Search
Close this search box.

Οι αλλαγές που φέρνει ο νέος φορολογικός νόμος

Ο Αναστάσιος Γκατζούφας αναλύει τον νέο φορολογικό νόμο και τις αλλαγές που φέρνει.

Ι. ΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΤΟΥ ΝΟΜΟΥ

O νέος φορολογικός νόμος αποτελείται από επτά Μέρη (Α΄- Ζ’) και πενήντα εννέα (59) άρθρα[1].

Στο Μέρος Α’ (άρθρα 1-2) καθορίζεται ο σκοπός (άρθρο 1) και το αντικείμενο (άρθρο 2) του νόμου, που αφορά την τροποποίηση υφιστάμενων και την εισαγωγή νέων διατάξεων στον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ΚΦΔ), στον Κώδικα Φορολογίας Εισοδήματος (ΚΦΕ), στον Κώδικα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, στον Εθνικό Τελωνειακό Κώδικα και σε άλλα φορολογικά νομοθετήματα.

Το Μέρος Β’ (άρθρα 3-26) φέρει τον τίτλο «Διατάξεις για τον Περιορισμό της Φοροδιαφυγής και της Λαθρεμπορίας» και διαρθρώνεται σε τέσσερα (4) κεφάλαια. Στο Κεφάλαιο Α’ (άρθρα 3-11) τίθενται διατάξεις για τη διεύρυνση της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής. Στο Κεφάλαιο Β΄ (άρθρα 12-20) τίθενται διατάξεις για φυσικά πρόσωπα που ασκούν ατομική επιχείρηση, τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αυτοαπασχολούμενους. Στο Κεφάλαιο Γ΄ (άρθρα 21-23) θεσπίζονται ρυθμίσεις για τη λαθρεμπορία ενεργειακών προϊόντων και, τέλος, στο Κεφάλαιο Δ΄ (άρθρα 24-26) τίθενται διατάξεις για τον έλεγχο εφαρμογής της τελωνειακής και φορολογικής νομοθεσίας.

Το Μέρος Γ΄ (άρθρα 27-36) φέρει τον τίτλο «Διατάξεις για τη Φορολόγηση Εισοδήματος από Ακίνητα» και διαρθρώνεται σε δύο κεφάλαια. Στο Κεφάλαιο Α’ (άρθρα 27-29) τίθενται διατάξεις για τη φορολόγηση της βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων και στο Κεφάλαιο Β΄ (άρθρα 30-36) τίθενται συμπληρωματικές διατάξεις για τη φορολόγηση των ακινήτων.

Το Μέρος Δ΄ (άρθρα 37-44) φέρει τον τίτλο «Απλοποίηση Διαδικασιών για τα Ειδικά Καθεστώτα Φόρου Προστιθέμενης Αξίας – Τροποποίηση Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας».

Το Μέρος Ε΄ (άρθρα 45-52) φέρει τον τίτλο «Ειδικότερες Φορολογικές Διατάξεις» ενώ στο Μέρος ΣΤ’ (άρθρα 53-58) εισάγονται ορισμένες επείγουσες διατάξεις. Τέλος, στο Μέρος Ζ΄ (άρθρο 59) ορίζεται η έναρξη ισχύος του νόμου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ενώ ο τίτλος του νομοσχεδίου αναφέρεται σε μέτρα για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, ωστόσο, το νομοσχέδιο περιλαμβάνει και ρυθμίσεις που δεν αφορούν τον περιορισμό της φοροδιαφυγής[2][3].

ΙΙ. ΟΙ ΚΥΡΙΟΤΕΡΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ

Η πλειονότητα των αλλαγών που προβλέπονται στον νέο νόμο θα τεθούν σε ισχύ από το 2024 και αφορούν, άμεσα ή έμμεσα, το σύνολο των φορολογούμενων. 

Η μεγαλύτερη αλλαγή έγκειται στον νέο τρόπο φορολόγησης των ελευθέρων επαγγελματιών, η φορολόγηση των οποίων για τα εισοδήματα που απέκτησαν το φορολογικό έτος 2023 θα γίνει με τεκμαρτό τρόπο.

Σύμφωνα με το Υπουργείο Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, επτά (7) στους δέκα (10) ελεύθερους επαγγελματίες δηλώνουν εισόδημα κάτω από το εισόδημα ενός μισθωτού, ο οποίος αμείβεται με τον κατώτατο μισθό. Ειδικότερα, 170.000 ελεύθεροι επαγγελματίες (το 27% του συνόλου) δηλώνουν ζημιές τα τελευταία πέντε (5) χρόνια. Επιπλέον, σύμφωνα με την ετήσια έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, τα δημόσια έσοδα της χώρας από τη φορολογία των ελευθέρων επαγγελματιών διαμορφώθηκαν, το 2021, στο 0,8% του ΑΕΠ, ενώ ο αντίστοιχος μέσος όρος της Ευρωπαϊκής Ένωσης ανήλθε σε 2,1%[4].

Με τον νέο νόμο επέρχονται μεταβολές και στο φορολογικό καθεστώς όσων διαχειρίζονται ακίνητα, τα οποία διαθέτουν για βραχυχρόνιες μισθώσεις. Πιο συγκεκριμένα, όσοι ιδιοκτήτες ή διαχειριστές έχουν στην κατοχή τους πάνω από τρία (3) ακίνητα, θα θεωρούνται πλέον επιχειρηματίες και θα πρέπει να προβούν σε έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας και να υπαχθούν σε καθεστώς ΦΠΑ.

Ακόμη, από το νέο έτος οι αγοραπωλησίες ακινήτων θα πρέπει να διενεργούνται με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής και όχι με μετρητά. 

Αναλυτικότερα, οι βασικότερες αλλαγές που εισάγει ο νέος φορολογικός νόμος είναι οι εξής:

1. Η φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών, αυτοαπασχολούμενων και ατομικών επιχειρήσεων θα γίνει το 2024, για τα εισοδήματα που απέκτησαν το 2023, με τεκμαρτό τρόπο[5]. Εξαιρέσεις προβλέπονται, για παράδειγμα, σε όσους ασκούν δραστηριότητα σε περιοχές με μικρό πληθυσμό και στους πολύτεκνους (άρθρο 15).

2. Προβλέπεται οριζόντια μείωση κατά 50% του τέλους επιτηδεύματος που σήμερα είναι 650 ευρώ και πλέον θα διαμορφωθεί στα 325 ευρώ για όλους τους επιτηδευματίες και ασκούντες ελευθέριο επάγγελμα. Για κάθε επιπλέον υποκατάστημα, το τέλος μειώνεται στα 300 ευρώ (άρθρο 12).

