Search
Close this search box.

Συμβούλιο της Επικρατείας και «απόφαση Ανδρουλάκη»

Ο Κώστας Μποτόπουλος αναλύει την απόφαση ΣτΕ, που έκρινε αντισυνταγματική νομοθετική διάταξη βάσει της οποίας είχε αρνηθεί η ΑΔΑΕ να δώσει πληροφορίες στον Νίκο Ανδρουλάκη για την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου του.

Ο λόγος για την πρόσφατη, και ήδη πολυσυζητημένη, απόφαση 465/2024 της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ), σχετική με το αίτημα του νυν Προέδρου του ΠΑΣΟΚ να του γνωστοποιηθεί η εισαγγελική διάταξη και ο πλήρης φάκελος με το υλικό που είχε συλλεγεί μετά την άρση του απορρήτου των επικοινωνιών του. Να υπενθυμίσουμε ότι με τη μάλλον τυχαία – μέσω έρευνας του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, του οποίου ήταν τότε μέλος ο νυν Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ – αποκάλυψη ότι παρακολουθούνταν, επί μήνες, για απροσδιόριστους λόγους «εθνικής ασφαλείας», οι τηλεφωνικές επικοινωνίες του συγκεκριμένου πολιτικού προσώπου – αλλά και πολλών άλλων, όχι μόνο πολιτικών, αλλά και δημοσιογράφων, επιχειρηματιών κλπ., εκκίνησε η νομική διερεύνηση και η πολιτική αντιπαράθεση γύρω από το έκτοτε επονομασθέν «σκάνδαλο των υποκλοπών», το οποίο, μετά από δυο χρόνια, δυο νομοθετικές παρεμβάσεις και μια εξεταστική επιτροπή, κάθε άλλο παρά έχει κλείσει.

Η απόφαση του ΣτΕ αποτελεί την πρώτη κρίση δικαστικού οργάνου, και μάλιστα ανώτατου, στην εν λόγω υπόθεση και έχει, εξ αυτού του λόγου αλλά και για συγκεκριμένες αποφάνσεις που περιέχει, εξαιρετική σημασία.

Το δικαίωμα ενημέρωσης

Με τη ρύθμιση του άρθρου 87 του ν. 4790/2021, η οποία έλαβε χώρα πριν αποκαλυφθούν οι υποκλοπές συνομιλιών του κ. Ανδρουλάκη, αλλά αφού είχαν λάβει χώρα αιτιάσεις του δημοσιογράφου κ. Κουκάκη για εις βάρος του παρακολουθήσεις, εξαιρέθηκε η περίπτωση άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών «για λόγους εθνικής ασφάλειας» από τον γενικό, δυνάμει της παρ. 9 του άρθρου 5 του τότε ισχύοντος ν. 2225/1994, κανόνα περί «γνωστοποίησης» στο θιγόμενο πρόσωπο της επιβολής του εις βάρος του μέτρου της άρσης του απορρήτου. Σύμφωνα με την παρ. 9 του άρθρου 5 του ν. 2225/1994, η γνωστοποίηση μπορούσε να λάβει χώρα («η ΑΔΑΕ δύναται») υπό τρεις προϋποθέσεις: να είχε λήξει το μέτρο, να δινόταν σύμφωνη γνώμη του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου και να μην διακυβευόταν ο σκοπός για τον οποίο είχε διαταχθεί η άρση. Το άρθρο 87 του ν. 4790/2021 δημιούργησε μια γενική εξαίρεση από την ως άνω γνωστοποίηση, με τη μόνη συνδρομή της «εθνικής ασφάλειας», ανεξαρτήτως λοιπών προϋποθέσεων και μάλιστα με αναδρομική ισχύ (η παρ. 2 άρθρου 87 επεκτείνει την εξαίρεση και στις «άρσεις απορρήτου που έχουν λάβει χώρα έως τη δημοσίευση» του νόμου). Την «πλήρη» αυτή απαγόρευση ενημέρωσης του θιγομένου προσώπου θεώρησε αντισυνταγματική και «αντιενωσιακή» η απόφαση 4625/2024 του ΣτΕ.

