Σε άρθρο του στην κυριακάτικη έκδοση ημερήσιας εφημερίδας[1] ο σεβαστός Καθηγητής Νίκος Αλιβιζάτος επιμένοντας στην άποψή του ότι δεν χρειαζόταν η Ειδική Κοινοβουλευτική Επιτροπή διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης του άρθρου 86 παρ. 3 Σ να εκδώσει αιτιολογημένο πόρισμα και ουσιαστικά να ασκήσει τις αρμοδιότητές της όπως τις καθορίζουν το παραπάνω άρθρο του Συντάγματος, ο Κανονισμός της Βουλής και ο Ν. 3126/20003 στην υπόθεση του πρώην Υφυπουργού κ. Χ. Τριαντόπουλου, εφόσον ο τελευταίος δεν το επιθυμεί και με αίτημά του ζητά να παραπεμφθεί στον «φυσικό του δικαστή»[2], θέση που τελικά επικράτησε κοινοβουλευτικά, την αιτιολόγησε με ένα επιχείρημα το οποίο χρησιμοποίησε πρόσφατα και για την ερμηνεία του άρθρου 16 παρ. 5 και 8 Σ[3], αυτό του «ζωντανού Συντάγματος» (living constitution) κατά την ομώνυμη θεωρία του αμερικανικού Συνταγματικού Δικαίου και την νομολογία του αμερικανικού Ανωτάτου Δικαστηρίου[4] ή του «ζωντανού εργαλείου» (living instrument) κατά την νομολογία του ΕΔΔΑ όσον αφορά την ΕΣΔΑ[5].
Κατά την θεωρία αυτή, η οποία στην Γερμανία αποκαλείται άτυπη συνταγματική μεταβολή (Verfassungswandlung ή Verfassungswandel)[6] και στην χώρα μας αντικειμενική ή δυναμική-εξελικτική (evolutive) ερμηνεία[7], το Σύνταγμα δεν πρέπει να ερμηνεύεται τόσο σύμφωνα με το γράμμα ή την ιστορία του ή κυρίως όχι με αυτά αλλά σύμφωνα με τον σκοπό του και κατά τον χρόνο της εφαρμογής του, ο οποίος μπορεί να έχει δημιουργήσει διαφορετικά δεδομένα από αυτά που υφίσταντο κατά τον χρόνο σύνταξης ή αναθεώρησής του. Έτσι και όσον αφορά το άρθρο 86 παρ. 3 Σ και την Επιτροπή διενέργειας προκαταρκτικής εξέτασης που αυτό προβλέπει, το Σύνταγμα πρέπει να ερμηνευθεί σύμφωνα με τις νέες εξελίξεις που δημιουργήθηκαν από την θέση σε ισχύ ή την αναθεώρησή του, οι οποίες απαξίωσαν πολιτικά τον ρόλο της Βουλής[8] ως του μόνου αρμοδίου οργάνου κατά τις παρ. 1-3 του άρθρου 86 Σ να διενεργεί προκαταρκτική εξέταση και εν τέλει να ασκεί ποινική δίωξη κατά μελών της Κυβέρνησης ή Υφυπουργών, ενώ ο ίδιος ο εγκαλούμενος ζητά την μη εφαρμογή του, κάτι πρωτοφανές μέχρι τώρα.