3. Οι μεταβιβάσεις ακινήτων θα γίνονται πλέον υποχρεωτικά με τη χρήση τραπεζικών μέσων. Κάθε συμβόλαιο που καταγράφει προκαταβολή, μερική ή ολική εξόφληση με μετρητά θα θεωρείται άκυρο και θα απαγορεύεται η μεταγραφή του (άρθρο 3).

4. Αυξάνεται το πρόστιμο για συναλλαγές με μετρητά. Για αγορές αξίας πάνω από 500 ευρώ με μετρητά, από 100 ευρώ που είναι σήμερα, θα διαμορφωθεί στο διπλάσιο της αξίας της απόδειξης (άρθρο 6).

5. Προβλέπεται υποχρεωτική διαβίβαση στην πλατφόρμα myDATA όλων των εσόδων και εξόδων. Τα έσοδα που θα δηλώνονται από επιχειρηματική δραστηριότητα δεν θα μπορεί να είναι μικρότερα από τα έσοδα που έχουν διαβιβαστεί στην πλατφόρμα. Επιπλέον, οι δαπάνες μιας επιχείρησης που δεν έχουν διαβιβαστεί δεν θα εκπίπτουν (άρθρο 4).

6. Θεσπίζονται κυρώσεις για παράβαση της υποχρέωσης ηλεκτρονικής διαβίβασης δεδομένων στην ΑΑΔΕ (άρθρο 8).

7. Προβλέπονται πρόστιμα για παραβάσεις έκδοσης στοιχείων λιανικής πώλησης από Φορολογικό Ηλεκτρονικό Μηχανισμό (άρθρο 7).

8. Εφαρμόζονται κίνητρα στις οντότητες, οι οποίες επιλέγουν την ηλεκτρονική τιμολόγηση μέσω παρόχου ηλεκτρονικής έκδοσης στοιχείων (άρθρο 11).

9. Ορίζεται αμοιβή από 100 μέχρι 3.000 ευρώ στους πολίτες που καταγγέλλουν, μέσω της ψηφιακής εφαρμογής «Appodixi», περιστατικά εκδόσεως αποδείξεων από παραποιημένες ή παραβιασμένες ταμειακές μηχανές (άρθρο 26).

10. Αυστηροποιούνται οι κυρώσεις για νοθεία, λαθρεμπόριο καυσίμων ή παρεμπόδιση του ελέγχου. Ειδικότερα, προβλέπεται σφράγιση της εγκατάστασης για δύο (2) χρόνια, ενώ ορίζεται ότι τα φυσικά ή νομικά πρόσωπα των οποίων η εγκατάσταση σφραγίστηκε, δεν θα μπορούν να δραστηριοποιηθούν στη διακίνηση ενεργειακών προϊόντων επίσης για δύο (2) χρόνια από τη διαπίστωση της παράβασης (άρθρο 22).

11. Θεσπίζεται ανώτατο ετήσιο όριο διάρκειας εξήντα (60) ημερών σε κάθε βραχυχρόνια μίσθωση (άρθρο 28).

12. Επεκτείνεται το τέλος διαμονής παρεπιδημούντων στις βραχυχρόνιες μισθώσεις, που είναι 0,5 % επί των εσόδων (άρθρο 28).

13. Καταργείται ο φόρος διαμονής και επιβάλλεται τέλος ανθεκτικότητας στην κλιματική κρίση, το οποίο θα επιβαρύνει επιπλέον και όλες τις βραχυχρόνιες μισθώσεις (άρθρο 30). 

14. Μειώνονται οι φόροι συγκέντρωσης κεφαλαίου (από 0,5% σε 0,2%) και χρηματιστηριακών συναλλαγών κατά 50% σε 1 τοις χιλίοις (άρθρα 49 και 50).

15. Προβλέπονται μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ. Μονιμοποιούνται οι μειωμένοι συντελεστές ΦΠΑ σε μεταφορές, τουριστικό πακέτο, γυμναστήρια, σχολές χορού, εισιτήρια στους κινηματογράφους, τα θέατρα και ζωολογικούς κήπους καθώς και αγαθά σχετιζόμενα με τη δημόσια υγεία (άρθρο 53).

ΙΙΙ. ΠΡΟΒΛΗΜΑΤΙΣΜΟΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑ ΤΗΣ ΒΟΥΛΗΣ[6]

  • Επί του Άρθρου 3

Με την παράγραφο 1 του νέου νόμου καθίσταται υποχρεωτική η εξόφληση του τιμήματος αγοράς ακινήτων με τραπεζικά μέσα πληρωμής και, μεταξύ άλλων, ορίζεται ότι συμβολαιογραφική πράξη μεταβίβασης ακινήτων με επαχθή αιτία ή προσύμφωνο ή εξοφλητική πράξη όπου «καταγράφεται προκαταβολή ή μερική ή ολική εξόφληση του τιμήματος με μετρητά ή στα οποία δεν καταγράφεται η εξόφληση του τιμήματος με τη χρήση τραπεζικού μέσου πληρωμής, είναι αυτοδικαίως άκυρα, απαγορεύεται να μεταγραφούν στα οικεία βιβλία και δεν παράγουν κανένα έννομο αποτέλεσμα έναντι των συμβαλλομένων, του Δημοσίου και οποιουδήποτε τρίτου».

Σύμφωνα με την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, ανεξαρτήτως του ζητήματος αν η θεσπιζόμενη κύρωση της έναντι όλων ακυρότητας του συμβολαίου είναι συμβατή προς την αρχή της αναλογικότητας, επί της παρόμοιου περιεχομένου διάταξης του άρθρου 8 παρ. 16 του ν. 1882/1990, η οποία ορίζει ότι «συμφωνητικά που καταρτίζονται μεταξύ επιτηδευματιών ή τρίτων για οποιανδήποτε συναλλαγή θεωρούνται μέσα σε δέκα (10) ημέρες από της ημερομηνίας καταρτίσεως και υπογραφής από την αρμόδια ΔΟΥ, άλλως είναι ανίσχυρα και δεν έχουν κανένα έννομο αποτέλεσμα», έχει παγίως κριθεί, τόσο από τον Άρειο Πάγο όσο και από το Συμβούλιο της Επικρατείας, ότι η ως άνω θεσπιζόμενη δυσμενής συνέπεια ισχύει μόνον έναντι της φορολογικής Αρχής, χωρίς η ακυρότητα να επεκτείνεται μεταξύ των συμβαλλομένων[7][8].

