Search
Close this search box.

Η δικαστική υπόθεση σεξουαλικής παρενόχλησης στην Πρεσβεία της Βενεζουέλας, υπό το πρίσμα της κρατικής ετεροδικίας στη δικαιοδοσία και την αναγκαστική εκτέλεση

Με αφορμή τη δικαστική υπόθεση σεξουαλικής παρενόχλησης στην Πρεσβεία της Βενεζουέλας στην Ελλάδα, ο Χαράλαμπος Τσιλιώτης γράφει για τον δικονομικό θεσμό της κρατικής ετεροδικίας στη δικαιοδοσία.

Σύντομο Ιστορικό της υπόθεσης

Τις τελευταίες ημέρες επανήλθε στην δημοσιότητα μία παλαιότερη υπόθεση καταγγελιών σεξουαλικής κακοποίησης και παρενόχλησης ορισμένων γυναικών εργαζομένων στην Πρεσβεία της Βολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας στην Αθήνα από τον ίδιο τον τότε Πρέσβη Φρανκλίν Ραμόν Γκονσάλες την περίοδο 2012-2013, η οποία είχε λάβει μάλιστα και πολιτικές διαστάσεις[1]. Πέντε από τις γυναίκες θύματα αυτής της καταγγελθείσας κακοποίησης έκαναν δημόσια καταγγελία, εκ των οποίων η μία παραιτήθηκε και οι τρεις απολύθηκαν. Δύο εξ αυτών προσέφυγαν με αγωγή κατά της Βολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Διαδικασία Εργατικών Διαφορών), το οποίο εξέδωσε απόφαση ήδη για την μία, δικαιώνοντάς την και επιδικάζοντάς της αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση περίπου 32.000 ευρώ[2]. Η νομική βάση της αγωγής, εάν δηλ. αφορά αξίωση από τη σύμβαση εργασίας, αδικοπραξία ή/και παράνομη προσβολή προσωπικότητας, το σκεπτικό και το αναλυτικό διατακτικό της απόφασης δεν μας είναι γνωστά. Μάλλον πρόκειται περί απόφασης με την οποία ζητείτο αποζημίωση λόγω παράνομης και καταχρηστικής καταγγελίας της σύμβασης εργασίας και χρηματική ικανοποίηση για την ηθική βλάβη από την προσβολή της προσωπικότητας. Προφανώς η απόφαση κηρύχθηκε προσωρινά εκτελεστή κατά την διάταξη του άρθρου 908 παρ. 1 περ. ε΄ ΚΠολΔ[3].

Όπως έγινε γνωστό η ενάγουσα-θύμα της σεξουαλικής κακοποίησης επιχείρησε να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση κατά της Δημοκρατίας της Βενεζουέλας, πλην, όμως, κώλυμα σε ένα τέτοιο δικονομικό διάβημα στέκεται η διάταξη του άρθρου 923 ΚΠολΔ που ορίζει ότι «[α]ναγκαστική εκτέλεση κατά αλλοδαπού δημοσίου δεν μπορεί να γίνει χωρίς προηγούμενη άδεια του Υπουργού της Δικαιοσύνης». Η διάταξη αυτή επιβάλλει μία καταρχήν απαγόρευση επίσπευσης αναγκαστικής εκτέλεσης με επιφύλαξη εξαίρεσης (allgemeines Verbot mit Erlaubnisvorbehalt), ήτοι την προηγούμενη άδεια του Υπουργού Δικαιοσύνης.

Ο δικονομικός θεσμός της κρατικής ετεροδικίας στη δικαιοδοσία

Πριν αναφερθούμε κατωτέρω ενδελεχέστερα στο θέμα της υπουργικής άδειας, χρήσιμο είναι να αναφερθούμε στο ζήτημα της ετεροδικίας του Δημοσίου της Βενεζουέλας ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων, το οποίο έχει προκαλέσει απορίες και ερωτήματα.. Το ζήτημα της διεθνούς δικαιοδοσίας των ελληνικών δικαστηρίων καθορίζει καταρχήν το άρθρο 3 παρ. 1 ΚΠολΔ που αναφέρει ότι  «[σ]τη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων υπάγονται Έλληνες και αλλοδαποί, εφόσον υπάρχει αρμοδιότητα ελληνικού δικαστηρίου». Αμέσως μετά όμως η παρ. 2 του ιδίου άρθρου αναφέρεται στις εξαιρέσεις από αυτόν τον κανόνα. Σύμφωνα λοιπόν με αυτή την διάταξη «[ε]ξαιρούνται από τη δικαιοδοσία των ελληνικών δικαστηρίων οι αλλοδαποί που έχουν ετεροδικία, εκτός αν πρόκειται για τις διαφορές που υπάγονται στις διατάξεις του άρθρου 29».

