτονται για τη δήλωση του αποτελέσματος του ελέγχου και την εξαγωγή της σχολικής κάρτας.

στ) Η κύρωση της περικοπής των αποδοχών που προβλέπεται στο άρθρο 4 της προσβαλλόμενης αποφάσεως, σε περίπτωση μη διενέργειας του υποχρεωτικού αυτοδιαγνωστικού ελέγχου εκ μέρους των εκπαιδευτικών, παραβιάζει το άρθρο 5 Σ και τις αρχές της ισότητας και της αναλογικότητας.

Επί του θέματος αυτού, το ΣτΕ απεφάνθη ότι ο λόγος αυτός προβάλλεται απαραδέκτως πρώτον με υπόμνημα, διότι συνιστά αυτοτελή λόγο ακυρώσεως, ο οποίος θα έπρεπε να έχει προβληθεί είτε με το εισαγωγικό δικόγραφο είτε με δικόγραφο προσθέτων λόγων.

ζ) Καθ’ ο μέρος αφορά στους εκπαιδευτικούς το επίμαχο μέτρο έχει τεθεί καθ’ υπέρβαση της εξουσιοδοτικής διατάξεως του άρθρου 96 του ν. 4790/2021, το οποίο καταλαμβάνει μόνο τους μαθητές.

Επί του θέματος αυτού, το ΣτΕ απεφάνθη ότι ο λόγος αυτός είναι απορριπτέος ως αβάσιμος, διότι όσον αφορά τους εκπαιδευτικούς η προσβαλλόμενη απόφαση στηρίζεται στην ειδική εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 46 του ν. 4790/2021.

ΙV. Παρατηρήσεις

To Δικαστήριο στηρίζει την απόφασή του σε επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος που έγκεινται στην προστασία της δημόσιας υγείας. Καθοριστικής σημασίας είναι, όμως, και η συνέχιση της εκπαιδεύσεως υπό συνθήκες συνάδουσες με την προστασία της δημόσιας υγείας. Κατά το Ανώτατο Ακυρωτικό Δικαστήριο, τα υγειονομικά μέτρα που ελήφθησαν και εισήχθησαν με την προσβαλλόμενη υπουργική απόφαση αποβλέπουν «στην αντιμετώπιση επιτακτικών λόγων δημοσίας υγείας, κατ΄ εκτίμηση των επιδημιολογικών και υγειονομικών δεδομένων, αλλά και των συμφερόντων των παιδιών, κατόπιν των εισηγήσεων επιτροπών από ειδικούς, κατά την επιστημονική κρίση των οποίων ο υποχρεωτικός διαγνωστικός έλεγχος αποτελεί προληπτικό μέτρο, πρόσφορο και αναγκαίο, σε συνδυασμό με τα ήδη υφιστάμενα μέτρα δημόσιας υγείας για τη δημιουργία μέγιστων όρων ασφαλείας κατά τη δια ζώσης επαναλειτουργία των εκπαιδευτικών μονάδων σε συνθήκες πανδημίας». Έμφαση αποδίδεται στο γεγονός ότι ο νομοθέτης έλαβε σειρά μέτρων προλήψεως περιορισμού της μεταδόσεως της πανδημίας, τα οποία «εντάσσονται στην δημόσια πολιτική υγείας για την αντιμετώπιση της πανδημίας και ενισχύουν την υφιστάμενη διαγνωστική στρατηγική, έτσι ώστε να καταστεί δυνατή η σταδιακή άρση των σοβαρότατων περιορισμών που ίσχυσαν κατά τη διάρκεια του τρίτου κύματος της πανδημίας και για την αποκατάσταση της κοινωνικοοικονομικής ζωής της χώρας υπό συνθήκες ασφαλείας και μείζονος επιδημιολογικής επαγρύπνησης, εν όψει των εξάρσεων της νόσου, των συνεχών μεταλλάξεων του ιού και του περιορισμένου ποσοστού εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού».

Στο σημείο αυτό σκόπιμο κρίνεται να συζητηθούν τα εξής ζητήματα:

Α) Το ζήτημα της υποχρεωτικότητας της αυτοδιαγνωστικής εξετάσεως για την είσοδο στο σχολείο

Ερώτημα ανακύπτει εάν η υποχρεωτικότητα της αυτοδιαγνωστικής εξετάσεως για την είσοδο στο σχολείο συνάδει αφενός με το δικαίωμα στην εκπαίδευση κατά το άρθρο 16 Σ και αφετέρου με την ελεύθερη αυτοδιάθεση του ατόμου κατά το άρθρο 5 παρ. 1 σε συνδυασμό με το άρθρο 2 παρ. 1 Σ.