  • Επί του Άρθρου 4

Με την προτεινόμενη διάταξη τροποποιείται το άρθρο 15Α του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας και ορίζονται οι συνέπειες της μη ηλεκτρονικής διαβίβασης δεδομένων προς την ΑΑΔΕ μέσω της ψηφιακής πλατφόρμας «myDATA». Μεταξύ άλλων, προβλέπεται ότι «εκπτώσεις φόρων και δαπάνες προς έκπτωση δεν λαμβάνονται υπόψη, αν τα παραστατικά στα οποία στηρίζονται δεν έχουν διαβιβασθεί ηλεκτρονικά στην ΑΑΔΕ».

Σύμφωνα με την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, δεδομένου ότι στις περιπτώσεις αυτές, την ευθύνη για τη διαβίβαση των παραστατικών δεν την έχουν τα πρόσωπα που εκπίπτουν από τους φόρους ή τις δαπάνες, αλλά οι αντισυμβαλλόμενοί τους, παρατηρείται ότι η ως άνω θεσπιζόμενη κύρωση της μη έκπτωσης των φόρων ή των δαπανών δεν συμβαδίζει με την αρχή της αναλογικότητας (άρθρο 25 Σ), διότι θεσπίζει κύρωση σε βάρος προσώπου για πράξη ή παράλειψη που δεν εντάσσεται στη σφαίρα ευθύνης του[9].

  • Επί του Άρθρου 6

Με την προτεινόμενη ρύθμιση τροποποιείται το άρθρο 54 του ΚΦΔ και, μεταξύ άλλων, ορίζεται ότι, «σε περίπτωση εξόφλησης, με μετρητά, φορολογικών στοιχείων αξίας άνω των 500 ευρώ για πώληση αγαθών ή παροχή υπηρεσιών προς ιδιώτες, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το διπλάσιο της καταβληθείσας με μετρητά αξίας».

Σύμφωνα με την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, η κύρωση της επιβολής προστίμου ίσου με το διπλάσιο της αξίας της παράβασης, συγκρινόμενη και με το λοιπό πλαίσιο επιβολής κυρώσεων για μη σύννομη έκδοση φορολογικών στοιχείων δεν φαίνεται να βρίσκεται σε αρμονία προς την αρχή της αναλογικότητας[10].

  • Επί του Άρθρου 8

Με την εν λόγω διάταξη προστίθεται νέο άρθρο 54ΙΓ στον ΚΦΔ και θεσπίζονται κυρώσεις για παραβάσεις μη διαβίβασης ή μη εμπρόθεσμης ή πλημμελούς ηλεκτρονικής διαβίβασης δεδομένων προς την ΑΑΔΕ μέσω της ηλεκτρονικής πλατφόρμας «myDATA». Ορίζεται, μεταξύ άλλων, ότι, «σε περίπτωση εκπρόθεσμης διαβίβασης παραστατικών εσόδων, επιβάλλεται πρόστιμο ίσο με το 50% του προστίμου που προβλέπεται σε περίπτωση μη διαβίβασης, ήτοι 5% της καθαρής αξίας κάθε εκπροθέσμως διαβιβασθέντος στοιχείου».

Σύμφωνα με την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, λαμβανομένου υπόψη ότι η εν λόγω παράβαση είναι αμιγώς διαδικαστική και δεν συνιστά φοροδιαφυγή, καθώς τα σχετικά στοιχεία έχουν εκδοθεί και (έστω και εκπροθέσμως) διαβιβασθεί στη Φορολογική Διοίκηση, επισημαίνεται ότι η επιβολή αναλογικού προστίμου δεν φαίνεται να ευθυγραμμίζεται με την αρχή της αναλογικότητας[11].

  • Επί του άρθρου 14 [12]

Με την προτεινόμενη διάταξη τροποποιείται το άρθρο 28 του ΚΦΕ και προστίθενται νέες περιπτώσεις, η συνδρομή των οποίων επιτρέπει στη Φορολογική Διοίκηση να προσφεύγει σε έμμεσες μεθόδους ελέγχου. Την απαρίθμηση των περιπτώσεων στο άρθρο 28 καθιστά, πλέον, ενδεικτική η προσθήκη του όρου «ιδίως».

Ειδικότερα, ενώ μέχρι σήμερα η εφαρμογή έμμεσων τεχνικών ελέγχου επιτρέπεται μόνο όταν τα λογιστικά αρχεία δεν τηρούνται και τα φορολογικά στοιχεία δεν συντάσσονται σύμφωνα με την οικεία νομοθεσία, δηλαδή επί διαπίστωσης ουσιαστικών παραβάσεων της λογιστικής ή φορολογικής νομοθεσίας, καθώς και, όταν αυτά δεν προσκομίζονται στη Φορολογική Διοίκηση, με τις νέες ρυθμίσεις η εφαρμογή τους επιτρέπεται, ανεξαρτήτως της διαπίστωσης ουσιαστικών παραβάσεων της λογιστικής ή φορολογικής νομοθεσίας.

Όπως έχει επισημανθεί και σε παλαιότερες εκθέσεις της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής[13] , η χρήση εναλλακτικών μεθόδων υπολογισμού του φορολογητέου εισοδήματος, οι οποίες ούτε έχουν γενική εφαρμογή επί του συνόλου των φορολογουμένων ούτε εφαρμόζονται μόνο σε περιπτώσεις κατά τις οποίες η Φορολογική Διοίκηση αδυνατεί να προσδιορίσει τις φορολογικές υποχρεώσεις του φορολογουμένου βάσει των λογιστικών του αρχείων λόγω ουσιαστικών παραβάσεων της λογιστικής ή φορολογικής νομοθεσίας, αντίκειται στην αρχή της ισότητας (άρθρο 4 Σ). Και αυτό διότι η χρησιμοποίηση διαφορετικών βάσεων υπολογισμού του φόρου σε πρόσωπα που υπάγονται στο ίδιο φορολογικό καθεστώς, είναι ανεκτή μόνο εφόσον διαπιστώνεται ότι έχουν υποπέσει σε ουσιαστικές παραβάσεις, οι οποίες διαφοροποιούν την κατάστασή τους σε σχέση με τους υπόλοιπους φορολογουμένους και, για τον λόγο αυτόν, δικαιολογούν την υπαγωγή τους σε διαφορετική και, κατά τεκμήριο, δυσμενέστερη φορολογική μεταχείριση. Εν προκειμένω, οι νέες περιπτώσεις προσφυγής σε έμμεσες τεχνικές ελέγχου δεν συνάπτονται προς συγκεκριμένες διαπιστωμένες παραβάσεις της νομοθεσίας, αλλά, αντίθετα, προς την αδυναμία του φορολογικού ελέγχου να προσδιορίσει παραβάσεις, σε συνδυασμό με υπόνοιες για απόκρυψη φορολογητέας ύλης και, κατά τούτο, δεν παρίστανται συμβατές προς την αρχή της ισότητας.