Εκτός από τα λοιπά επιχειρήματα που η συντριπτική πλειοψηφία των Συνταγματολόγων, μεταξύ των οποίων και ο γράφων, έχουν διατυπώσει για να αντικρούσουν αυτή την άποψη της ουσιαστικής παράκαμψης του άρθρου 86 παρ. 3 Σ, και δη ότι οι κανόνες του άρθρου 86 Σ πέραν της αυξημένης τυπικής τους ισχύος ως συνταγματικοί κανόνες είναι κανόνες αναγκαστικού δικαίου που δεν μπορούν να παρακαμφθούν, δίκην «άσκησης ατομικού δικαιώματος» εκ μέρους του ενδιαφερομένου, ότι ως τέτοιοι κανόνες, ανεξαρτήτως του δικαιοπολιτικού τους προβλήματος (de constitutione ferenda) πρέπει να εφαρμόζονται ως θετικό Συνταγματικό Δίκαιο (de constitutione lata) μέχρι να αναθεωρηθούν κλπ[9], κατά την ταπεινή γνώμη του γράφοντος δεν μπορεί η αντίθετη άποψη να δικαιολογηθεί ούτε με την θεωρία του «ζωντανού Συντάγματος» η εφαρμογή της οποίας δεν συντρέχει εν προκειμένω, ανεξάρτητα από τις όποιες επιφυλάξεις διατυπώνονται για την μεταφορά («νομική μεταφύτευση ή μεταμόσχευση» – legal transplant) μιας θεωρίας, δοκιμασμένης σε μία χώρα, σε μία άλλη[10].
Η θεωρία αυτή αναπτύχθηκε και δοκιμάστηκε στις ΗΠΑ, την έννομη τάξη της ΕΣΔΑ, στην Γερμανία και σε άλλες χώρες, ακόμα ενίοτε και στην χώρα μας[11] κυρίως σε θέματα ηθικής και εξέλιξης ή μεταστροφής ηθικών αντιλήψεων περί ευαίσθητων κοινωνικών ζητημάτων, όπως η ομοφυλοφιλία[12], οι διεμφυλικοί και η αλλαγή φύλου[13], οι αμβλώσεις[14], ο γάμος και η τεκνοθεσία των ομοφυλοφίλων.
Επίσης, σε θέματα που αφορούσαν την μεταβολή των κοινωνικών και ηθικών αντιλήψεων γύρω από τα ζητήματα επιβολής και εκτέλεσης ποινών όπως η θανατική ποινή[15] ή η ποινή της ισόβιας κάθειρξης[16].
Ακόμα, το Γερμανικό Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο[17] και το ΕΔΔΑ[18] κατέφυγαν σε αυτήν την θεωρία για να συναγάγουν ένα νέο θεμελιώδες δικαίωμα, μη ρητά κατονομαζόμενο στο συνταγματικό κείμενο ή την ΕΣΔΑ, αλλά εντασσόμενο στο πεδίο προστασίας ενός ρητά κατοχυρωμένου θεμελιώδους δικαιώματος με βάση τις νεότερες εξελίξεις.
Τέλος, σύμφωνα με την θεωρία αυτή σε ορισμένες αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ[19] και του ΕΔΔΑ[20] προσδόθηκε στο πεδίο εφαρμογής μίας συνταγματικής διάταξης περιεχόμενο με καταστάσεις ή συνθήκες που ήταν άγνωστες κατά τον χρόνο σύνταξης ή αναθεώρησης του Συντάγματος ή της ΕΣΔΑ κυρίως λόγω τεχνολογικών, οικονομικών και κοινωνικών μεταβολών. Εν προκειμένω δεν έχουμε τίποτε από τα παραπάνω. Τουναντίον, δεν είναι μόνο το σαφές γράμμα του Συντάγματος που δεν το επιτρέπει, θέτοντας όριο σε μία δυναμική ερμηνεία[21], ούτε μόνο ότι το Σύνταγμα καλώς ή κακώς ανέθεσε στην Βουλή αρμοδιότητες Εισαγγελέα που τις έχει ο τελευταίος σύμφωνα με τον ΚΠΔ (αρμοδιότητες δικαιοδοτικού-δικονομικού χαρακτήρα) αλλά και το ότι ο ίδιος ο αναθεωρητικός νομοθέτης είχε την δυνατότητα με την συνταγματική αναθεώρηση του 2019 (μόλις έξι περίπου χρόνια πριν) να καταργήσει την σχετική αρμοδιότητα της Βουλής και δεν το έπραξε. Κατά συνέπεια η θεωρία του “ζωντανού Συντάγματος” ή της άτυπης συνταγματικής μεταβολής μόνο ως άλλοθι μπορεί να χρησιμεύσει για έναν “φόνο”, εν προκειμένω την παραβίαση ή έστω καταστρατήγηση μίας σαφούς συνταγματικής διάταξης δικονομικού χαρακτήρα[22].