Το δικαίωμα ενημέρωσης προσώπου του οποίου συντελείται παραβίαση προσωπικών δεδομένων – όπως, αναμφίβολα, είναι οι τηλεφωνικές επικοινωνίες – θεσπίζουν μια σειρά κανόνων του εθνικού και του ενωσιακού δικαίου. Τα άρθρα 5 (ελευθερία προσωπικότητας χωρίς περιορισμούς), 5Α (δικαίωμα στην πληροφόρηση), 10 (υποχρέωση της Διοίκησης για παροχή απάντησης σε αίτημα πολίτη για παροχή πληροφοριών) του ελληνικού Συντάγματος. Το ειδικό άρθρο του ν. 2225/1994 για τη διασφάλιση του απορρήτου των επικοινωνιών. Τα άρθρα 12,13, 14 (δικαίωμα ενημέρωσης) και 15 (δικαίωμα πρόσβασης) του Γενικού Κανονισμού Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων (2016/679 ΕΕ). Το άρθρο 15 της Οδηγίας 2002/58/ΕΚ σχετικά με την επεξεργασία προσωπικών δεδομένων και την προστασία της προσωπικής ζωής στον τομέα των ηλεκτρονικών επικοινωνιών, που ορίζει τις προϋποθέσεις υπό τις οποίες είναι δυνατόν να περιορίζονται, δυνάμει εθνικών νομοθετικών μέτρων, τα δικαιώματα, συμπεριλαμβανομένης της ενημέρωσης, προσώπων που θίγονται από την ηλεκτρονική επεξεργασία προσωπικών τους δεδομένων.     

Το Συμβούλιο της Επικρατείας έκρινε ότι, με την εισαγωγή γενικής εξαίρεσης από την ενημέρωση του θιγομένου, για λόγους εθνικής ασφάλειας (θα μπορούσε να πει κανείς: «ακόμα και για λόγους εθνικής ασφάλειας»), παραβιάζονται όλοι οι παραπάνω κανόνες δικαίου. Οι του ελληνικού Συντάγματος, γιατί δεν τηρούνται οι νόμιμες προϋποθέσεις άρσης του δικαιώματος ενημέρωσης, που ενυπάρχει στην ίδια την έννοια του «απορρήτου των επικοινωνιών». Οι του ειδικού ελληνικού νόμου, λόγω ακριβώς της γενικότητας και του απόλυτου χαρακτήρα της μη ενημέρωσης. Οι του κοινοτικού δικαίου, λόγω μη συμμόρφωσης του εθνικού δικαίου στις προϋποθέσεις και τα όρια για την άρση των προστατευτικών των προσωπικών δεδομένων κανόνων.  

Μάλιστα, το δικαστήριο προχώρησε και ένα βήμα παραπάνω: προέβη το ίδιο σε καθορισμό ότι, για να είναι ορθή και πλήρης η ενημέρωση, θα πρέπει να περιλαμβάνει και «το αιτιολογικό της επιβολής του μέτρου της άρσης των επικοινωνιών, ώστε (ο θιγόμενος) να έχει τη δυνατότητα αποτελεσματικής δικαστικής προστασίας». Η διευκρίνιση αυτή θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι απαιτεί η ενημέρωση να εξηγεί για ποιο λόγο ένα πρόσωπο τέθηκε υπό παρακολούθηση και μάλιστα όχι γενικά, ώστε να είναι δυνατός ο δικαστικός έλεγχος[1].

Η εθνική ασφάλεια

Πυρήνας, αλλά και πυξίδα, της απόφανσης του ΣτΕ αποτελεί η έννοια της «εθνικής ασφάλειας», στην ειδική έκφανσή της ως λόγου κάμψης της «απόλυτης» προστασίας του απορρήτου των επικοινωνιών (άρθρο 19 παρ. 1 του Συντάγματος). Ρητή αναφορά στην «εθνική ασφάλεια» υπάρχει και στο άρθρο 19 («Νόμος ορίζει τις εγγυήσεις υπό τις οποίες η δικαστική αρχή δεν δεσμεύεται από το απόρρητο για λόγους εθνικής ασφάλειας») και στο άρθρο 5Α του Συντάγματος («Περιορισμοί στο δικαίωμα στην πληροφόρηση είναι δυνατόν να επιβληθούν με νόμο εφόσον είναι απολύτως αναγκαίοι και δικαιολογούνται για λόγους εθνικής ασφάλειας») και στο άρθρο 3 του ν. 2225/1994 («Αίτηση για άρση του απορρήτου μπορεί να υποβάλλει μόνο δικαστική ή άλλη πολιτική, στρατιωτική ή αστυνομική δημόσια αρχή στην αρμοδιότητα της οποίας υπάγεται το θέμα εθνικής ασφάλειας που επιβάλλει την άρση») και στο άρθρο 15 της Οδηγίας 2002/58/ΕΚ [«Τα κράτη μέλη δύνανται να λαμβάνουν νομοθετικά μέτρα για να περιορίζουν όλα τα δικαιώματα και προβλέπονται (στην παρούσα οδηγία), εφόσον ο περιορισμός αυτός αποτελεί αναγκαίο, κατάλληλο και ανάλογο μέτρο σε μια δημοκρατική κοινωνία για τη διαφύλαξη της εθνικής ασφάλειας, δηλαδή της ασφάλειας του κράτους»].