Ανεξαρτήτως των ανωτέρω, όπως έχει κριθεί νομολογιακά, η αρχή της ασφάλειας του δικαίου, η οποία απορρέει από την αρχή του κράτους δικαίου, αλλά και τον ν. 4622/2019, στο άρθρο 58 παρ. 1 του οποίου ορίζεται ότι μεταξύ των αρχών καλής νομοθέτησης περιλαμβάνεται, μεταξύ άλλων, η ασφάλεια δικαίου (περ. ζ΄), ειδικότερη εκδήλωση της οποίας αποτελεί η αρχή της προστατευόμενης εμπιστοσύνης του διοικουμένου, επιβάλλει, ιδίως, τη σαφήνεια και την προβλέψιμη εφαρμογή των εκάστοτε θεσπιζόμενων κανονιστικών ρυθμίσεων και πρέπει να τηρείται με ιδιαίτερη αυστηρότητα, όταν πρόκειται για διατάξεις που μπορούν να έχουν σοβαρές οικονομικές επιπτώσεις στους ενδιαφερόμενους, όπως είναι οι διατάξεις που προβλέπουν την επιβολή επιβαρύνσεων υπό την μορφή φόρων, τελών, εισφορών και οποιασδήποτε φύσεως κυρώσεων για παράβαση των σχετικών διατάξεων (ΣτΕ 1738/2017 Ολομ., 1623/2016). Εν προκειμένω, μολονότι ο επαναπροσδιορισμός των φορολογικών υποχρεώσεων βάσει των έμμεσων τεχνικών ελέγχου μπορεί να έχει σοβαρές επιπτώσεις στους φορολογουμένους, οι προτεινόμενες ρυθμίσεις δεν παρίστανται συμβατές προς την αρχή της ασφάλειας δικαίου, καθώς χαρακτηρίζονται από ασάφεια ως προς τις προϋποθέσεις εφαρμογής τους, ενόψει της χρήσης αόριστων εννοιών, όπως «σημαντική αναντιστοιχία μεταξύ των δηλούμενων οικονομικών μεγεθών» ή «αδικαιολόγητη μεταβολή» του συντελεστή μεικτού κέρδους.

Για όλους τους ανωτέρω λόγους, η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, αναφέρει στην έκθεσή της ότι πρέπει να διαγραφεί η λέξη «ιδίως» από το εισαγωγικό εδάφιο της ρύθμισης, καθώς, υπό το φως της αρχής της ασφάλειας δικαίου (αλλά και του άρθρου 78 παρ. 4 του Συντάγματος, δεδομένου ότι οι έμμεσες τεχνικές ελέγχου συναρτώνται και προς το αντικείμενο της φορολογίας), δεν νοείται ούτε η ερμηνευτική συναγωγή ούτε ο ορισμός με κανονιστική πράξη άλλων περιπτώσεων προσφυγής σε έμμεσες τεχνικές ελέγχου, πέραν των προβλεπόμενων στον νόμο.

  • Επί των Άρθρων 15-17[14]

Με τις διατάξεις αυτές προστίθενται νέα άρθρα 28Α – 28Δ στον ΚΦΕ και εισάγεται νέο σύστημα τεκμαρτού προσδιορισμού του ελάχιστου εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα (εκτός του εισοδήματος από αγροτική δραστηριότητα) που αποκτούν φυσικά πρόσωπα. Κατά πάγια νομολογία του ΣτΕ, ο κοινός νομοθέτης διαθέτει ευρεία ευχέρεια να διαμορφώνει το κατάλληλο, κατά την εκτίμησή του, φορολογικό σύστημα με στόχο την εξακρίβωση της πραγματικής φοροδοτικής ικανότητας των υπόχρεων και τη σύλληψη της φορολογητέας ύλης.

Α. Εν προκειμένω, ως προς το ζήτημα των δεδομένων της κοινής πείρας, στην ανάλυση συνεπειών ρύθμισης η οποία συνοδεύει το νομοσχέδιο αναφέρεται απλώς ότι «το τεκμαρτό εισόδημα προσδιορίζεται με βάση τα διδάγματα της κοινής πείρας σε σχέση με τη φύση της δραστηριότητας της ατομικής επιχείρησης, ιδίως εάν απασχολεί προσωπικό, τον προσδιορισμό της αξίας της εισφερόμενης εργασίας από τον επιχειρηματία και τον κύκλο εργασιών, ως ένδειξη για το παραγόμενο εισόδημα», χωρίς, όμως, περαιτέρω ανάπτυξη των εμπειρικών δεδομένων στα οποία βασίσθηκε η καταρχήν ταύτιση του ελάχιστου εισοδήματος των αυτοτελώς απασχολούμενων προσώπων και των ελεύθερων επαγγελματιών με τον νομοθετημένο κατώτατο μισθό ή τις αποδοχές του υψηλότερα αμειβόμενου απασχολούμενου υπαλλήλου κάθε υπόχρεου.

Όπως επισήμανε το Επιστημονικό Συμβούλιο της Βουλής, υφίσταται προβληματισμός ως προς το εάν η, κατά τα ανωτέρω, βάση του προτεινόμενου τεκμηρίου μπορεί να θεωρηθεί ότι συμβαδίζει με τα δεδομένα της κοινής πείρας, υπό το φως και των αποφάσεων του ΣτΕ 1880 και 1889/2019, με τις οποίες, μεταξύ άλλων, κρίθηκε ότι οι μισθωτοί και οι μη μισθωτοί τελούν υπό «ουσιωδώς διαφορετικές συνθήκες απασχολήσεως και παραγωγής εισοδήματος». Ειδικότερα, κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας, τα έσοδα των μισθωτών χαρακτηρίζονται από σταθερότητα, καθώς προέρχονται από έναν, συνήθως, εργοδότη, ο οποίος δεσμεύεται καθ’ όλο το χρονικό διάστημα της απασχόλησής τους σε αυτόν να τους καταβάλλει συγκεκριμένο μισθό, ενώ οι δαπάνες που συνδέονται με την εργασία τους, κατά κανόνα, δεν βαρύνουν αυτούς, αλλά τον εργοδότη τους, σε αντίθεση με τους μη μισθωτούς των οποίων τα έσοδα συναρτώνται από πλήθος παραγόντων, με αποτέλεσμα να μην είναι ποτέ σταθερά, ενώ το ίδιο ισχύει και για τις δαπάνες τους που βαρύνουν τους ίδιους. Στο πλαίσιο αυτό, σε αντίθεση με τους μισθωτούς, το εισόδημα των μη μισθωτών είναι διαρκώς μεταβαλλόμενο, δεν συναρτάται, καταρχήν, με τους παράγοντες που διαμορφώνουν το ύψος του νομοθετημένου κατώτατου μισθού (άρθρο 134 παρ. 2 του Κώδικα Ατομικού Εργατικού Δικαίου, π.δ. 80/2022) ή του μισθού του υψηλότερα αμειβόμενου απασχολούμενου υπαλλήλου, ενώ δεν αποκλείεται να είναι και αρνητικό, ενδεχόμενο που αναγνωρίζει και ο φορολογικός νομοθέτης, παρέχοντας τη δυνατότητα μεταφοράς της σχετικής ζημίας και συμψηφισμού της με μελλοντικά κέρδη κατά τον υπολογισμό του φόρου εισοδήματος των επόμενων πέντε ετών (άρθρο 27 παρ. 1 ΚΦΕ).