To άρθρο 16 παρ. 2 Σ διακηρύσσει ότι η παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του κράτους. Από το άρθρο 16 παρ. 4 Σ προκύπτει το δικαίωμα στη δωρεάν γενική εκπαίδευση. Η υποχρέωση αυτή αντιστοιχεί στο κοινωνικό δικαίωμα των μαθητών για παροχή δωρεάν εκπαιδεύσεως, το οποίο συμβαδίζει με το δικαίωμα στην ελευθερία εκπαιδεύσεως.[3] Η υποχρέωση αυτοδιαγνωστικής εξετάσεως συνιστά μεν περιορισμό του συνταγματικού δικαιώματος στην εκπαίδευση, δικαιολογημένο, όμως, χάριν της προστασίας της δημόσιας υγείας. Σε μία φυσιολογική περίοδο, εάν κάποιο παιδί είναι άρρωστο, είναι αναλογικό να στέλνεται στο σπίτι του όχι μόνο για να αυτοπροστατευθεί, αλλά και για να προστατεύσει τους άλλους από τη μετάδοση μιας γρίπης. Ο μαθητής θα χάσει το μάθημα, αλλά ο περιορισμός αυτός κρίνεται θεμιτός. Ο έλεγχος σε περίοδο πανδημίας είναι αναλογικό να είναι διεξοδικότερος και να συμβαδίζει με τα τρέχοντα επιστημονικά δεδομένα. Ξεκίνησε με έλεγχο θερμοκρασίας, ο οποίος δεν ήταν απολύτως αποτελεσματικώς, και μετά από την κυκλοφορία του εύχρηστου αυτοδιαγνωστικού ελέγχου, κρίθηκε ο αυτοδιαγνωστικός έλεγχος αποτελεσματικότερος. Θα μπορούσε μάλιστα να υποστηριχθεί ότι ο αυτοδιαγνωστικός έλεγχος δεν περιορίζει το δικαίωμα στην εκπαίδευση, αλλά το ενισχύει, διότι μέσω αυτού (καθώς και άλλων προφυλακτικών μέτρων) μπορεί να συνεχισθεί απρόσκοπτα η εκπαιδευτική διαδικασία και τα παιδιά να επιστρέψουν στο φυσικό τους περιβάλλον μετά από μια μακρά περίοδο ψυχικής ταλαιπωρίας. Στο επιχείρημα αυτό συντείνει το γεγονός ότι η αυτοδιαγνωστική εξέταση παρέχεται δωρεάν στους μαθητές∙ ως εκ τούτου, δεν διασαλεύεται ο δωρεάν χαρακτήρας της εκπαιδεύσεως.

To δικαίωμα αυτοδιαθέσεως του ατόμου[4] αποτελεί απόρροια του δικαιώματος αναπτύξεως της προσωπικότητας, όπως αυτό κατοχυρώνεται στο άρθρο 5 παρ. 1 Σ, σε συνδυασμό με την προστασία της ανθρώπινης αξίας (άρθρο 2 παρ 1 Σ) και την απαγόρευση σωματικής κακώσεως (άρθρο 7 παρ. 2 Σ). Αυτοδιάθεση του σώματος σημαίνει ότι ορίζω- αυτοδιοικώ το σώμα μου και δεν επιτρέπω ακούσιες επεμβάσεις σε αυτό. Πρόκειται για την ελευθερία του ατόμου να δρα αδέσμευτο και να διαμορφώνει αυτοβούλως την προσωπικότητά του.[5] Εν προκειμένω, η ανάπτυξη της προσωπικότητας σημαίνει προπάντων αυτοδιάθεση, δηλαδή το δικαίωμα και συνάμα την ελευθερία κάθε ανθρώπου να διαμορφώνει τη ζωή του σύμφωνα με τις κλίσεις, τις ικανότητες, τα ενδιαφέροντα και τις κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις του, χωρίς να είναι επιτρεπτή οποιαδήποτε επέμβαση των οργάνων του κράτους που να οδηγεί στη δημιουργία ενός ενιαίου τύπου προσωπικότητας και κατ’ επέκταση στην «αποπροσωποποίηση» του ανθρώπου.[6] Υπ’ αυτή την έννοια, υπό κανονικές συνθήκες δεν επιτρέπεται επέμβαση στο σώμα του ατόμου χωρίς τη συγκατάθεσή του.

Σημειώνεται, πάντως, ότι η σύγχρονη έννοια της προσωπικότητας αναφέρεται στον άνθρωπο που είναι ενταγμένος στο κοινωνικό γίγνεσθαι και η δραστηριότητά του καθορίζεται και σε σχέση με την προσωπικότητα και τα συμφέροντα των άλλων ανθρώπων.[7] Ως εκ τούτου, δεν νοείται η ανάπτυξη της προσωπικότητας του ατόμου κατά τρόπο επιβλαβή για τους άλλους, δηλαδή δεν νοείται να βήχει κάποιος πάνω στους άλλους ως έκφραση της προσωπικότητάς του. H απεριόριστη κατοχύρωση της αναπτύξεως της προσωπικότητας θα μπορούσε να καταλήξει στην αναρχία και την αυθαιρεσία.[8] Παρότι, λοιπόν, η διατύπωση του άρθρου 5 παρ. 1 Σ περί δικαιώματος αναπτύξεως της προσωπικότητας παραπέμπει στην κατοχύρωση της ιδιωτικής αυτονομίας της βουλήσεως, είναι σαφές ότι αυτή συνήθως εντάσσεται σε κάποιους περιορισμούς, όπως αυτοί ορίζονται από τον νομοθέτη μέσω των γενικών και αόριστων ρητρών (προστασία χρηστών ηθών), της συνταγματικής νομιμότητας ή της ad hoc υπεροχής κάποιων συνταγματικών διατάξεων που προσδιορίζουν αντικειμενικά την πράξη αυτοδιαθέσεως.[9] Κλασικό παράδειγμα είναι η υποχρέωση του κράτους να μεριμνά για την υγεία των πολιτών, βάσει του άρθρου 21 παρ. 3 Σ.[10]