Αυτή όμως η ρητά προβλεπόμενη, και ως ένα σημείο εγγενής, δυνατότητα περιορισμού του απορρήτου για λόγους εθνικής ασφάλειας, δεν επιτρέπεται, νομολόγησε με την υπό σχολιασμό απόφαση το ΣτΕ, να οδηγεί σε γενική και απόλυτη κάμψη δικαιωμάτων, και ειδικά του δικαιώματος ενημέρωσης του υποκειμένου για την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων του ή την άρσης απορρήτου που τον αφορά. Το όριο είναι αν υφίσταται ή όχι «διακινδύνευση των σκοπών εθνικής ασφαλείας που οδήγησαν στην επιβολή του μέτρου». Αν δεν «κινδυνεύει» πλέον η «εθνική ασφάλεια», επιβάλλεται «επιστροφή στην κανονικότητα», δηλαδή τέλος της άρσης, εκ νέου προστασία του απορρήτου και ενημέρωση του θιγόμενου προσώπου. Αυτό επιβάλλουν τρεις κρίσιμοι όροι που χρησιμοποιεί το δικαστήριο: «επέμβαση στα θεμελιώδη δικαιώματα», που δεν νοείται διαρκής ή μόνιμη, «θεσμικό αντίβαρο έναντι του ευρύτατου περιθωρίου εκτίμησης (της εθνικής ασφάλειας) που διαθέτουν οι κρατικές αρχές», και που δεν μπορεί να μην γνωρίζει τον παραμικρό φραγμό, όριο ή έλεγχο, και «υπέρμετρος περιορισμός του απαραβίαστου της επικοινωνίας», όπως προκύπτει από τις συνταγματικές και ενωσιακές αρχές της αναλογικότητας και της διακινδύνευσης – και μη διακινδύνευσης – του σκοπού ενός έκτακτου μέτρου.

Το ΣτΕ μας θυμίζει το αυτονόητο, αλλά με πειστικότητα και τόλμη: το απόρρητο είναι ο κανόνας, η άρση του, εξαίρεση – και μια εξαίρεση δεν μπορεί ποτέ να είναι απόλυτη. Το άρθρο 5 του ν. 2225/1994, που όριζε υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί να ενημερωθεί ο θιγόμενος χωρίς να εξαιρεί την άρση λόγω «εθνικής ασφάλειας», καθώς και ο τρόπος που εγγυόταν την αίτηση για άρση του απορρήτου και τον έλεγχό της το άρθρο 3 του ίδιου νόμου, έθεταν σε λειτουργία συνταγματικά ανεκτούς περιορισμούς. Η πλήρης εξαίρεση/αυτονόμηση της «εθνικής ασφάλειας» και η χρήση της ως λόγου γενικού αποκλεισμού από την άσκηση ενός θεμελιώδους δικαιώματος, δεν είναι συνταγματικά ανεκτή. Η λειτουργία μιας «δημοκρατικής κοινωνίας», η οποία αναφέρεται στην απόφαση του ΣτΕ, διέπει τη λογική ολόκληρου του Συντάγματος, αλλά και στην οποία κάνουν ρητή αναφορά τόσο η Οδηγία 2002/58 για τις ηλεκτρονικές επικοινωνίες, όσο και ο Γενικός Κανονισμός για την προστασία των προσωπικών δεδομένων, δεν επιτρέπει χρήση της εθνικής ασφάλειας ως προσχήματος για την παραβίαση δικαιωμάτων.