Σύμφωνα με την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, η επίκληση των διδαγμάτων της κοινής πείρας για τη συναγωγή τεκμηρίου ως προς το ύψος του ελάχιστου καθαρού εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτά ένα φυσικό πρόσωπο βάσει του νομοθετημένου κατώτατου μισθού ή, πολύ περισσότερο, των αποδοχών του υψηλότερα αμειβόμενου απασχολούμενου υπαλλήλου, παρίσταται, ενδεχομένως, προβληματική.

Β. Ως προς το ζήτημα του μαχητού χαρακτήρα του τεκμαρτού ελάχιστου ποσού καθαρού εισοδήματος από την άσκηση ατομικής επιχειρηματικής δραστηριότητας, επισημαίνονται τα εξής:

Με την παράγραφο 3 του νέου άρθρου 28Α του ΚΦΕ ορίζονται ορισμένες περιπτώσεις, που, εφόσον συντρέχουν, «το ελάχιστο ετήσιο εισόδημα που προσδιορίζεται με βάση το τεκμήριο της παρ. 2, μπορεί να αμφισβητηθεί από τον υπόχρεο για αντικειμενικούς λόγους». Από τη διατύπωση της ανωτέρω ρύθμισης, θα μπορούσε, σύμφωνα με την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, να συναχθεί ερμηνευτικά ότι η Φορολογική Διοίκηση διαθέτει διακριτική ευχέρεια ως προς την εφαρμογή ή μη του τεκμηρίου στις εν λόγω περιπτώσεις. Συνεπώς, ορθότερο θα ήταν η ρύθμιση να αναδιατυπωθεί, ώστε να είναι σαφές ότι η μη εφαρμογή του τεκμηρίου στις περιπτώσεις αυτές δεν θα είναι δυνητική, αλλά υποχρεωτική για τη Φορολογική Διοίκηση.

Περαιτέρω, ορίζεται ότι, για τη μη εφαρμογή του τεκμηρίου, «ο φορολογούμενος προσκομίζει τα αναγκαία δικαιολογητικά για την απόδειξη των ισχυρισμών του στη Φορολογική Διοίκηση. Η Φορολογική Διοίκηση ελέγχει την αλήθεια των ισχυρισμών και την ακρίβεια των αποδεικτικών στοιχείων του υπόχρεου και μειώνει ανάλογα το ελάχιστο ετήσιο εισόδημα». Όπως επισημαίνεται από την Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, στις περιπτώσεις αυτές, για λόγους χρηστής διοίκησης, η έκδοση πράξης διοικητικού προσδιορισμού του φόρου εισοδήματος πρέπει να έπεται της εξέτασης των δικαιολογητικών, τα οποία θα συνυποβάλλονται με τη φορολογική δήλωση.

  • Επί του Άρθρου 37

Με την προτεινόμενη διάταξη τροποποιείται το άρθρο 5 του ΚΦΔ και ρυθμίζονται ζητήματα που αφορούν την επίδοση πράξεων ή εγγράφων που εκδίδονται στο πλαίσιο των ειδικών καθεστώτων των άρθρων 47β, 47γ και 47δ του Κώδικα ΦΠΑ, ορίζεται δε, μεταξύ άλλων, ότι κοινοποιούνται ηλεκτρονικά «με μόνη την αποστολή αυτών στη δηλωθείσα διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, αν το πρόσωπο στο οποίο αφορά η κοινοποίηση δεν διαθέτει λογαριασμό με λειτουργικότητα ανάρτησης στο πληροφοριακό σύστημα της Φορολογικής Διοίκησης», καθώς και ότι, στην περίπτωση αυτή, η πράξη ή το έγγραφο θεωρείται ότι έχει νομίμως κοινοποιηθεί μετά την παρέλευση δέκα (10) ημερών από την αποστολή τους στη δηλωθείσα διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου.

Όπως επισήμανε η Επιστημονική Υπηρεσία της Βουλής, δεδομένου ότι η ως άνω ηλεκτρονική κοινοποίηση, συνάπτεται με δικαιώματα του φορολογούμενου που προστατεύονται από διατάξεις αυξημένης τυπικής ισχύος, παρατηρείται ότι το ως άνω θεσπιζόμενο τεκμήριο νόμιμης κοινοποίησης, δεν παρίσταται συμβατό με την αρχή της ασφάλειας δικαίου[15].

Με άλλα λόγια, δεν διασφαλίζεται ούτε η ταυτοποίηση και επιβεβαίωση της ταυτότητας του φορολογουμένου, ούτε η εξακρίβωση του ακριβούς χρόνου κατά τον οποίο έλαβε χώρα η παραλαβή και πρόσβαση του φορολογουμένου στο περιεχόμενο της πράξης, η οποία συνεπάγεται την έναρξη τυχόν έννομων συνεπειών ή προθεσμιών και, συνεπώς, δεν δύναται να δημιουργήσει τεκμήριο ασφαλούς γνώσης αυτής εκ μέρους του φορολογουμένου[16].