Ως «αλλοδαποί» υπό την έννοια αυτής της διάταξης νοούνται φυσικά και νομικά πρόσωπα, συμπεριλαμβανομένου του νομικού προσώπου αλλοδαπών κρατών και κατά την ορθότερη άποψη και διεθνών οργανισμών[4]. Κατά συνέπεια όσοι αλλοδαποί χαίρουν ετεροδικίας ή, κατ’ άλλη ορολογία, ασυλίας δεν μπορούν να εναχθούν ενώπιον των ελληνικών πολιτικών δικαστηρίων με την εξαίρεση των εμπραγμάτων διαφορών, εάν το ακίνητο βρίσκεται στην ημεδαπή. Ως ετεροδικία στην δικαιοδοσία, η οποία αντιπαραβάλλεται προς την ετεροδικία αναγκαστικής εκτελέσεως[5], νοείται το δικονομικό προνόμιο ενός κράτους να μην δικαστεί για ιδιωτικού δικαίου υποθέσεις ενώπιον των πολιτικών δικαστηρίων ενός άλλου κράτους και το αντίστοιχο δικονομικό κώλυμα για τα δικαστήρια του κράτους forum να δικάσουν διαφορές στα οποία εναγόμενο είναι ένα αλλοδαπό κράτος. Η ετεροδικία στην δικαιοδοσία αποτελεί ταυτόχρονα όριο στην διεθνή δικαιοδοσία των δικαστηρίων ενός κράτους και στην εθνική του κυριαρχία. Διεθνοδικαιικό θεμέλιο της ετεροδικίας είναι ο σεβασμός στην κυριαρχία των κρατών και η αρχή της κυρίαρχης ισότητας αυτών (πρβλ. άρθρο 2 παρ. 1 του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ).

Το ποιος χαίρει του προνομίου της ετεροδικίας ορίζει το Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, στο μέτρο που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου κατ’ άρθρο 28 παρ. 1 Σ, δηλ. οι γενικά παραδεδεγμένοι κανόνες του Διεθνούς Δικαίου και οι διεθνείς συμβάσεις που έχει κυρώσει με νόμο η χώρα μας και έχουν τεθεί σε ισχύ στη διεθνή έννομη τάξη σύμφωνα με τους όρους καθεμιάς. Η εν λόγω προϋπόθεση αποτελεί condition sine qua non για τον Έλληνα δικαστή, διότι διαφορετικά ο τελευταίος δεν δεσμεύεται από διεθνή σύμβαση ή συνθήκη που έχει υπογράψει μεν η χώρα μας αλλά δεν έχει κυρώσει με νόμο στην εσωτερική έννομη τάξη κατά την συνήθη δικαιοπαραγωγική διαδικασία. Τοσούτω μάλλον δεν δεσμεύεται από διεθνείς συμβάσεις που δεν έχει υπογράψει ή δεν έχει προσχωρήσει σε αυτές η Ελλάδα. Οι κανόνες αυτοί του Διεθνούς Δικαίου, που καθορίζουν την ετεροδικία αλλοδαπών, όχι μόνο αποτελούν αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού Δικαίου αλλά και υπερισχύουν κάθε άλλης αντίθετης διάταξης νόμου, όχι όμως και του Συντάγματος κατά κρατούσα άποψη σε θεωρία και νομολογία.

Εν προκειμένω δεν υφίσταται διεθνής σύμβαση για την ετεροδικία κρατών που να έχει υπογράψει η χώρα μας, και συνακόλουθα να έχει κυρώσει με νόμο. Ναι μεν στη διεθνή έννομη τάξη υπάρχουν η Συνθήκη του ΟΗΕ για την δικαστική ετεροδικία των κρατών και την περιουσία τους (United Nations Convention on Jurisdictional Immunities and Τheir Property), η οποία υιοθετήθηκε από την Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 2 Δεκεμβρίου 2004, όπως και η Ευρωπαϊκή Σύμβαση της Βασιλείας για την ετεροδικία κρατών του Συμβουλίου της Ευρώπης (European Convention on State Immunity) της 16 Μαΐου 1972, αμφότερες όμως δεν έχει υπογράψει ή δεν έχει προσχωρήσει σε αυτές η χώρα μας, κατά συνέπεια δεν αποτελούν μέρος του εσωτερικού δικαίου.

Το θέμα της δικαστικής ετεροδικίας ρυθμίζεται όμως από το Διεθνές εθιμικό Δίκαιο το οποίο εμπίπτει στην έννοια των γενικά παραδεδεγμένων κανόνων του Διεθνούς Δικαίου κατ’ άρθρο 28 παρ. 1 Σ και εντάσσεται άνευ εσωτερικής νομοθετικής πράξης στην εσωτερική έννομη τάξη δυνάμει της εντολής αμέσου εφαρμογής αυτής της διάταξης. Κατά συνέπεια θα πρέπει το άρθρο 3 παρ. 2 ΚΠολΔ να ερμηνευθεί σύμφωνα με τα κρατούντα στο Διεθνές εθιμικό Δίκαιο όσον αφορά τον θεσμό της κρατικής ετεροδικίας στην δικαιοδοσία, αφενός λόγω της τυπικής υπεροχής των τελευταίων δυνάμει του άρθρου 28 παρ. 1 Σ αλλά και γιατί η ίδια η δικονομική διάταξη παραπέμπει σιωπηρά μεν, πλην όμως αυτονοήτως σε αυτά.