Η ισχύς μέσα στο χρόνο

Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, και με κρίσιμη πρακτική σημασία, είναι η εκ μέρους του δικαστηρίου υπόδειξη του νομικού πλαισίου που πρέπει να εφαρμοσθεί μετά την κρίση περί αντισυνταγματικότητας, και άρα ακύρωσης, του άρθρου 87 του ν. 4790/2021. Για να καλυφθεί η «ανίσχυρη» διάταξη, το ΣτΕ επιλέγει να χρησιμοποιηθεί η διάταξη της παρ. 9 του άρθρου 5 του ν. 2225/1994, «όπως ίσχυε πριν από την τροποποίηση της με την κριθείσα ως ανίσχυρη διάταξη του άρθρου 87 του ν 4790/2021», και όχι η παρ. 7 του άρθρου 4 του μεταγενέστερου, για το ίδιο ζήτημα, και σήμερα – τη στιγμή της δικαστικής κρίσης – ισχύοντος ν. 5002/2022, που προβλέπει ενημέρωση του θιγομένου από την άρση του απορρήτου προσώπου μετά την πάροδο τριετίας και μετά από απόφαση ειδικής τριμελούς επιτροπής.

Η χρήση της «παλαιάς» διάταξης, επιβάλλεται, εξηγεί το δικαστήριο, γιατί ο «νεώτερος (έτσι ορθογραφείται η λέξη) ν. 5002/2022 δεν είναι εφαρμοστέος σε εκκρεμή αιτήματα γνωστοποίησης στον θιγόμενο μέτρου άρσης του απορρήτου των επικοινωνιών ληφθέντος υπό το προηγούμενο νομοθετικό καθεστώς. Τούτο δε διότι με τον νεώτερο νόμο εισήχθη ένα νέο νομοθετικό καθεστώς που καταλαμβάνει όλη τη διαδικασία επιβολής της άρσης του απορρήτου … (εγκαθιδρύεται) ένα σύστημα με εσωτερική συνοχή, οι ουσιαστικές και διαδικαστικές προϋποθέσεις του οποίου προσιδιάζουν στις αιτήσεις άρσης του απορρήτου που υποβάλλονται δυνάμει των διατάξεών του … κατά μείζονα δε λόγο (αυτό ισχύει) για πολιτικά πρόσωπα όπως ο αιτών, για τα οποία προβλέπεται ειδική δημόσια αρχή για την κίνηση της διαδικασίας υποβολής του αιτήματος άρσης του απορρήτου και ειδικό όργανο για τη χορήγηση της άδειας».

Ακυρώνοντας την απόλυτη εξαίρεση από την ενημέρωση, «γυρνάμε» στο «παλαιό» σύστημα ενημέρωσης, με απόφαση της Ολομέλειας της Αρχής, αποφαίνεται το ΣτΕ, και όχι στο νεότερο και πιο περιοριστικό (αυτό δεν το λέει, αλλά σαφώς το υπονοεί, αφού γνωρίζει την ύπαρξη 3ετίας και ειδικού οργάνου δυνάμει του ν. 5002/2022). Σύμφωνη με τον σκοπό του δικαιώματος ερμηνεία, αναμφισβήτητα, με μόνο ίσως (νομικό) πρόβλημα ότι το άρθρο 5 – ολόκληρο το άρθρο 5, άρα και η παράγραφος 9 περί απόφασης της Ολομέλειας της ΑΔΑΕ για «νέα νόμιμη κρίση», στην οποία αναφέρεται η απόφαση 465/2024 – είχε, πριν από την κρίση του ΣτΕ περί (μερικής) αντισυνταγματικότητάς της, καταργηθεί δυνάμει της παρ. 1 του άρθρου 50 του ν. 5002/2022. Έχουμε, συνεπώς, για καλό σκοπό – την ενημέρωση θιγέντος προσώπου – αναβίωση ενός όχι απλώς «παραμερισμένου» νόμου, αλλά μιας ρητά καταργημένης διάταξης νόμου.

Δύο ευρύτερα μαθήματα

Κόλαφος για τη νομοθετική παρέμβαση με την οποία εισήχθη γενική απαγόρευση ενημέρωσης, άρα κόλαφος και για την κυβέρνηση που εισήγαγε αντισυνταγματική ρύθμιση, η σχολιαζόμενη απόφαση του ΣτΕ είναι, εμμέσως, επικριτική κυβερνητικών πρακτικών και σε δυο άλλα κρίσιμα ζητήματα.