ΙV. ΣΥΖΗΤΗΣΗ

Αν θέλαμε να συνοψίσουμε τις βασικότερες ρυθμίσεις που εισάγει ο νέος φορολογικός νόμος, θα ξεχωρίζαμε τις τέσσερις (4) παρακάτω δέσμες δράσεων:

  1. Μεταβολές στον τρόπο φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών
  2. Επέκταση της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών
  3. Ενίσχυση της φορολογικής συμμόρφωσης μέσω επιβολής κυρώσεων (προστίμων)
  4. Ρύθμιση του καθεστώτος βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων

Ειδικότερα:

1. Μεταβολές στον τρόπο φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών

Η φοροδιαφυγή αποτελεί κυρίαρχο γνώρισμα της ελληνικής πραγματικότητας. Σημειώνεται ότι δεν παρουσιάστηκε στη χώρα μας ως αποκύημα της δημοσιονομικής κρίσης που ξέσπασε το 2009. Τουναντίον, έχει μακρόχρονη παρουσία στην Ελλάδα και έχει παρατηρηθεί ακόμη και σε περιόδους όπου η χώρα μας σημείωνε οικονομική άνθηση. Αναφορικά με την αδυναμία του ελληνικού κράτους να πετύχει επαρκή εισπραξιμότητα φορολογικών εσόδων έγινε λόγος σε έρευνα του ΟΟΣΑ (2011), ο οποίος σημείωσε ότι εάν η Ελλάδα εισέπραττε τους φόρους με τη μέση αποτελεσματικότητα των υπόλοιπων μελών του Οργανισμού, τα έσοδά της θα ήταν αυξημένα κατά 5% του ΑΕΠ.

Ένα από τα κύρια γνωρίσματα του εργατικού δυναμικού στην Ελλάδα είναι ο μεγάλος αριθμός των αυτοαπασχολούμενων. Ειδικότερα, σύμφωνα με τη Eurostat, το μέσο ποσοστό των αυτοαπασχολούμενων στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια της περιόδου 2008 – 2019 ανήλθε στο 35% ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για την Ευρωζώνη ήταν 15.6%.

Οι αυτοαπασχολούμενοι αποτελούν παραδοσιακά τη μερίδα των φορολογουμένων που έχουν τις περισσότερες ευκαιρίες να φοροδιαφύγουν, με αποτέλεσμα, σε περίπτωση όπου πράγματι αποκρύπτουν τα εισοδήματά τους, το φορολογικό βάρος να μετατοπίζεται στους μισθωτούς, οι οποίοι δεν έχουν τη δυνατότητα να αποκρύψουν το εισόδημά τους. Πράγματι, οι Matsaganis και Flevotomou (2010) έδειξαν ότι το ποσοστό φοροδιαφυγής των μισθωτών τοποθετείται μόλις στο 0,5% – 1%.

Με τη σειρά της, η απόκρυψη εισοδημάτων από αυτοαπασχολούμενους οδηγεί σε χαμηλή εισπραξιμότητα του φόρου εισοδήματος, των εργοδοτικών εισφορών και του φόρου προστιθέμενης αξίας, με αποτέλεσμα να συμπιέζονται τα έσοδα του κράτους. Παράλληλα, η φοροδιαφυγή καθιστά δυσχερή την αποτελεσματική άσκηση οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής από τις κυβερνήσεις[17].

Δεδομένων των ανωτέρω καθώς και του ότι, πράγματι, ένα διόλου ευκαταφρόνητο ποσοστό των ελεύθερων επαγγελματιών φαίνεται να αποκρύπτει μέρος του συνολικού του εισοδήματος, η ατζέντα για την αλλαγή του τρόπου φορολόγησης των ελεύθερων επαγγελματιών έπρεπε να ανοίξει. Ωστόσο, όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, η επίκληση των διδαγμάτων της κοινής πείρας για τη συναγωγή τεκμηρίου ως προς το ύψος του ελάχιστου καθαρού εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα που αποκτά ένα φυσικό πρόσωπο βάσει του νομοθετημένου κατώτατου μισθού ή, πολύ περισσότερο, των αποδοχών του υψηλότερα αμειβόμενου απασχολούμενου υπαλλήλου, παρίσταται, ενδεχομένως, προβληματική.

Περαιτέρω, η οριζόντια φορολογική αντιμετώπιση μίας ομάδας οικονομικών δρώντων ενδέχεται να μεγεθύνει τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν χιλιάδες ελεύθεροι επαγγελματίες και ειδικότερα οι πιο αδύναμοι.

2. Επέκταση της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών

Ένα από τα βασικότερα διαρθρωτικά προβλήματα της ελληνικής οικονομίας είναι η μεγάλη έκταση της φοροδιαφυγής και της παραοικονομίας, η οποία τροφοδοτείται από την ελλιπή καταγραφή συναλλαγών και την εκτεταμένη χρήση μετρητών[18]. Για τον λόγο αυτό, η αύξηση της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής αποτελεί θεμελιώδη στόχο του νέου φορολογικού νομοσχεδίου.

Αξίζει να σημειωθεί ότι η χρήση ηλεκτρονικών μέσων πληρωμής προσφέρει πολύτιμα στοιχεία για τις ελεγκτικές αρχές, οι οποίες θα πρέπει να έχουν την δυνατότητα να τα αξιοποιήσουν στην προσπάθειά τους να περιορίσουν τη φοροδιαφυγή. Ωστόσο, τυχόν προσπάθεια συμπίεσης φαινομένων φοροδιαφυγής δεν θα πρέπει να θέτει σε κίνδυνο βασικά δικαιώματα των πολιτών, όπως η προστασία των προσωπικών τους δεδομένων (άρθρο 9Α Σ). Ως εκ τούτου, οι τεχνικές διευθετήσεις όσον αφορά τη διαδικασία συλλογής και αξιοποίησης των στοιχείων συναλλαγών από τις αρχές θα πρέπει να οριστικοποιηθούν με προσοχή[19].

Τέλος, είναι κοινός τόπος ότι η αποτελεσματικότητα των μέτρων επηρεάζεται και από την γενικότερη αξιοπιστία της ακολουθούμενης οικονομικής πολιτικής από τις εκλεγμένες Κυβερνήσεις. Είναι σημαντικό για τους πολίτες να έχουν εμπιστοσύνη ότι τα δρομολογημένα μέτρα θα εφαρμοστούν πλήρως και δεν θα ανατραπούν στη συνέχεια. Εξάλλου, η επιτυχία των σχεδιασμένων μέτρων θα κριθεί εν τέλει από το βαθμό στον οποίο οι πολίτες θα μεταβάλλουν τις συνήθειες τους όσον αφορά τον τρόπο πληρωμής των συναλλαγών τους[20].

3. Ενίσχυση της φορολογικής συμμόρφωσης μέσω επιβολής κυρώσεων (προστίμων)

Η επιβολή κυρώσεων (προστίμων) σε επιχειρήσεις που δε συμμορφώνονται με τη φορολογική νομοθεσία, δεν είναι καινούργιο θεσμικό εργαλείο. Ωστόσο, συμφωνούμε όλοι ότι στόχος κάθε σύγχρονης φορολογικής αρχής θα πρέπει να είναι η καταπολέμηση της σκιώδους οικονομίας μέσω της ενίσχυσης της εκούσιας συμμόρφωσης.