Σύμφωνα, λοιπόν, με το Διεθνές εθιμικό Δίκαιο στον χώρο του Διεθνούς Δικαίου κρατεί η αρχή της σχετικής ετεροδικίας των κρατών στην δικαιοδοσία, σύμφωνα με την οποία η ετεροδικία στην δικαιοδοσία ισχύει μόνο για πράξεις των κρατών κυριαρχικού χαρακτήρα, κατ’ ενάσκηση δηλ. δημόσιας εξουσίας (iure imperrii) και όχι γι’ αυτές που έχουν συναλλακτικό χαρακτήρα, τις οποίες διαπράττουν στις ιδιωτικού δικαίου σχέσεις τους και όταν ενεργούν ως fiscus (iure gestionis). Κλασσικές και αδιαμφισβήτητες πράξεις jure gestionis αποτελούν οι συμβατικές εργασιακές σχέσεις ιδιωτικού δικαίου των κρατών με το υπαλληλικό προσωπικό των πρεσβευτικών ή προξενικών αποστολών τους σε τρίτες χώρες, που δεν καταλαμβάνονται βεβαίως από τις ασυλίες και τα προνόμια των δύο Συμβάσεων της Βιέννης του 1961 και 1963 αντίστοιχα για τις πρεσβευτικές και προξενικές αποστολές στο εξωτερικό. Το προσωπικό αυτό αποτελείται κατά κανόνα από εργαζόμενους ιθαγένειας του κράτους υποδοχής, οι δε σχέση που τους διέπει με το κράτος αποστολής είναι οι συμβάσεις εργασίας ή έργου ιδιωτικού δικαίου.

Ο παραπάνω κανόνας καλείται στο Διεθνές Δίκαιο αρχή ή κανόνας της σχετικής ετεροδικίας και ισχύει ως διεθνές έθιμο που δεσμεύει στην διεθνή έννομη τάξη κατά το άρθρο 38 παρ. 1 περ. β΄ Καταστατικού του Δικαστηρίου Διεθνούς Δικαιοσύνης της Χάγης και χώρες που δεν έχουν υπογράψει διεθνείς συμβάσεις, οικουμενικού ή περιφερειακού χαρακτήρα, που ρυθμίζουν το ζήτημα της ετεροδικίας όπως η χώρα μας. Κατά μία άποψη η παραπάνω Διεθνής Σύμβαση του ΟΗΕ του 2004 αποτυπώνει τον κανόνα αυτόν ως διεθνές έθιμο. Η χώρα μας δεσμεύεται και στο εσωτερικό της δίκαιο από τον κανόνα αυτόν ως διεθνές έθιμο, όπως προαναφέρθηκε, κατά το άρθρο 3 παρ. 2 ΚΠολΔ σε συνδυασμό και προς το άρθρο 28 παρ. 1 Σ.

Η έλλειψη ετεροδικίας της Βενεζουέλας ενώπιον των ελληνικών δικαστηρίων

Από τα ανωτέρω συνάγεται ότι η Βολιβαριανή Δημοκρατία της Βενεζουέλας ως διάδικος[6] στην εργατική δίκη με την καταγγέλλουσα, ως κακοποιηθείσα και απολυθείσα πρώην υπάλληλο της Πρεσβείας της, στερείται του προνομίου της ετεροδικίας στη δικαιοδοσία, εφόσον οι επίδικες πράξεις της καταγγελίας της σύμβασης εργασίας ή/και της αδικοπραξίας και παράνομης προσβολής προσωπικότητας (πρβλ. άρθρα 914 και 57 ΑΚ σε συνδυασμό με το άρθρο 922 ΑΚ) επ’ ουδενί μπορούν να θεωρηθούν πράξεις κατ’ ενάσκηση κυριαρχικής εξουσίας του κράτους (iure imperii) και αποτελούν πράξεις iure gestionis, στις οποίες το εναγόμενο κράτος δεν απολαμβάνει του προνομίου της δικαστικής ετεροδικίας. Στα παραπάνω ουδέν αλλάζει από το γεγονός ότι ο φερόμενος ως δράστης της σεξουαλικής κακοποίησης πρώην Πρέσβης δεν υποβάλλεται προσωπικά, σύμφωνα με το άρθρο 31 παρ. 1 Σύμβασης της Βιέννης για τις διπλωματικές σχέσεις του 1961, σε αστική ή ποινική δικαιοδοσία.

Κατά συνέπεια, ορθά δέχθηκε το Δικαστήριο την διεθνή δικαιοδοσία του και προχώρησε στην εξέταση της νομικής και ουσιαστικής βασιμότητας της αγωγής.

Η απαιτούμενη άδεια του Υπουργού Δικαιοσύνης κατ’ άρθρο 923 ΚΠολΔ

Η ενάγουσα για να ικανοποιήσει την δικαστικώς επιδικασθείσα απαίτησή της υπέβαλε αίτηση το 2019 αμέσως μετά την έκδοση της απόφασης και προφανώς προβαίνοντας στις απαιτούμενες προπαρασκευαστικές ενέργειες για την επίσπευση της αναγκαστικής εκτέλεσης (έκδοση απογράφου εκτελεστού) ούτως ώστε να δοθεί η απαιτούμενη άδεια από τον αρμόδιο Υπουργό Δικαιοσύνης, καθότι διαφορετικά όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, δεν θα μπορούσε να επισπεύσει αναγκαστική εκτέλεση εις βάρος του αλλοδαπού Δημοσίου. Πράγματι ο Υπουργός εξέδωσε την ακόλουθη απόφαση με την οποία χορηγείται η αιτηθείσα και προβλεπόμενη άδεια «από το άρθρο 923 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας για αναγκαστική εκτέλεση κατά της Βολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας και της Πρεσβείας στην Αθήνα έλαβε το Υπουργείο Δικαιοσύνης, μετά από σχετική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και τη θετική γνώμη επί της σχετικής αίτησης του Γενικού Γραμματέα του Υπουργείου Εξωτερικών.