Αν και δικαιοπολιτικά θα επιβαλλόταν το Σύνταγμα να μην υποκαθιστά την Πολιτική ή Ποινική Δικονομία[23], στην προκειμένη περίπτωση, όμως, αυτή ήταν η βούληση του συνταγματικού νομοθέτη και μάλιστα κατά απόλυτο και σαφή τρόπο, η δε υπέρβασή του με την παραπάνω θεωρία σίγουρα αποδυναμώνει όχι μόνο τον αυστηρό αλλά και τον κανονιστικό χαρακτήρα του.
Χαράλαμπος Τσιλιώτης
Αναπληρωτής Καθηγητής Συνταγματικού και Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου Πανεπιστημίου Πελοποννήσου, Μέλος Επιτροπής Συνταγματικών Δικαιωμάτων ΔΣΑ, Δικηγόρος
[1] Βλ. Ν. Αλιβιζάτος, Το Σύνταγμα δεν είναι Πολιτική Δικονομία, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 30.3.2025, διαθέσιμο σε: Το Σύνταγμα δεν είναι Πολιτική Δικονομία | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ.
[2] Κατά κυριολεξία πρόκειται για τον νόμιμο δικαστή υπό την έννοια του άρθρου 8 Σ και 6 παρ. 1 ΕΣΔΑ, ο οποίος, όμως, όσον αφορά το θέμα της διενέργειας της προκαταρκτικής εξέτασης και της άσκησης ποινικής δίωξης κατά μέλους της Κυβέρνησης ή Υφυπουργού για αδικήματα φερόμενα ως τελεσθέντα κατά την άσκηση των καθηκόντων του, αυτός είναι κατ’ άρθρο 86 Σ αποκλειστικά η Βουλή – Τα παραπάνω είχα επισημάνει ήδη και κατά την διαδικασία παραπομπής πρώην Υπουργών ακόμα και Πρωθυπουργών στην Επιτροπή της Βουλής εν σχέσει με την υπόθεση NOVARTIS – βλ. Χ. Τσιλιώτης, Η επιτροπή της Βουλής για τη Novartis και ο «φυσικός» δικαστής, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 6.4.2028, διαθέσιμο σε: Η επιτροπή της Βουλής για τη Novartis και ο «φυσικός» δικαστής | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ.
[3] Ν. Αλιβιζάτος, Δεν αντίκειται στο Σύνταγμα η λειτουργία παραρτημάτων ξένων πανεπιστημίων στην Ελλάδα, ΝοΒ 2024, σελ. 47
[4] Το παράδοξο είναι ότι ενώ ο όρος «living constitution» αναφέρεται σε θεωρία που έχει αναπτυχθεί κυρίως από την νομολογία του Αμερικανικού Ανωτάτου Δικαστηρίου και έχει συνδεθεί άμεσα με αυτό, δεν έχει χρησιμοποιηθεί ποτέ από το ίδιο το Δικαστήριο – πρβλ. περισσότερα για την θεωρία αυτή W. H. Rehnquist, 16ος Chief of Justice of the Supreme Court of USA, The Notion of a Living Constitution, Texas Law Review 1976, σελ. 693, W. Brennan, Jr., (Associate Justice of the Supreme Court of USA), The Constitution of the United States: Contemporary Ratification E Presentation of 23 Text and Teaching Symposium ‘ Georgetown University Washington, D.C. October 12, 1985 (passim), B. Ackerman, The living Constitution, Harv. L. Rev. 2007, σελ. 1737 επ., D. A. Strauss, The Living Constitution Oxford 2010 (passim) και στα καθ’ ημάς Α. Βλαχογιάννης, «Για ένα ζωντανό Σύνταγμα», ΕφΔΔ 2013, σελ. 286 επ.