Η επιβολή προστίμων σε επαγγελματίες και επιχειρήσεις που φοροδιαφεύγουν αποτελεί, σε ορισμένες περιπτώσεις καταστρατήγησης του νόμου, αναγκαίο μέτρο για τον περιορισμό φαινομένων φοροδιαφυγής αρκεί το ύψος τους να εναρμονίζεται με την αρχή της αναλογικότητας. Όμως, όπως αναφέραμε και παραπάνω, στα άρθρα 4, 6 και 8 του φορολογικού νόμου προβλέπονται πρόστιμα, το ύψος των οποίων δεν φαίνεται να βρίσκεται σε αρμονία με την εν λόγω αρχή.

4. Ρύθμιση του καθεστώτος βραχυχρόνιας μίσθωσης ακινήτων

Η συγκεκριμένη δέσμη ρυθμίσεων, εκτός από την οικονομική, διακρίνεται και από την κοινωνική χροιά της. Ειδικότερα, τον τελευταίο καιρό γίνεται λόγος για τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πολίτες στην εύρεση στέγης τόσο εξαιτίας της έλλειψης διαθέσιμων κατοικιών όσο και των ιδιαίτερα υψηλών τιμών τους.

Το ανωτέρω συμβαίνει λόγο της αύξησης της ζήτησης για ενοικίαση στέγης και της ταυτόχρονης μείωσης της προσφοράς διαθέσιμων κατοικιών[21]. Με τη νέα φορολογική ρύθμιση αναμένεται τόσο η ενίσχυση των δημοσίων εσόδων, μέσω της υποχρέωσης όσων εκμισθώνουν πάνω από τρία (3) ακίνητα να προβούν σε έναρξη επιχειρηματικής δραστηριότητας, όσο και η απελευθέρωση κατοικιών προκειμένου να διατεθούν προς μακροχρόνια μίσθωση (λόγο του λιγότερο ευνοϊκού καθεστώτος που εισάγει ο νέος νόμος για τη βραχυχρόνια μίσθωση ακινήτων).

V. ΑΝΤΙ ΕΠΙΛΟΓΟΥ

Ο νέος φορολογικός νόμος είναι, αναντίρρητα, εκτεταμένος και πολύπλευρος. Ενώ ο τίτλος του νόμου αναφέρεται σε μέτρα για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής, ωστόσο, περιλαμβάνει και ρυθμίσεις που δεν άπτονται του περιορισμού της φοροδιαφυγής. Προβλέπει, μεταξύ άλλων, νέο καθεστώς για τη φορολόγηση των ελεύθερων επαγγελματιών και των βραχυχρόνιων μισθώσεων, επέκταση της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών και υψηλά πρόστιμα σε περίπτωση που οι επιχειρηματίες δε συμμορφώνονται με τις προβλέψεις του. Όμως, ο νέος νόμος, εκτός από πλεονεκτήματα[22] που ενδεχομένως θα εισάγει στην οικονομική ζωή της χώρας, εμπεριέχει και ορισμένες στρεβλώσεις.

Ειδικότερα, στο άρθρο 3 εντοπίζεται ασυμβατότητα με το νόμο 1882/1990, στα άρθρα 4, 6 και 8 φαίνεται να μην ικανοποιείται η αρχή της αναλογικότητας, στο άρθρο 14 φαίνεται να μην ικανοποιείται η αρχή της ισότητας ενώ στα άρθρα 15-17 η επίκληση των διδαγμάτων της κοινής πείρας για τη συναγωγή τεκμηρίου ως προς το ύψος του ελάχιστου καθαρού εισοδήματος από επιχειρηματική δραστηριότητα, παρίσταται, ενδεχομένως, προβληματική. Τέλος, στα άρθρα 14 και 37 φαίνεται να μην καλύπτεται η απαίτηση για ασφάλεια δικαίου.

Σε κάθε περίπτωση, η «καλή νομοθέτηση» αποτελεί πάγια απαίτηση εκ μέρους των πολιτών και, αναμφίβολα, επιδέχεται βελτιώσεων από το νομοθετικό σώμα της χώρας μας. Η αλήθεια είναι ότι αποσπασματικές ρυθμίσεις, οι οποίες κινδυνεύουν να χαρακτηρίσουν μία ολόκληρη ομάδα οικονομικών δρώντων ως «φοροφυγάδων», δεν αποτελούν πανάκεια στην οριστική επίλυση χρόνιων διαρθρωτικών προβλημάτων. Απαιτείται γενναία και εκτεταμένη φορολογική μεταρρύθμιση, η οποία να κινείται στην κατεύθυνση της απλοποίησης του φορολογικού συστήματος, της δίκαιη κατανομής των φορολογικών βαρών, της ανταποδοτικότητας, της καλλιέργειας εκούσιας συμμόρφωσης καθώς και της ενίσχυσης της φορολογικής διοίκησης με σύγχρονα τεχνολογικά εργαλεία και καταρτισμένο προσωπικό.

Όμως, στη διαρκή προσπάθεια για ανάκαμψη της χώρας, ίσως θα πρέπει να εστιάζουμε και στις φωτεινές πλευρές τόσο εκτεταμένων μεταρρυθμίσεων, στις οποίες, εν προκειμένω, εντάσσεται, μεταξύ άλλων, η ρύθμιση του καθεστώτος των βραχυχρόνιων μισθώσεων και η επέκταση της χρήσης ηλεκτρονικών μέσων πληρωμών, η οποία δηλώνει τη διαρκή προσπάθεια και δέσμευση της χώρας για μετάβαση στην ψηφιακή οικονομία.

Αναστάσιος Γκατζούφας, MSc
Πτυχιούχος Tμήματος Δημόσιας Διοίκησης, Πάντειο Πανεπιστήμιο και Τμήματος Οργάνωσης και Διοίκησης Επιχειρήσεων, Πανεπιστήμιο Μακεδονίας


[1] Βλ. ν. 5073/2023 (ΦΕΚ Α’ 204/11.12.2023).

[2] Βλ. σελ. 4 της Έκθεσης της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής.

[3] Βλ., ενδεικτικά, άρθρο 10 (καταστροφή αχρησιμοποίητων εντύπων παραβόλων), άρθρο 31 (έκπτωση δαπανών ανακαίνισης κτιρίων), άρθρο 37 (επιδόσεις εγγράφων) και άρθρο 47 (χωριστή φορολογική δήλωση συζύγων).

[4] https://www.forin.gr/articles/article/74727/upourgeio-oikonomikwn-logw-forodiafughs-misthwtoi-kai-suntaksiouxoi-plhrwnoun-perissoterous-forous, τελευταία πρόσβαση 09/12/2023.