Η αιτηθείσα άδεια χορηγείται υπό τον όρο ότι η αναγκαστική εκτέλεση δεν θα διενεργηθεί εις βάρος των αναφερόμενων στο άρθρο 22 παρ. 3 της Σύμβασης της Βιέννης του 1961 (ΝΔ 503/70), καθώς και των πραγμάτων (ακινήτων ή κινητών) που εξυπηρετούν την άσκηση κυριαρχικής εξουσίας της Βολιβαριανής Δημοκρατίας της Βενεζουέλας»[7].

Νομικά ζητήματα της αναγκαστικής εκτέλεσης κατά αλλοδαπού Δημοσίου[8]

Η διάταξη του άρθρου 923 ΚΠολΔ αποτελεί περιορισμό του δικαιώματος δικαστικής προστασίας κατ’ άρθρο 20 παρ. 1 Σ και σε δίκαιη δίκη κατ’ άρθρο 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ αλλά και του δικαιώματος στην περιουσία κατ’ άρθρο 1 παρ. 1 1ου Πρόσθετου Πρωτοκόλλου της ΕΣΔΑ. Η συνταγματικότητα και η συμβατότητα με την ΕΣΔΑ έχει μεν αμφισβητηθεί με εύλογα επιχειρήματα αλλά νομολογιακά έχει κριθεί θετικά προς χάρη του σεβασμού των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου και της κυριαρχίας των αλλοδαπών κρατών, οι οποίοι αποτελούν το θεμέλιο της ισότητας των Κρατών και, εντεύθεν, της ομαλότητας των διεθνών σχέσεων, αγαθά που προστατεύονται και συνταγματικά σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 2, 28 παρ. 1, και 36 παρ. 1 και 2 Σ[9].

Επίσπευση της αναγκαστικής εκτέλεσης, χωρίς την χορήγηση της απαιτούμενης άδειας είναι άκυρη και υπόκειται σε ανακοπή κατά τα άρθρα 933 επ. ΚΠολΔ και σε αναστολή κατά το άρθρο 938 ΚΠολΔ. Η άδεια δίδεται για το σύνολο της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης (in toto) και όχι για κάθε επιμέρους πράξη της, αρχής γενομένης από την επίδοση του πρώτου απογράφου εκτελεστού με επιταγή για εκτέλεση παρά πόδα αυτής σύμφωνα με το άρθρο 924 ΚΠολΔ. Η αρμοδιότητα αυτή του Υπουργού Δικαιοσύνης ασκείται κατά ευρεία διακριτική ευχέρεια, η οποία περιλαμβάνει όχι τόσο την νομιμότητα της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης, για τον έλεγχο της οποίας αρμόδια είναι τα πολιτικά δικαστήρια, αλλά πρωτίστως τη σκοπιμότητα. Η απόφαση δε, που εκδίδει, είτε θετική είτε αρνητική, αποτελεί μεν κατά κρατούσα αλλά μη αναντίλεκτη άποψη κυβερνητική πράξη κατ’ άρθρο 45 παρ. 5 ΠΔ 18/1989[10], μη υποκείμενη σε αίτηση ακυρώσεως, δεν παύει, όμως, να είναι διοικητική πράξη και να υπόκειται στην αρχή της νομιμότητας. Σύμφωνα με την ορθότερη άποψη που ακολούθησε και ο Υπουργός στην επίμαχη απόφασή του, επιτρεπτή μπορεί να είναι μόνο η σύμφωνη με το Διεθνές Δίκαιο αναγκαστική εκτέλεση, αυτή δε η αναφορά στο σώμα της απόφασης έχει απλά διαπιστωτικό-επιβεβαιωτικό και επ’ ουδενί συστατικό-διαπλαστικό χαρακτήρα. Δεν αποκλείεται, όμως, σε περίπτωση που η αναγκαστική εκτέλεση επισπευσθεί σε μεταγενέστερη φάση της κατ’ αντίθεση προς τους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου, ο Υπουργός να ανακαλέσει την απόφασή του κατά τους κανόνες της ανάκλησης των διοικητικών πράξεων. Ενδείκνυται πάντως σε περίπτωση νομικής αμφισβήτησης να αφήσει την κρίση του θέματος στη δικαιοδοσία των πολιτικών δικαστηρίων κατά την εξέταση των ενδίκων βοηθημάτων της ανακοπής και της αιτήσεως αναστολής κατά τα ανωτέρω.