[5] Πρβλ. από την πλούσια νομολογία του ΕΔΔΑ, απόφαση της 25.4.1978, αρ. προσφ. 5856/72 (ser. A 1978) at 15, par. 31 (Tyrer κατά Ηνωμένου Βασιλείου) με την παραδοχή ότι «the Convention is a living instrument which …. must be interpreted in the light of present-day conditions», ΕΔΔΑ (Ολομέλεια), απόφαση της 18.12.1986, αρ. προσφ. 9697/82, Συλλγ. Α 112, παρ. 53 (Johnston και λοιποί κατά Ιρλανδίας), ΕΔΔΑ, απόφαση της 8.7.2004, αρ. προσφ. 53924/00, παρ. 82 (Vο κατά Γαλλίας), ΕΔΔΑ, απόφαση της 28.6.2007, αρ. προσφ. 76240/01, παρ. 135 (Wagner and J.M.W.L. κατά Λουξεμβούργου), ΕΔΔΑ, απόφαση της 2.3.2010, αρ. προσφ. 13102/02, παρ. 98 (Kozak κατά Πολωνίας), ΕΔΔΑ (Τμήμα Μείζονος Συνθέσεως), απόφαση της 16.12.2010, αρ. προσφ. 25579/05 παρ. 234 (Α, B & C κατά Ιρλανδίας), ΕΔΔΑ (Τμήμα Μείζονος Συνθέσεως), απόφαση της 7.7.2011, αρ. προσφ. 23459/03 παρ. 102 (Bayatyan κατά Αρμενίας), ΕΔΔΑ (Τμήμα Μείζονος Συνθέσεως), απόφαση της 7.11.2013, αρ. συνεκδικασθεισών προσφ. 29381/09 και 32684/09, παρ. 84 (Βαλλιανάτος κλπ κατά Ελλάδας).
[6] Πρβλ. μεταξύ άλλων την πιο πρόσφατη ad hoc μελέτη του πρώην Προέδρου του Ομοσπονδιακού Συνταγματικού Δικαστηρίου της Γερμανίας A. Voßkuhle, Der Wandel der Verfassung und seine Grenzen, in: Juristische Schulung (JuS), 2019, σελ. 418 επ.
[7] Πρβλ. μεταξύ άλλων την ad hoc μονογραφία του Σ. Βλαχόπουλου, Η δυναμική ερμηνεία του Συντάγματος, Αθήνα 2014 (passim). Πάντως στην χώρα μας χρησιμοποιείται εναλλακτικά και μάλλον συνώνυμα και ο όρος άτυπη συνταγματική μεταβολή – βλ. Ε. Βενιζέλος, Νέα Έκδοση, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2021, σελ. 85 – ή αλλοίωση του Συντάγματος – βλ. Α. Μάνεσης, Συνταγματικό Δίκαιο Ι, Αθήνα-Κομοτηνή 1980, σελ. 180, Κ. Χρυσόγονος, Τρίτη Έκδοση, Αθήνα-Θεσσαλονίκη 2022, σελ. 62.
[8] Ο λόγος της πολιτικής απαξίωσης έγκειται στο ότι η Βουλή, είτε ως Ειδική Επιτροπή Διενέργειας Προκαταρκτικής Εξέτασης είτε ως Ολομέλεια, είτε ως πλειοψηφία είτε ως μειοψηφία ενεργεί με κομματικά κριτήρια και κομματικές σκοπιμότητες χωρίς να αναζητεί στην πραγματικότητα να διερευνήσει πραγματικά την κατηγορία κατά ενός πολιτικού προσώπου.