Χαρακτηριστικές περιπτώσεις στις οποίες θεμιτώς περιορίζεται το δικαίωμα αυτοδιαθέσεως είναι, μεταξύ άλλων, η υποχρέωση στρατεύσεως, η καταδίκη σε φυλάκιση, οι συνεχείς ιατρικοί έλεγχοι στους οποίους υποβάλλονται οι γυναίκες που ασκούν πορνεία χάριν της προστασίας της δημόσιας υγείας,[11] αλλά και η προβλεπόμενη απαγόρευση, για ορισμένο διάστημα, δημοσίων συναθροίσεων ή ιδιωτικών συγκεντρώσεων για επιτακτικούς λόγους δημοσίου συμφέροντος (π.χ. στην περίπτωση μη εξαπλώσεως της πανδημίας).[12]

Εκ πρώτης όψεως, θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι η υποχρεωτική αυτοδιαγνωστική εξέταση παραβιάζει την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας (άρθρο 5 παρ. 1 Σ), με την αιτιολογία ότι η ακούσια αυτή πράξη θίγει την ελευθερία και την αυτονομία του ατόμου, τη σωματική του ακεραιότητα (άρθρο 7 παρ. 2 Σ), καθώς και την αξία του (άρθρο 2 παρ. 1 Σ). Το επιχείρημα αυτό αντικρούεται δυνάμει γενικής ρήτρας περιορισμού της ελευθερίας αναπτύξεως της προσωπικότητας προς όφελος των δικαιωμάτων τρίτων, που περιλαμβάνει το άρθρο 5 παρ. 1 Σ («εφόσον δεν προσβάλλει τα δικαιώματα των άλλων»), σε συνδυασμό με την ερμηνευτική δήλωση του ίδιου άρθρου, δεδομένου ότι στην περίπτωση της αυτοδιαγνωστικής εξετάσεως προς αντιμετώπιση μεταδοτικής ασθένειας, πολλώ μάλλον πανδημίας, η μη εξέταση των εκπαιδευτικών και μαθητών θέτει ευθέως σε κίνδυνο τη ζωή, τη σωματική ακεραιότητα και την υγεία των υπολοίπων μαθητών και εκπαιδευτικών.[13] Στο θέμα αυτό συντείνει το γεγονός ότι η αυτοδιαγνωστική εξέταση δεν διεξάγεται μετά βίας. Η άρνησή της δεν οδηγεί σε καταναγκασμό, επιφέρει όμως δυσμενείς συνέπειες, όταν διακυβεύεται η προστασία της υγείας των άλλων.[14] 

Β) Το ζήτημα της προσβάσεως στη γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας της Δημόσιας Υγείας

Η αρχή της φανερής δράσεως της διοικήσεως επιτάσσει μια διαφανή δημόσια διοίκηση στην οποία όλα τα δημόσια έγγραφα είναι καταρχήν προσβάσιμα στο κοινό. Η διαφάνεια αποτελεί έννοια που δεν είναι εύκολο να προσδιοριστεί επακριβώς. Xαρακτηριστική είναι η έκφραση του Κωνσταντίνου Γιαννακόπουλου περί αδιαφανούς έννοιας της διαφάνειας.[15] Αναφορικά με τη διαφάνεια της κρατικής δράσεως χρησιμοποιούνται οι όροι δημοσιότητα, φανερή δράση και άνοιγμα (openness). Mε διαφορετική διατύπωση, η διαφάνεια συνίσταται στη δημοσιοποίηση των ενεργειών και αποφάσεων της κρατικής δράσεως και αφετέρου των δεδομένων, στα οποία στηρίχθηκε η λήψη μίας συγκεκριμένης αποφάσεως. Ως εκ τούτου, ένα διαφανές κράτος πρέπει να δημοσιοποιεί όχι μόνο τις αποφάσεις του, αλλά και τους λόγους για τους οποίους έλαβε συγκεκριμένες αποφάσεις σε δεδομένη χρονική στιγμή.