Έτσι, σύμφωνα με εθιμικό κανόνα που φαίνεται να έχει αποτυπωθεί και στην παραπάνω Σύμβαση του ΟΗΕ του 2004, επιτρεπτή είναι η αναγκαστική εκτέλεση κατά πραγμάτων κυριότητας του αλλοδαπού Δημοσίου, που αφορούν ιδιωτικοοικονομικούς ή συναλλακτικούς σκοπούς, οι οποίοι εξυπηρετούν αυτό ως fiscus (iure gestionis) και όχι για πράγματα που εξυπηρετούν κυριαρχικούς σκοπούς κατ’ ενάσκηση δημόσιας εξουσίας (iure imperii). O κανόνας ή η αρχή της σχετικής ετεροδικίας ή ασυλίας βρίσκει εφαρμογή και στην αναγκαστική εκτέλεση. Μόνο που εν προκειμένω κρίσιμες δεν είναι οι επίδικες πράξεις, όπως στη δικαιοδοσία, αλλά τα επίδικα πράγματα για τα οποία επισπεύδεται η αναγκαστική εκτέλεση.

Περαιτέρω, σύμφωνα με το άρθρο 22 παρ. 3 της Σύμβασης της Βιέννης για τις διπλωματικές σχέσεις της 18 Απριλίου 1961[11], την οποία η χώρα μας υπέγραψε αλλά και κύρωσε με το Ν.Δ. 503/1970[12], απαγορεύεται η κατάσχεση των χώρων της ξένης διπλωματικής αποστολής, της επίπλωσής των, καθώς και όλων των ειδών που βρίσκονται σ’ αυτούς, όπως επίσης και η κατάσχεση των μεταφορικών μέσων που χρησιμοποιεί η ξένη διπλωματική αποστολή και τα μέλη της. Η Σύμβαση αυτή αποτελεί κατ’ άρθρο 28 παρ. 1 Σ αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού δικαίου με την αυξημένη τυπική ισχύ που της αποδίδει η διάταξη αυτή και, τουλάχιστον ως προς τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις της, αποτελεί κωδικοποίηση προϋπάρχοντος Διεθνούς εθιμικού Δικαίου με οικουμενική αναγνώριση. Κατά συνέπεια στην εσωτερική έννομη τάξη οι ρυθμίσεις της ισχύουν ταυτόχρονα και ως γενικά παραδεδεγμένοι κανόνες του Δημοσίου Διεθνούς Δικαίου κατά το άρθρο 28 παρ. 1 Σ.

Σκοπός της ρύθμισης αυτής είναι η με δέσμευση οικουμενικού Διεθνούς Δικαίου εγγύηση της ανεμπόδιστης λειτουργίας της διπλωματικής αποστολής του κράτους αποστολής στο κράτος υποδοχής για την εκπλήρωση των διπλωματικών καθηκόντων που καθορίζονται από το άρθρο 3 της ίδιας Σύμβασης, που επίσης απηχεί οικουμενικό διεθνές έθιμο. Με τη διάταξη αυτή καθιερώνεται, στο μέτρο που αυτή προβλέπει, ασυλία εκτελέσεως υπέρ του αλλοδαπού Δημοσίου στο κράτος forum, η οποία δεν θα πρέπει να συγχέεται με την ετεροδικία του αλλοδαπού Δημοσίου ως απαγόρευση υπαγωγής του στην διεθνή δικαιοδοσία του δικαστηρίου του κράτους forum στο πλαίσιο διαγνωστικής δίκης.

Αυτό σημαίνει ότι κατά το άρθρο 3 παρ. 2 ΚΠολΔ (εάν θεωρηθεί κατά την ορθότερη άποψη ότι στο πεδίο εφαρμογής του υπάγεται και η εκτέλεση) σε συνδυασμό με το άρθρο 22 παρ. 3 Σύμβασης της Βιέννης και τον κυρωτικό αυτής νόμο (ΝΔ 503/1970), με τον οποίο μάλιστα κατά το άρθρο 28 παρ. 1 Σ έχει αποκτήσει υπερνομοθετική ισχύ στην εσωτερική έννομη τάξη, απαγορεύεται ρητά και χωρίς εξαιρέσεις η κατάσχεση των ως άνω αντικειμένων[13].