[9] Πρβλ. κατά χρονική σειρά Χ. Τσιλιώτης, Η fast track διαδικασία άσκησης ποινικής δίωξης κατά πρώην Υφυπουργού χωρίς την ουσιαστική συνεδρίαση της ειδικής Επιτροπής των άρθρων 86 παρ. 3 Σ και 157 ΚτΒ ως νέα απόπειρα εργαλειοποίησης του Συντάγματος, σε: sytagmawatch.gr/19.03.2025, Ν. Παπασπύρου, Πολλαπλώς προβληματική, Τα Νέα, 19.3.2025, σ. 13, Χ. Ανθόπουλος, Καταστρατήγηση του Συντάγματος, Τα Νέα, 20.3.2025, σ. 10, Ξ. Κοντιάδης, Δεν έχει δικαίωμα να ζητήσει να μη γίνει Προανακριτική avgi.gr/politiki/502481/20.03.2025, Π. Λαζαράτος, Κατάχρηση εξουσίας η παράκαμψη της Προανακριτικής naftemporiki.gr/politics/20.03.2025, Φ. Σπυρόπουλος, Η απόφαση της Βουλής και η επιτροπή, Καθημερινή, 20.3.2025, σ. 5, Ε. Βενιζέλος, «Ο χειρισμός της πλειοψηφίας καταστρατηγεί το Σύνταγμα», συνέντευξη στη Δ. Κρουστάλλη, Το Βήμα, 23.3.2025, σ. 16-17), Σ. Βλαχόπουλος, Να κάνουμε skip το Σύνταγμα;, Η Καθημερινή, 23.3.2025, σ. 13, Θ. Ξηρός, H ποινική ευθύνη των μελών της κυβέρνησης και των υφυπουργών. Η προκαταρκτική εξέταση, η κατ’ εξαίρεση εμπλοκή της δικαιοσύνης, η εξάλειψη του αξιόποινου και η επικείμενη αναθεώρηση του Συντάγματος, σε: constitutionalism.gr 5.4.2025, διαθέσιμο σε: H ποινική ευθύνη των μελών της κυβέρνησης και των υφυπουργών. Η προκαταρκτική εξέταση, η κατ’ εξαίρεση εμπλοκή της δικαιοσύνης, η εξάλειψη του αξιόποινου και η επικείμενη αναθεώρηση του Συντάγματος – constitutionalism.gr.
[10] Πρβλ. Γ. Τασόπουλος, Το «ζωντανό Σύνταγμα» και η μεταφορά του από την Αμερική στην Ελλάδα, σε: SyntagmaWatch.gr 7.4.2025.
[11] Ως παραδείγματα μίας τέτοιας αποδοχής αυτής της θεωρίας από το ΣτΕ αναφέρονται μεταξύ άλλων η ανωτατοποίηση των ΤΕΙ – πρβλ. ΣτΕ Ολ 1291/2003, ΣτΕ 104/2020 – και η επιβολή διδάκτρων στα μεταπτυχιακά προγράμματα των δημόσιων πανεπιστημίων – πρβλ. ΣτΕ Ολ 2411/2012 – που επέβαλαν μία δυναμική ερμηνεία των παρ. 7 (για τα ΤΕΙ) και 4 (για την παροχή δωρεάν παιδείας σε όλα τα εκπαιδευτήρια) του άρθρου 16 Σ.
[12] Πρβλ. από την νομολογία του ΕΔΔΑ (Ολομέλεια), απόφαση της 22.10.1981, αρ. προσφ. 7525/76 παρ. 60 (Dudgeon κατά Ηνωμένου Βασιλείου), ΕΔΔΑ (Τμήμα Μείζονος Συνθέσεως), απόφαση της 7.11.2013, αρ. συνεκδικασθεισών προσφ. 29381/09 και 32684/09, παρ. 84 (Βαλλιανάτος κλπ κατά Ελλάδας) και από την νομολογία του SCOTUS Lawrence v. Texas, 539 U.S. 558, 567 επ. (2003).
[13] Πρβλ. από την νομολογία του ΕΔΔΑ ΕΔΔΑ (Τμήμα Μείζονος Συνθέσεως), απόφαση της 11.7.2002, αρ. προσφ. 28957/95, παρ. 71 επ. (Christine Goodwin κατά Ηνωμένου Βασιλείου) και του ΓΟΣΔ BVerfGE 49, 286, 297 (Transsexuelle I), BVerfGE 88, 87, 96 (Transsexuelle II), BVerfGE 114, 1, 15 επ. (Transsexuelle III).