 Η κυριότερη συνταγματική βάση της αρχής της διαφάνειας προκύπτει από την ίδια δημοκρατική αρχή του πολιτεύματος στο άρθρο 1 Σ. Στη σύγχρονη αντίληψη της δημοκρατίας ως συμμετοχικής δημοκρατίας ή ως δημοκρατίας κοινωνίας των πολιτών ο πολίτης συμμετέχει διαρκώς στη διαμόρφωση της κρατικής βουλήσεως και για τη συμμετοχή αυτή είναι απαραίτητη η διαφάνεια της δράσεως της διοικήσεως, έτσι ώστε  να είναι σε θέση ανά πάσα στιγμή να την ελέγξει.[16] Όπως τονίζει το Συμβούλιο της Επικρατείας[17], όσο μεγαλύτερη είναι η διαφάνεια στη λήψη αποφάσεων των κρατικών οργάνων, τόσο περισσότερο απομακρύνεται ο κίνδυνος λήψεως των κρατικών αποφάσεων με αθέμιτα μέσα. Εκτός από τη δημοκρατική αρχή η διαφάνεια κατοχυρώνεται και στην αρχή του κράτους δικαίου στο άρθρο 25 παρ. 1 εδ. α΄ Σ, υπό την έννοια ότι η νομιμότητα της διοικήσεως εξασφαλίζεται περισσότερο υπό συνθήκες διαφάνειας για δύο βασικούς λόγους. Πρώτον, διότι  εάν κρατικός λειτουργός γνωρίζει ότι η ενδεχόμενη παρανομία του θα αποκαλυφθεί, δύσκολα θα προβεί σε αυτή. Δεύτερον, ακόμα και αν προβεί ο κρατικός λειτουργός σε παρανομία, μέσω της εύκολης αποκαλύψεώς της καθίσταται ευχερής η αποκατάσταση της νομιμότητας.[18] Το δικαίωμα αυτό συνιστά θεμέλιο της σύγχρονης έννοιας του κράτους δικαίου και της αρχής της νομιμότητας της διοικητικής δράσεως, όπως αυτή κατοχυρώνεται στο άρθρο 25 παρ. 1 Σ.[19]

Περαιτέρω συστατικό στοιχείο της αρχής της διαφάνειας είναι το δικαίωμα πληροφορήσεως, που κατοχυρώνεται στο άρθρο 5Α Σ. Το αναθεωρημένο το έτος 2001 Σύνταγμα προσέθεσε το άρθρο 5Α, το οποίο κατοχυρώνει το δικαίωμα στην πληροφόρηση (παρ. 1) καθώς επίσης και το δικαίωμα συμμετοχής στην κοινωνία της πληροφορίας (παρ. 2), το οποίο προέκυψε από τις σύγχρονες τεχνολογίες πληροφορικής και επικοινωνιών που παρέχουν νέες δυνατότητες συλλογής, επεξεργασίας και μεταφοράς πληροφοριών.[20] Το δικαίωμα της συμμετοχής στην κοινωνία της πληροφορίας, δεν συνιστά ένα νέο δικαίωμα, αλλά μία νέα πανηγυρική διατύπωση ενός προϋπάρχοντος της συνταγματικής αναθεωρήσεως δικαιώματος, μία προσπάθεια δικτυώσεως της ελληνικής έννομης τάξεως με την κοινωνία της πληροφορίας.[21] Πρόκειται δηλαδή για μία νέα διατύπωση, που τονίζει το αγαθό της πληροφορίας ως πολυποίκιλου αγαθού, που διακρίνεται από την παραδοσιακή πληροφόρηση, η οποία απλώς υπηρετεί την ελευθερία της σκέψεως και της εκφράσεως.[22] 

Απόρροια του δικαιώματος πληροφορήσεως είναι το δικαίωμα προσβάσεως σε πληροφορίες του δημοσίου τομέα, το οποίο εκτός από το άρθρο 5Α  Σ κατοχυρώνεται και στο άρθρο 10 παρ. 3 Σ, αναφορικά με την υποχρέωση της αρμόδιας υπηρεσίας να απαντά στα αιτήματα για παροχή πληροφοριών και χορήγηση εγγράφων. Από το δικαίωμα προσβάσεως στα διοικητικά έγγραφα δεν συνεπάγεται αξίωση προσβάσεως σε όλες τις πηγές των πληροφοριών, αλλά μόνο στις γενικά προσιτές πηγές, δηλαδή δημόσιες και ιδιωτικές πηγές που απευθύνονται στο κοινό.[23] Ακόμα και αν ο όρος διαφάνεια δεν αναφέρεται ρητά στην εν λόγω συνταγματική διάταξη, είναι γεγονός ότι μία διοίκηση που δεν αποκαλύπτει τα έγγραφά της, δεν μπορεί να χαρακτηρισθεί ως διαφανής και πολύ περισσότερο δημοκρατική διοίκηση.