Αμφισβητούμενη είναι η νομική φύση ως jure imperii ή jure gestionis των τραπεζικών λογαριασμών που διατηρούν οι Πρεσβείες στο όνομα των χωρών τους σε Τράπεζες της χώρας υποδοχής[14]. Ο τραπεζικός λογαριασμός δεν εμπίπτει στα πράγματα του πεδίου εφαρμογής του άρθρου 22 παρ. 3 της Σύμβασης της Βιέννης. Δικονομικά έχει κριθεί ότι αποτελεί απαίτηση του δικαιούχου του έναντι της Τράπεζας, την οποία ο επισπεύδων την αναγκαστική εκτέλεση δανειστής του δικαιούχου του λογαριασμού μπορεί να κατασχέσει εις χείρας τρίτου (της Τράπεζας εν προκειμένω). Παρ’ όλα αυτά, θα πρέπει να ερευνηθεί εάν η απαίτηση αυτή εντάσσεται στην απαγόρευση εκτελέσεως με βάση την αρχή της σχετικής ετεροδικίας ως αρχή του Διεθνούς εθιμικού Δικαίου. Εάν δεν ακολουθήσουμε τις αμιγείς απόψεις ότι ο τραπεζικός λογαριασμός αποτελεί άνευ ετέρου jure imperii ή αντίθετα jure gestionis περιουσιακό στοιχείο και θελήσουμε να εξετάσουμε κατά περίπτωση τότε κρίσιμο στοιχείο για τη διάγνωση της νομικής φύσης του τραπεζικού λογαριασμού ως προς το ζήτημα της ασυλίας εκτελέσεως θα πρέπει να θεωρηθεί ο σκοπός που εξυπηρετεί ο λογαριασμός, εάν δηλ. εξυπηρετεί ανάγκες jure imperii ή jure gestionis. Έτσι ένας λογαριασμός που εξυπηρετεί την αγορά στρατιωτικού οπλισμού μπορεί να θεωρηθεί ότι εξυπηρετεί  κυριαρχικές ανάγκες και εμπίπτει στην ετεροδικία εκτελέσεως. Αντίθετα ένας λογαριασμός στον οποίο καταβάλλονται μισθώματα από ιδιωτική ακίνητη περιουσία κυριότητας του κράτους αποστολής θα πρέπει να θεωρηθεί ότι εξυπηρετεί σκοπούς jure gestionis και μπορεί να κατασχεθεί.

Παρά το γεγονός ότι στην προκειμένη περίπτωση χορηγήθηκε η απαιτούμενη από το άρθρο 923 ΚΠολΔ άδεια του Υπουργού Δικαιοσύνης για την επίσπευση της αναγκαστικής εκτέλεσης κατά περιουσιακών στοιχείων του Δημοσίου της Βενεζουέλας, το τελευταίο μπορεί να ασκήσει ανακοπή κατ’ άρθρο 933 επ. ΚΠολΔ και αίτηση αναστολής κατά της διαδικασίας εκτελέσεως κατ’ άρθρο 938 ΚΠολΔ στην περίπτωση που αμφισβητήσει την νομιμότητά της.

Πρακτικά είναι πολύ δύσκολο έως αδύνατο η επισπεύδουσα την αναγκαστική εκτέλεση δανείστρια της απαίτησης να προβεί σε κατάσχεση πραγμάτων που βρίσκονται εντός των εγκαταστάσεων της διπλωματικής αποστολής για τους ανωτέρω λόγους. Διαφορετικό είναι το θέμα σε περίπτωση υπάρξεως ακινήτων που δεν εξυπηρετούν τις ανάγκες της αποστολής, εάν υπάρχουν στη χώρα μας και ανευρεθούν ή, το πιο πιθανό, τραπεζικών λογαριασμών. Αναγκαστική εκτέλεση μπορεί να επισπευσθεί και σε τρίτη χώρα, πάντοτε κατά τους ίδιους ορισμούς του συμβατικού και εθιμικού Διεθνούς Δικαίου, στην περίπτωση αυτή όμως θα πρέπει η τελεσίδικη ή προσωρινά εκτελεστή δικαστική απόφαση να κηρυχθεί εκτελεστή και στην χώρα forum της αναγκαστικής εκτέλεσης (πρβλ. και Κανονισμό 44/2001 της ΕΕ για τις χώρες μέλη της ΕΕ).

Επίλογος

Το θέμα της φερόμενης σεξουαλικής κακοποίησης ή παρενόχλησης από τον τότε Πρέσβη της Βενεζουέλας των 5 καταγγελλόντων γυναικών εργαζομένων στην Πρεσβεία και την Πρεσβευτική κατοικία, ενέχει διαστάσεις που υπερβαίνουν μία νομική ανάλυση με σαφέστατο και μείζον κοινωνικό αλλά και πολιτικό περιεχόμενο. Συνειδητά, τα θέματα αυτά έμειναν εκτός της παρούσας μελέτης, χωρίς να παραγνωρίζεται η σημασία τους με μοναδική επισήμανση ότι εάν τα καταγγελλόμενα περί απόπειρας πολιτικής συγκάλυψης της υπόθεσης είναι αληθή, τότε αυτά είναι εξόχως ανησυχητικά.

Το εδώ συζητούμενο ζήτημα αφορά την για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια χρήση του άρθρου 923 ΚΠολΔ από τον Υπουργό Δικαιοσύνης ο οποίος επέτρεψε την επίσπευση της αναγκαστικής εκτέλεσης κατά περιουσιακών στοιχείων αλλοδαπού Δημοσίου, με την άνευ ετέρου προϋπόθεση της τήρησης των κανόνων του Διεθνούς Δικαίου, συμβατικών και εθιμικών.