Πρώτον, όσον αφορά στον τρόπο νομοθέτησης: υιοθέτηση, και μάλιστα με εκπρόθεσμη τροπολογία[2], γενικής εξαίρεσης από δικαίωμα, σε καθόλου «ουδέτερο χρόνο», αφού είχε «ξεκινήσει» η «υπόθεση των παρακολουθήσεων» (αιτιάσεις Κουκάκη), και μέσα από νομοθέτημα ποτ-πουρί, με (θεωρητικό) αντικείμενο «κατεπείγουσες ρυθμίσεις για την προστασία της δημόσιας υγείας από τις συνεχιζόμενες συνέπειες της πανδημίας του κορωνοϊού COVID-19» (τίτλος νόμου 4790/2021). Τη σχέση της μη ενημέρωσης για την άρση του απορρήτου με τον κορωνοϊό και τη συνύπαρξη μιας γενικής, και αντισυνταγματικής, εξαίρεσης με διατάξεις περί πανδημίας (αλλά και περί αποπληρωμής επιχειρηματικών δανείων – άρθρα 64 έως 77 –, περί μετατάξεων εκπαιδευτικών και προσλήψεων βρεφοκόμων – άρθρα 101, 102 – και πολλών άλλων (μη) συναφών ρυθμίσεων) μόνο η κυβέρνηση το ξέρει – το ΣτΕ κατέστησε βέβαιο, πάντως, ότι δεν συμφωνεί.

Όπως δεν συμφωνεί, δεύτερον και σημαντικότερον, με αυτό που ρητά αποκαλεί, στην απόφαση 465/2024, «παραβίαση του κράτους δικαίου». Παραβίαση ουσίας και όχι τύπου, όπως ισχυρίσθηκαν ορισμένοι κυβερνητικοί παράγοντες. Και που δεν «διορθώθηκε», όπως ισχυρίστηκαν οι ίδιοι ή παρόμοιοι κύκλοι, με τις μεταγενέστερες ρυθμίσεις του ν. 5002/2022, αφού και αυτές την ίδια δυσανεξία στην προστασία των δικαιωμάτων, στη διαφάνεια, και άρα γενικώς στο κράτος δικαίου, προδίδουν. Δεν είναι νοητό σε μια σύγχρονη δημοκρατική χώρα αρχηγοί κομμάτων, βουλευτές, ευρωβουλευτές, δημοσιογράφοι και γενικώς «ανήσυχοι πολίτες» να παρακολουθούνται στο όνομα της «εθνικής ασφάλειας», και να ζητείται αυτή η έννοια, και η ομάδα εξουσίας που τη χρησιμοποιεί καταχρηστικά, να μην ελέγχεται και να μην εγκαλείται.

Κώστας Μποτόπουλος
Διδάκτωρ Συνταγματικού Δικαίου, πρ. Ευρωβουλευτής και Πρόεδρος της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς


Υποσημειώσεις:

[1] Ν. Παπασπύρου, «Η βαρυσήμαντη απόφαση του ΣτΕ», στα ΝΕΑ, 8/4/2024

[2] «Υποκλοπές: τι σημαίνει η απόφαση του ΣτΕ», στο Βήμα, 5 Απριλίου 2024

Σου άρεσε το άρθρο, αλλά σου δημιούργησε νέες απορίες;

Έχεις και άλλα ερωτήματα που σε απασχολούν σε σχέση με το Σύνταγμα, τους Θεσμούς, τα δικαιώματα και τη λειτουργία της Δημοκρατίας;

Σχετικά Άρθρα

Πώς θα τελειώσουμε οριστικά με την Ακροδεξιά; (video-podcast)

Παρακολουθήστε την εκδήλωση καίριας σημασίας που διοργάνωσε χθες το Ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου – Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου με θέμα «Πώς θα τελειώσουμε οριστικά με την Ακροδεξιά;».

Περισσότερα

Θέλεις να μαθαίνεις

πρώτος τα νέα μας;

Αν σε ενδιαφέρει να ενημερώνεσαι άμεσα για τις νέες δημοσιεύσεις και τις δράσεις του Syntagma Watch, τότε εγγράψου στο newsletter μας!

Αυτός ο ιστότοπος για τη διευκόλυνση της λειτουργίας του και προκειμένου να σας παρέχει μια προσωποποιημένη εμπειρία χρησιμοποιεί cookies. Για να ενημερωθείτε για τη χρήση των cookies και τις σχετικές ρυθμίσεις μπορείτε να επιλέξετε εδώ

JOIN THE CLUB!

It’s easy: all we need is your email & your eternal love. But we’ll settle for your email.

Subscribe

* indicates required
Email Format

Please select all the ways you would like to hear from Syntagma Watch:

You can unsubscribe at any time by clicking the link in the footer of our emails. For information about our privacy practices, please visit our website.

We use Mailchimp as our marketing platform. By clicking below to subscribe, you acknowledge that your information will be transferred to Mailchimp for processing. Learn more about Mailchimp's privacy practices here.