Ερώτημα ανακύπτει εάν η αρχή της διαφάνειας επιτάσσει τη δυνατότητα ελεύθερης προσβάσεως στην πλήρη γνώμη της Εθνικής Επιτροπής Προστασίας της Δημόσιας Υγείας, αναφορικά με τη λήψη των απαιτουμένων μέτρων για την προστασία δημόσιας υγείας. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να τονισθεί η φύση της Επιτροπής ως γνωμοδοτικού-επιστημονικού και όχι αποφασιστικού οργάνου. Επομένως, τα πρακτικά των συνεδριάσεων, με τις όποιες συζητήσεις, δεν κρίνεται σκόπιμο να δημοσιοποιούνται, αλλά μόνον η τελική γνώμη της Επιτροπής, η οποία πρέπει να είναι αναλυτική, να αναφέρει και να εμπεριέχει και το αιτιολογικό της τελικής κρίσεως. Σε αυτό το σημείο δεν πρέπει να παραγνωρίζεται ότι οι αποκλίνουσες απόψεις ενδέχεται να προκαλέσουν δυσπιστία, αλλά και πανικό στους πολίτες, αναφορικά με την ανάγκη επιβολής συγκεκριμένου μέτρου. Ελλοχεύει ο κίνδυνος η πολυφωνία να οδηγήσει σε κακοφωνία. Αυτό, βέβαια, συμβαίνει ούτως ή άλλως με την πληθώρα ιατρών που εκφράζει καθημερινά στα μέσα μαζικής ενημερώσεως διαφορετικές απόψεις. Η πολυφωνία δεν μπορεί να καταπνιγεί ούτε να αποφευχθεί∙ ωστόσο, σε μια περίοδο πανδημίας, όλοι οφείλουν να έχουν επίγνωση της ατομικής τους ευθύνης για την καταπολέμησή της μεταδόσεως του ιού και τη μη πρόκληση πανικού. Δεν μπορούμε, όμως, να εξοβελίζουμε την αντίθετη θέση. Στο σημείο αυτό σκόπιμο κρίνεται να διερευνηθεί το παράδειγμα της αντίστοιχης επιτροπής σεισμολόγων. Αν η εν λόγω επιτροπή αποφασίσει κατά πλειοψηφία να μην εγκαταλειφθεί μια περιοχή λόγω επικείμενου σεισμού, ο πληθυσμός θα πανικοβληθεί άσκοπα εάν διαβάσει τη γνώμη της μειοψηφίας. Ενδέχεται να καταλύσει η οικονομία ή να καταρρεύσει ψυχολογικά ο πληθυσμός ασκόπως. Είναι γεγονός ότι οι ειδικοί μπορούν να διαχειρισθούν εξειδικευμένες γνώσεις ευχερέστερα από τον απλό πολίτη. Περαιτέρω, δεν πρέπει να διαλάθει της προσοχής μας ότι εάν οι συμμετέχοντες επιστήμονες γνωρίζουν ότι λαμβάνει χώρα καταγραφή των πρακτικών, θα είναι πολύ πιο διστακτικοί να εκφράσουν ελευθέρως τις απόψεις τους, να συγκλίνουν με άλλες ή να διαφωνήσουν. Σε κάθε περίπτωση, τονίζεται, πάντως, ότι επιτάσσεται η πρόσβαση του διοικουμένου στη γνώμη της Επιτροπής κατόπιν αιτήσεώς του εφόσον είναι απαραίτητη για την προστασία των εννόμων συμφερόντων του, σύμφωνα με την κείμενη νομοθεσία. Και αυτή η δυνατότητα είναι εκείνη που διασφαλίζει την αρχή της διαφάνειας της διοικητικής δράσεως.

Γ) Έχουν δικαίωμα οι μαθητές και εκπαιδευτικοί να αρνηθούν την αυτοδιαγνωστική εξέταση;

Ένα φλέγον ζήτημα είναι εάν οι μαθητές και εκπαιδευτικοί μπορούν να αρνηθούν την αυτοδιαγνωστική εξέταση και να προσέλθουν δίχως εξέταση στο σχολείο. Δηλαδή πέραν της διατυπώσεως της όποιας θεμιτής κριτικής έχουν το δικαίωμα να προβούν και σε άρνηση συμμορφώσεως με συγκεκριμένη κρατική επιταγή; Κατά τον Κant, σε μία δημοκρατική κοινωνία η έννομη τάξη αποτελεί αξία καθεαυτήν. «Δεν μπορεί να υπάρξει δικαιολογημένη αντίσταση από την πλευρά του λαού προς τη νομοθετική αρχή του κράτους. Ένα κράτος δικαίου είναι δυνατό μόνον διά της υποταγής στην καθολική νομοθετική βούλησή του […]. Ο λόγος για τον οποίο αποτελεί καθήκον του λαού να ανέχεται ακόμη και ό,τι φαίνεται ως η πλέον αβάστακτη κατάχρηση της ανώτατης εξουσίας είναι ότι είναι αδύνατον να νοηθεί ποτέ η αντίστασή του στην ανώτατη νομοθετική αρχή ως κάτι διαφορετικό από παρανομία και υπεύθυνο για την ακύρωση όλου του νομικού οικοδομήματος».[24] Είναι προφανώς αντιφατικό, σύμφωνα με τον Kant, να προβλέπει η ίδια η έννομη τάξη τη δυνατότητα αντιστάσεως στις επιταγές της, διότι τότε αυτοαναιρείται ως υπέρτατη αρχή.   Ο συλλογισμός αυτός έχει βάση μόνον στην περίπτωση που η έννομη τάξη έχει δημοκρατική νομιμοποίηση.[25] Σε ένα τυραννικό καθεστώς, στο οποίο οι πολίτες αποκλείονται από τη νομοθετική διαδικασία, δεν τίθεται θέμα υποχρεώσεως υπακοής σε μία ετερόνομη έννομη τάξη και ο καθένας έχει δικαίωμα αντιστάσεως, αλλά και εξεγέρσεως.[26] Σε ένα δημοκρατικό, όμως, καθεστώς, μπορεί κάποιος να εκφράζει τη δυσαρέσκειά του, να διατυπώνει με παρρησία τη γνώμη του, αλλά δεν δικαιούται να μην υπακούει, ιδίως όταν ο νόμος αφορά σε ένα θεμελιώδες για τη δημόσια υγεία αγαθό. Εν τοις πράγμασι, μάλιστα δεν πρόκειται για διαπάλη του φυσικού με το θετό δίκαιο. Η μη τήρηση κανόνων υγιεινής δεν σχετίζεται με το φυσικό δίκαιο. Οι αρνητές της εξετάσεως δεν συμφωνούν με κάποια νομοθετική διάταξη, η οποία στηρίζεται σε ερευνητικά δεδομένά. Ας μη διαλάθει της προσοχής μας ότι με την ίδια λογική θα μπορούσαν να μη συμφωνούν με τη χρήση της μάσκας από ιατρούς στο χειρουργείο, με τη χρήση γαντιών από τους αρτοποιούς σε περίοδο πανδημίας, με τη χρήση προστατευτικού εξοπλισμού για την είσοδο επισκέπτη σε μονάδα εντατικής θεραπείας κ.ο.κ.. Δεν προβάλλουν ότι η εξέταση συνιστά δυσμενή διάκριση σε βάρος κατωτέρων κοινωνικών στρωμάτων. Προβάλλουν μια διαφωνία τους με ένα επιστημονικό πόρισμα. Εν προκειμένω, οι επιστήμονες οφείλουν το πρώτον με τεκμηριωμένα επιχειρήματα να πείσουν με κάθε τρόπο τον κόσμο. Εάν, όμως, κάποιος επιθυμεί να προσέλθει στο σχολείο χωρίς εξέταση δικαιολογημένα υφίσταται τις νόμιμες κυρώσεις απαγορεύσεως εισόδου σε συγκεκριμένο χώρο. Δικαιολογημένα δεν θα γίνει δεκτός ο μαθητής και ο εκπαιδευτικός στην τάξη. Δεν μπορεί να αντιτάξει την επιστημονική του διαφωνία.[27]