Το ότι η διάταξη αυτή κρίθηκε συνταγματική από τα Ανώτατα Δικαστήρια της χώρας και σύμφωνη με την ΕΣΔΑ από το ΕΔΔΑ δεν σημαίνει ότι ο εκάστοτε Υπουργός Δικαιοσύνης θα πρέπει κατά κόρον και άνευ ετέρου να θέτει εμπόδια στην αναγκαστική εκτέλεση κατά αλλοδαπού Δημοσίου επικαλούμενος την διάταξη αυτή. Βέβαια, όπως προαναφέρθηκε, αυτή αποσκοπεί στην διαφύλαξη των διεθνών σχέσεων της χώρας, σκοπός καταρχήν θεμιτός, ενώ ο Υπουργός έχει ευρεία διακριτική ευχέρεια. Από την άλλη, όμως, δεν θα πρέπει να παραβλέπουμε και τα δικαιώματα των αντιδίκων των αλλοδαπών κρατών και επισπευδόντων την εκτέλεση εναντίον των. Ευχή είναι να μην μείνει μεμονωμένη περίπτωση το εν λόγω περιστατικό άδειας του άρθρου 923 ΚΠολΔ, ο ιστορικός περίγυρος του οποίου βεβαίως έχει απασχολήσει, ίσως καθυστερημένα και όχι στην έκταση που απασχόλησαν παρόμοια περιστατικά που είδαν το φως της δημοσιότητας πρόσφατα, την ελληνική κοινή γνώμη.

Χαράλαμπος Τσιλιώτης
Επίκουρος Καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου Τμήματος Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων Πανεπιστημίου Πελοποννήσου


Υποσημειώσεις:

[1] Βλ. Πρώτο Θέμα της 23.5.2016, διαθέσιμο σε: «Άπλωνε το χέρι του, τρέμαμε για βιασμό» από τον ερωτύλο πρέσβη (protothema.gr)

[2] Βλ. Κατάσχεση στην πρεσβεία της Βενεζουέλας για σεξουαλικές κακοποιήσεις από τον πρώην πρέσβη

Πηγή: iefimerida.gr της 8.4.2021, διαθέσιμο σε: https://www.iefimerida.gr/ellada/katashesi-stin-presbeia-tis-benezoyelas-gia-sexoyalikes-kakopoiiseis-apo-ton-proin-presbi.

[3] Η δικονομική απαγόρευσης κήρυξης απόφασης προσωρινά εκτελεστής κατά το άρθρο 909 περ. 1 ΚΠολΔ που ισχύει για το Ελληνικό Δημόσιο δεν καταλαμβάνει το Δημόσιο αλλοδαπών χωρών. Αυτό προκύπτει από την γραμματική διατύπωση της εν λόγω διάταξης και ορθά δεν γίνεται διασταλτική ερμηνεία.

[4] Πρβλ. για την δικαστική ετεροδικία διεθνών οργανισμών United States Supreme Court, Judgment of February 27, 2019, Case of Jam v. International Finance Corp., No. 17-101 διαθέσιμο σε: https://www.supremecourt.gov/ opinions/18pdf/17-1011_mkhn.pdf.

[5] Πρβλ. κατωτέρω.

[6] Γίνεται σαφές ότι διάδικος στην δίκη και σε όποια δίκη που αφορά πράξεις των μελών της διπλωματικής ή προξενικής αποστολής του κράτους αποστολής ενώπιον των δικαστηρίων του κράτους υποδοχής είναι το νομικό πρόσωπο του κράτους αποστολής και όχι η Πρεσβεία, διότι η τελευταία στερείται νομικής προσωπικότητας και κατά συνέπεια παθητικής νομιμοποίησης.

[7] Βλ. Ι. Μάνδρου, Κατάσχεση στην πρεσβεία της Βενεζουέλας για τις σεξουαλικές παρενοχλήσεις υπαλλήλων, σε: Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της 8.4.2021, διαθέσιμο σε: Κατάσχεση στην πρεσβεία της Βενεζουέλας για τις σεξουαλικές παρενοχλήσεις υπαλλήλων | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (kathimerini.gr).

[8] Τα ζητήματα αυτά, τα οποία θα εκτεθούν και εδώ κατωτέρω, εξετάζονται διεξοδικώς σε Χ. Τσιλιώτης, Η αναγκαστική εκτέλεση και η λήψη ασφαλιστικών μέτρων κατά αλλοδαπού Δημοσίου κατά το ελληνικό και το Δημόσιο Διεθνές Δίκαιο, ΕλλΔνη 2010, σελ. 1271 επ., ο ίδιος, Ζητήματα (α)συμβατότητας των άρθρων 923 και 689 ΚΠολΔ με το Σύνταγμα, την ΕΣΔΑ και το Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο αυτής, ΕΠολΔ 2011, σελ. 714 επ. (με εκτενείς παραπομπές σε θεωρία και νομολογία).

[9] Έτσι ΟλΣτΕ 3669/2006 Δ 2007, σελ. 904, ΟλΣτΕ 22/2007 ΕΔΚΑ 2007, σελ. 231, σε αμφότερες τις αποφάσεις με ισχυρή μειοψηφία. Πρβλ. επίσης υπό το πρίσμα των αυτών συνταγματικών διατάξεων και ΟλΑΠ 36/2002 ΕλλΔνη 2002, σελ. 1027, ομοίως ΟλΑΠ 37/2002 Δημοσιευμένη στην Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών NOMOS. Πρβλ. και υπό το πρίσμα της ΕΣΔΑ ΕΔΔΑ, απόφαση της 12-12-2002, αριθμ. προσφ. 59021/00 (Καλογεροπούλου κλπ κατά Ελλάδας και Γερμανίας).