[5] Το ανώτερο τεκμαρτό εισόδημα καθορίζεται στις 50.000 ευρώ. Παράλληλα, προβλέπεται πλήρης απαλλαγή από το τεκμήριο όταν συντρέχουν ειδικοί λόγοι, όπως ασθένεια, εκπλήρωση της στρατιωτικής θητείας, φυσικές καταστροφές, λόγοι ανωτέρας βίας κ.λπ..

[6] Για την έκθεση της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής για το νέο φορολογικό νομοσχέδιο, βλ. εδώ: https://www.hellenicparliament.gr/Nomothetiko-Ergo/Psifisthenta-Nomoschedia?law_id=e97ccbb7-89dd-4b7c-af11-b0c8018a6098, τελευταία πρόσβαση 11/12/2023.

[7] Βλ. σελ. 4 και 5 της Έκθεσης της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής.

[8] Βλ. αποφάσεις ΑΠ 735, 761, 1698/2001, 90/2005, 1405/2008, 80/2010, ΣτΕ 280/2009, 4326/2014, 1679/2017.

[9] Βλ. σελ. 5 της Έκθεσης της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής.

[10] Βλ. σελ. 6 της Έκθεσης της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής.

[11] Βλ. σελ. 7 της Έκθεσης της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής.

[12] Βλ. σελ. 7,8 και 9 της Έκθεσης της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής.

[13] Βλ. σχετικές εκθέσεις επί των ν. 4038/2012 και 4174/2013.

[14] Βλ. σελ. 9, 10, 11, 12, 13,14 και 15 της Έκθεσης της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής.

[15] Βλ. σελ. 18 της Έκθεσης της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής.

[16] Βλ. σελ. 18 της Έκθεσης της Επιστημονικής Υπηρεσίας της Βουλής.

[17] Για παράδειγμα, όταν οι φορολογούμενοι αποκρύπτουν τα εισοδήματά τους, το κράτος δεν μπορεί να διακρίνει ποιοι πολίτες είναι οι οικονομικά ασθενέστεροι, με αποτέλεσμα τα προνοιακά επιδόματα να διοχετεύονται και σε οικονομικούς δρώντες που δεν τα έχουν πραγματικά ανάγκη και έτσι να κατασπαταλούνται πολύτιμοι πόροι.

[18] Νίκος Βέττας, Ηλεκτρονικές συναλλαγές vs φοροδιαφυγή: Νέες υποχρεώσεις για ιδιώτες και επιχειρήσεις το 2017.

[19] Νίκος Βέττας, Ηλεκτρονικές συναλλαγές vs φοροδιαφυγή: Νέες υποχρεώσεις για ιδιώτες και επιχειρήσεις το 2017.

[20] Γιώργος Ναθαναήλ, Ηλεκτρονικές συναλλαγές vs φοροδιαφυγή: Νέες υποχρεώσεις για ιδιώτες και επιχειρήσεις το 2017.

[21] Η μείωση της προσφοράς διαθέσιμων κατοικιών για μακροχρόνια μίσθωση ήταν, μεταξύ άλλων, αποτέλεσμα της έντονης διάδοσης του θεσμού της βραχυχρόνιας μίσθωσης.

[22] Όπως έχει προαναγγείλει η Κυβέρνηση, οι παρεμβάσεις για την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής στην πλήρη εφαρμογή τους μέχρι το 2027 θα προσεγγίσουν τα 3 δισ. ευρώ ετησίως. Μόνο από τις ρυθμίσεις για τους ελεύθερους επαγγελματίες τα έσοδα αναμένεται να αυξηθούν κατά 552 εκατ. ευρώ το επόμενο έτος. Έτσι, θα δημιουργηθούν τα δημοσιονομικά περιθώρια προκειμένου να αυξηθούν από το 2024 οι δαπάνες για την υγεία και τα δημόσια νοσοκομεία κατά 481 εκατ. ευρώ και για την παιδεία κατά 255 εκατ. ευρώ. https://www.protothema.gr/economy/article/1444093/forologiko-nomoshedio-oi-deka-allages-koinonikis-dikaiosunis-pou-fernei-stin-kathimerinotita-mas/, τελευταία πρόσβαση 12/12/2023.

Σου άρεσε το άρθρο, αλλά σου δημιούργησε νέες απορίες;

Έχεις και άλλα ερωτήματα που σε απασχολούν σε σχέση με το Σύνταγμα, τους Θεσμούς, τα δικαιώματα και τη λειτουργία της Δημοκρατίας;

Σχετικά Άρθρα

Νέα κυκλοφορία: Φίλιππος Κ. Σπυρόπουλος, Το δικαίωμα αντίστασης κατά το άρθρο 120 παρ. 4 του Συντάγματος

Η μονογραφία του Φίλιππου Σπυρόπουλου για το δικαίωμα αντίστασης κατά το άρθρο 120 παρ. 4 του Συντάγματος μπορεί να χαρακτηριστεί σήμερα ως ένα κλασικό έργο της σύγχρονης ελληνικής συνταγματικής θεωρίας.

Περισσότερα

Ελάχιστα ρεαλιστική πολιτικά η ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του ΠτΔ

Ο Χαράλαμπος Τσιλιώτης σχολιάζει το ζήτημα του συνταγματοπολιτικού ρόλου του ΠτΔ που ανακύπτει σε κάθε συζήτηση για πιθανή αναθεώρηση του Συντάγματος και εξετάζει κατά πόσο θα ήταν εφικτή η ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του.

Περισσότερα

Η οργάνωση των σχέσεων της Βουλής με τις ανεξάρτητες αρχές σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής

Ο Κωνσταντίνος Μουρτοπάλλας γράφει για την οργάνωση των σχέσεων της Βουλής με τις ανεξάρτητες αρχές σύμφωνα με το Σύνταγμα και τον Κανονισμό της Βουλής.

Περισσότερα

Θέλεις να μαθαίνεις

πρώτος τα νέα μας;

Αν σε ενδιαφέρει να ενημερώνεσαι άμεσα για τις νέες δημοσιεύσεις και τις δράσεις του Syntagma Watch, τότε εγγράψου στο newsletter μας!

Αυτός ο ιστότοπος για τη διευκόλυνση της λειτουργίας του και προκειμένου να σας παρέχει μια προσωποποιημένη εμπειρία χρησιμοποιεί cookies. Για να ενημερωθείτε για τη χρήση των cookies και τις σχετικές ρυθμίσεις μπορείτε να επιλέξετε εδώ

JOIN THE CLUB!

It’s easy: all we need is your email & your eternal love. But we’ll settle for your email.