V. Aντί επιλόγου

Το Συμβούλιο της Επικρατείας με στέρεα συνταγματικά επιχειρήματα απέρριψε την αίτηση αναστολής και ακυρώσεως των αποφάσεων περί υποχρεωτικής αυτοδιαγνωστικής εξετάσεως για την είσοδο στο σχολείο. Οι αναλυθείσες αποφάσεις αποδεικνύουν ότι σε περίοδο πανδημίας η εκπαίδευση επιτάσσεται να συνεχίζεται με τη συνδρομή της επιστήμης χωρίς να τίθεται σε διακινδύνευση το αγαθό της δημόσιας υγείας.

Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή*
Επίκ. Καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου
Δ.Ν. (Humboldt), Μ.Δ.Ε. (Ε.Κ.Π.Α.), Μ.P.H. (Harvard)


Υποσημειώσεις:

* Θερμές ευχαριστίες εκφράζονται στον Πάνο Λαζαράτο, Καθηγητή Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ, και τον Γιώργο Γιαννόπουλο, Αναπλ. Καθηγητή Νομικής Σχολής ΕΚΠΑ, για τον πολύ εποικοδομητικό διάλογο μαζί τους.

[1] Βλ. Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή, Περί της υποχρεωτικότητας του εμβολιασμού σε περίοδο πανδημίας: Μια ηθικο-συνταγματική θεώρηση, epoliteia, Kέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου, Ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου, Αθήνα 2021, διαθέσιμο σε: https://www.epoliteia.gr/e-books/2021/11/02/peri-ths-ypoxrewtikothtas-tou-emvoliasmou-se-periodo-pandhmias-mia-hthiko-syntagmatiki-thewrhsh/, σ. 46.

[2] Βλ. σχετ. Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή, Βιντεοσκόπηση σχολικών μαθημάτων σε περίοδο πανδημίας, Syntagma Watch, 7.5.2020, διαθέσιμο σε: https://www.syntagmawatch.gr/trending-issues/videoskopisi-sxolikon-mathimaton-se-periodo-pandimias/.

[3] Βλ. Δημήτρη Σαραφιανό, Ερμηνεία Άρθρου 16 Σ, σε: Φίλιππο Σπυρόπουλο/Ξενοφώντα Ι. Κοντιάδη/Χαράλαμπο Ανθόπουλο/Γιώργο Γεραπετρίτη (επιμ.), Σύνταγμα, Κατ’ άρθρο ερμηνεία, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2017, σ. 380 επ. (389).

[4] Βλ. Fereniki Panagopoulou-Koutnatzi, Die Selbstbestimmung des Patienten, Eine Untersuchung aus verfassungsrectlicher Sicht, σ. 26 επ.

[5] Πρβλ. Πέτρο Παραρά, Υποχρεωτικός ο εμβολιασμός, Syntagma Watch, 9.4.2021, διαθέσιμο σε: https://www.syntagmawatch.gr/trending-issues/ypoxrewtikos-o-emvoliasmos/.

[6] Βλ. Αθανάσιο Ράικο, Συνταγματικό Δίκαιο, Θεμελιώδη Δικαιώματα, 5η έκδοση, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2018, σ. 264 επ.

[7] Βλ. Μιχάλη Πικραμένο, Τι σημαίνει ότι μπορώ να αναπτύξω ελεύθερα την προσωπικότητά μου; Syntagma Watch, 12.5.2020, διαθέσιμο σε: https://www.syntagmawatch.gr/my-constitution/ti-simainei-oti-boro-na-anaptyxo-elefthera-tin-prosopikotita-mou/.