[10] Έτσι ΟλΣτΕ 3669/2006 Δ 2007, σελ. 904, ΟλΣτΕ 22/2007 ΕΔΚΑ 2007, σελ. 231.

[11] Vienna Convention on Diplomatic Relations.

[12] ΦΕΚ Α 108/15.5.1970 «Περί κυρώσεως της υπογραφείσης εν Βιέννη την 18ην Απριλίου υπό την αιγίδα του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών Συμβάσεως περί των διπλωματικών σχέσεων».

[13] Βέβαια, η διεθνής σύμβαση σε συνδυασμό προς τον κυρωτικό της στην εσωτερική έννομη τάξη νόμο εφαρμόζεται απευθείας, εάν αποκλείσουμε την αναγκαστική εκτέλεση από το πεδίο εφαρμογής του άρθρου 3 παρ. 2 ΚΠολΔ και την εκεί προβλεπόμενη ετεροδικία.

[14] Για την προβληματική αυτή πρβλ. την κλασσική και πολυπαραπεμπόμενη σε διεθνή θεωρία και αλλοδαπή νομολογία απόφαση του Γερμανικού Ομοσπονδιακού Δικαστηρίου της Γερμανίας της 13.12.1977 BVerfGE τόμ. 46, σελ. 342 επ., (philippinisches Botschaftskonto) με εκτενέστατες αναφορές σε αλλοδαπή νομολογία και θεωρία. Πρβλ. επίσης BVerfGE τόμ. 117, σελ. 141 επ., (argentinisches Botschaftskonto). Πρβλ. περαιτέρω την επίσης κλασική απόφαση του Court of Appeal of England and Wales στην υπόθεση Trendtex Trading Corp. Ltd. v. Central Bank of Nigeria [1977] 2 W.L.R. 356, ILM XVI [1977] 471 ff. [13.1.1977].

Σου άρεσε το άρθρο, αλλά σου δημιούργησε νέες απορίες;

Έχεις και άλλα ερωτήματα που σε απασχολούν σε σχέση με το Σύνταγμα, τους Θεσμούς, τα δικαιώματα και τη λειτουργία της Δημοκρατίας;

Σχετικά Άρθρα

Σύνορα, άνθρωποι και δικαιώματα: Θεσμικές προεκτάσεις της κρίσης που δημιούργησε η Λευκορωσία

Ο Κώστας Μποτόπουλος γράφει για τη νομική/θεσμική διάσταση της κρίσης στα σύνορα Πολωνίας – Λευκορωσίας, αλλά και την ενδεδειγμένη αντιμετώπιση μεταναστών και προσφύγων από την Ευρωπαϊκή Ένωση.

Περισσότερα

Πόλεμος στην Ουκρανία, εγκλήματα πολέμου & διεθνές δίκαιο (video-podcast)

Με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία, ο Κώστας Μποτόπουλος μιλά για τα εγκλήματα πολέμου, τη θέση τους στο διεθνές δίκαιο, αλλά και τις πρωτοβουλίες που λαμβάνονται για την ενδεχόμενη καταδίκη κρατών ή/και προσώπων.

Περισσότερα

Το ελληνικό #MeToo: Συνέντευξη με τη Διονυσία Πετράκου (vidcast)

Ποιο το ισχύον νομικό πλαίσιο, που μπορεί να αξιοποιηθεί από τις/ους επιζώσες/ώντες σεξουαλικής κακοποίησης και βίας; Πόσο ισχυροί είναι οι μηχανισμοί προστασίας των εργαζομένων απέναντι σε φαινόμενα λεκτικής, ψυχολογικής και σεξουαλικής βίας; Υπάρχουν διατάξεις που πρέπει να τροποποιηθούν; Η Δικηγόρος – Εργατολόγος, Διονυσία Πετράκου, συζητά με το Syntagma Watch για το φλέγον ζήτημα της σεξουαλικής παρενόχλησης και κακοποίησης στον χώρο εργασίας.

Περισσότερα

Θέλεις να μαθαίνεις

πρώτος τα νέα μας;

Αν σε ενδιαφέρει να ενημερώνεσαι άμεσα για τις νέες δημοσιεύσεις και τις δράσεις του Syntagma Watch, τότε εγγράψου στο newsletter μας!

Αυτός ο ιστότοπος για τη διευκόλυνση της λειτουργίας του και προκειμένου να σας παρέχει μια προσωποποιημένη εμπειρία χρησιμοποιεί cookies. Για να ενημερωθείτε για τη χρήση των cookies και τις σχετικές ρυθμίσεις μπορείτε να επιλέξετε εδώ

JOIN THE CLUB!

It’s easy: all we need is your email & your eternal love. But we’ll settle for your email.

Subscribe

* indicates required
Email Format

Please select all the ways you would like to hear from Syntagma Watch:

You can unsubscribe at any time by clicking the link in the footer of our emails. For information about our privacy practices, please visit our website.

We use Mailchimp as our marketing platform. By clicking below to subscribe, you acknowledge that your information will be transferred to Mailchimp for processing. Learn more about Mailchimp's privacy practices here.