[8] Βλ. Κώστα Χ. Χρυσόγονο/Σπύρο Β. Βλαχόπουλο, Ατομικά και Κοινωνικά Δικαιώματα, 4η αναθεωρημένη έκδοση, Εκδόσεις Νομική Βιβλιοθήκη, Αθήνα 2017,  σ. 214.

[9] Βλ. Γιώργο Καραβοκύρη, Ερμηνεία άρθρου 5 παρ. 1 Σ, σε: Φίλιππο Σπυρόπουλο/ Ξενοφώντα Ι. Κοντιάδη/ Χαράλαμπο Ανθόπουλο/Γιώργο Γεραπετρίτη (επιμ.), Σύνταγμα, Κατ’ άρθρο ερμηνεία, Εκδόσεις Σάκκουλα, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2017, σ. 82 επ. (90).

[10] Πρβλ. Γιώργο Δελλή, Υποχρεωτικός εμβολιασμός, δικαιώματα και λογική, Καθημερινή, 18.7.2021, διαθέσιμο σε: https://www.kathimerini.gr/opinion/561437983/ypochreotikos-emvoliasmos-dikaiomata-kai-logiki/?fbclid=IwAR0RsGI0aSsds9KNULnEAwjdUDy3B4g7eS1uWwjbRNELXr4f7xbWZ9k1_1w.

[11] Bλ. ΣτΕ 2276/2008.

[12] Πρβλ. Πέτρο Παραρά, Υποχρεωτικός ο εμβολιασμός, Syntagma Watch, 9.4.2021, διαθέσιμο σε: https://www.syntagmawatch.gr/trending-issues/ypoxrewtikos-o-emvoliasmos/.

[13] Πρβλ. Απόστολο Βλαχογιάννη, Υποχρεωτικός εμβολιασμός και COVID-19, Constitutionalism, 3.12.2020, διαθέσιμο σε: https://www.constitutionalism.gr/2020-12-vlahoyannis-emvoliasmos/.

[14] Βλ. Αλκμήνη Φωτιάδου, Η συνταγματικότητα των self-tests για τους μαθητές, 16.4.2021, Syntagma Watch, διαθέσιμο σε: https://www.syntagmawatch.gr/trending-issues/h-syntagmatikothta-twn-self-tests-gia-tous-mathites/.

[15] Βλ. Κωνσταντίνο Θ. Γιαννακόπουλο, Η αδιαφάνεια που απαιτεί ο αποτελεσματικός ανταγωνισμός στο κοινοτικό δίκαιο των δημοσίων συμβάσεων, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2003, σ. 25.

[16] Βλ. Σπυρίδωνα Β. Βλαχόπουλο, Διαφάνεια της κρατικής δράσης & Προστασία προσωπικών δεδομένων. Τα όρια μεταξύ αποκάλυψης και απόκρυψης στην εκτελεστική εξουσία, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2007, σ. 79.

[17] Βλ. ΣτΕ 3242/2004, ΝοΒ 2005, σ. 1878 (1883).

[18] Βλ. Σπυρίδωνα Β. Βλαχόπουλο, Διαφάνεια της κρατικής δράσης & Προστασία προσωπικών δεδομένων. Τα όρια μεταξύ αποκάλυψης και απόκρυψης στην εκτελεστική εξουσία, Εκδόσεις Αντ. Ν. Σάκκουλα, Αθήνα-Κομοτηνή 2007, σ. 43.

[19] Σύμφωνα με το άρθρο 25 παρ. 1 Σ, «Τα δικαιώματα του ανθρώπου ως ατόμου και ως μέλους του κοινωνικού συνόλου και η αρχή του κοινωνικού κράτους δικαίου τελούν υπό την εγγύηση του Κράτους.» Για το δικαίωμα προσβάσεως σε διοικητικά έγγραφα βλ. διεξοδ. Γρηγόριο Γ. Λαζαράκο, Το δικαίωμα πρόσβασης στη δημόσια πληροφορία, Ανοιχτή Διοίκηση & Κοινωνία της Πληροφορίας, Αθήνα 2006, σ. 55 επ.

[20] Βλ. Γρηγόριο Γ. Λαζαράκο, Το δικαίωμα πρόσβασης στη δημόσια πληροφορία, Ανοιχτή Διοίκηση & Κοινωνία της Πληροφορίας, Αθήνα 2006, σ. 60 επ.

[21] Βλ. Τάκη Βιδάλη/Λίλιαν Μήτρου/ Ανδρέα Τάκη, Συνταγματική Πρόσληψη των τεχνολογικών εξελίξεων και «νέα» δικαιώματα (παρ. ΙΙΙ), σε: Ξενοφώντα Ι. Κοντιάδη, Πέντε Χρόνια μετά τη συνταγματική αναθεώρηση του 2001, Αποτίμηση και προτάσεις για μία νέα συνταγματική μεταρρύθμιση, τ. 1ος, Αθήνα-Κομοτηνή 2006, σ. 272 επ. (286).

[22] Βλ. Τάκη Βιδάλη, Νέα Δικαιώματα στο Σύνταγμα: Ένας Απολογισμός, σε: Δημήτρη Θ. Τσάτσο/ Ευάγγελο Β. Βενιζέλο/ Ξενοφώντα Ι. Κοντιάδη (επιμ.): Το Νέο Σύνταγμα, Πρακτικά Συνεδρίου για το αναθεωρημένο Σύνταγμα του 1975/1986/2001, Αθήνα-Κομοτηνή 2001, σ. 75 επ. (79). 

[23] Βλ. Γρηγόριο Γ. Λαζαράκο, Το δικαίωμα πρόσβασης στη δημόσια πληροφορία, Ανοιχτή Διοίκηση & Κοινωνία της Πληροφορίας, Αθήνα 2006, σ. 61.

[24] Βλ. Immanuel Kant, The Metaphysics οf Morals, σε: Political Writings, Cambridge, 1970, σ. 144. 

[25] Βλ. Σταύρο Τσακυράκη, Πολιτική ανυπακοή, Lifo, 2.12.2012, διαθέσιμο σε:  https://www.lifo.gr/team/readersdigest/33981.

[26] Βλ. Σταύρο Τσακυράκη, Πολιτική ανυπακοή, Lifo, 2.12.2012, διαθέσιμο σε:  https://www.lifo.gr/team/readersdigest/33981.

[27] Βλ. διεξοδ. Φερενίκη Παναγοπούλου-Κουτνατζή, Περί των αρνητών της μάσκας, Syntagma Watch, 4.9.2020, διαθέσιμο σε: https://www.syntagmawatch.gr/trending-issues/peri-ton-arniton-tis-maskas/.

Σου άρεσε το άρθρο, αλλά σου δημιούργησε νέες απορίες;

Έχεις και άλλα ερωτήματα που σε απασχολούν σε σχέση με το Σύνταγμα, τους Θεσμούς, τα δικαιώματα και τη λειτουργία της Δημοκρατίας;

Σχετικά Άρθρα

Ο δημόσιος χώρος στην μετά κορωνοϊό εποχή

Σε μια περίοδο που χαρακτηρίζεται από τάσεις περιστολής θεμελιωδών δικαιωμάτων στο όνομα της δημόσιας υγείας, η σιωπή απέναντι σε μέτρα που αναιρούν την χρήση και τον προορισμό του δημόσιου χώρου, ο οποίος αποτελεί κρίσιμο διακύβευμα για την ίδια την λειτουργία της δημοκρατίας και την πραγμάτωση της ελευθερίας του ατόμου θα συνεπάγεται συνενοχή στην απώλεια ποσοστού της.

Περισσότερα

Περί των αρνητών της μάσκας

Η θέση «θεωρώ τη χρήση της μάσκας στα σχολεία αναποτελεσματική και τα παιδιά δεν θα συμμορφωθούν, με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν περισσότερα προβλήματα» συνιστά συνταγματικώς επιτρεπτή έκφραση γνώμης. Η θέση «Μη στέλνετε τα παιδιά σας με μάσκα στο σχολείο» συνιστά υποκίνηση σε απείθεια σε συγκεκριμένη διάταξη νόμου που – ιδίως στην περίοδο της πανδημίας – ξεφεύγει από τα επιτρεπτά όρια της ελευθερίας του λόγου.

Περισσότερα

Περί του Δικαιώματος Συνάθροισης – Συνταγματικές Ισορροπίες σε καιρό πανδημίας

Η κοινωνική πραγματικότητα και η ιατρική αναγκαιότητα είναι τέτοια που σίγουρα δεν επιτρέπουν τον εορτασμό της επετείου του Πολυτεχνείου τουλάχιστον όχι με τον τρόπο που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα. Αυτό όμως δεν επιτρέπει επ’ ουδενί εκπτώσεις ως προς τις συνταγματικές εγγυήσεις ρύθμισης και απόλαυσης ενός θεμελιώδους δικαιώματος. Είναι επιβεβλημένο ο νομικός κόσμος ιδίως στον δημόσιο λόγο του να αφήσει κατά μέρος της πάσης φύσεως σκοπιμότητες και να συμμετάσχει σε έναν ανυπόκριτο διάλογο προς όφελος της δικαιοσύνης, της υγείας, των ίδιων των πολιτών εν γένει.

Περισσότερα

Θέλεις να μαθαίνεις

πρώτος τα νέα μας;

Αν σε ενδιαφέρει να ενημερώνεσαι άμεσα για τις νέες δημοσιεύσεις και τις δράσεις του Syntagma Watch, τότε εγγράψου στο newsletter μας!

Αυτός ο ιστότοπος για τη διευκόλυνση της λειτουργίας του και προκειμένου να σας παρέχει μια προσωποποιημένη εμπειρία χρησιμοποιεί cookies. Για να ενημερωθείτε για τη χρήση των cookies και τις σχετικές ρυθμίσεις μπορείτε να επιλέξετε εδώ

JOIN THE CLUB!

It’s easy: all we need is your email & your eternal love. But we’ll settle for your email.

Subscribe

* indicates required
Email Format

Please select all the ways you would like to hear from Syntagma Watch:

You can unsubscribe at any time by clicking the link in the footer of our emails. For information about our privacy practices, please visit our website.

We use Mailchimp as our marketing platform. By clicking below to subscribe, you acknowledge that your information will be transferred to Mailchimp for processing. Learn more about Mailchimp's privacy practices here.