[14] Πρβλ. από την νομολογία του ΕΔΔΑ, απόφαση της 8.7.2004, αρ. προσφ. 53924/00, Συλλγ. 2004‑VIII, (Vo κατά Γαλλίας), ΕΔΔΑ, (Τμήμα Μείζονος Συνθέσεως), απόφαση της 16.12.2010, αρ. προσφ. 25579/05 (Α, B & C κατά Ιρλανδίας) και του ΓΟΣΔ BVerfGE 88, 203, 250 επ. (Schwangerschaftsabbruch IΙ).
[15]Πρβλ. από την νομολογία του SCOTUS Coker v. Georgia, 433 U.S. 584, 592 (1977), Enmund v. Florida, 458 U.S. 782, 797 (1982), και του ΕΔΔΑ, απόφαση της 7.7.1989, αρ. προσφ. Συλλγ. Α no. 161 (Soering κατά Ηνωμένου Βασιλείου).
[16] BVerfGE 45, 187, 227 (lebenslange Freiheitsstrafe).
[17] Πρβλ. BVerfGE 6, 32, 41 (Elfes), BVerfGE 8, 274, 328 (Preisgesetz), BVerfGE 54, 148, 153 (Eppler), BVerfGE 95, 220, 241 (Aufzeichnungspflicht).
[18] Πρβλ. για το δικαίωμα στην υγεία ΕΔΔΑ, απόφαση της 26.3.1985, αρ. προσφ. 8978/80, Συλλγ. A no. 91, παρ.22 (X and Y κατά Ολλανδίας), ΕΔΔΑ, απόφαση της 15.3.2012, αριθ. προσφ. 24429/03, παρ. 33 (Solomakhin κατά Oυκρανίας), και για το δικαίωμα στο περιβάλλον ΕΔΔΑ, απόφαση 22.5.2003, αρ. προσφ. 41666/98, παρ. 52 (Κυρτάτος κατά Ελλάδας), ΕΔΔΑ, απόφαση της 10.2.2011, αρ. προσφ. 30499/03, παρ. 105 (Dubetska και λοιποί κατά Ουκρανίας).
[19] Πρβλ. Katz v. United States, 389 U.S. 347 (1967) και Berger v. New York, 388 U.S. 41 (1967).
[20] Πρβλ. μεταξύ άλλων ΕΔΔΑ, απόφαση της 4.12.2008, αρ. προσφ, 30562/04, παρ. 77 (S. & Marper κατά Ηνωμένου Βασιλείου), ΕΔΔΑ, απόφαση της 2.3.2009, αρ. προσφ. 2872/02, παρ. 48-50 (K.U. κατά Φινλανδίας, ΕΔΔΑ, απόφαση της 16.7.2009, αριθμ. προσφ. 15615/07, παρ. 63 (Féret κατά Βελγίου), ΕΔΔΑ (Τμήμα Μείζονος Συνθέσεως), απόφαση της 3.11.2011, αρ. προσφ. 57813/00, παρ. 82 (S. H. κατά Αυστρίας), ΕΔΔΑ, απόφαση της 7.1.2010, αρ. προσφ. 25965/04, παρ. 271-282 (Rantsev κατά Κύπρου και Ρωσίας).
[21] Πρβλ. σχετικά για τα όρια της δυναμικής ερμηνείας του Συντάγματος ή της άτυπης συνταγματικής μεταβολής A. Voßkuhle, όπ. παρ. (υποσημ. 6), σελ. 418 επ.
[22] Πρβλ. τις αναφορές στην υποσημ. 9.
[23] Η συμπερίληψη κανόνων που κατοχυρώνουν δικονομικές εγγυήσεις στο Σύνταγμα, κυρίως ποινικού δικονομικού χαρακτήρα ή έχουν δικονομικό περιεχόμενο συναντάται πάντως και σε άλλες διατάξεις του Συντάγματος – πρβλ. άρθρο 6 Σ για την πρώτη περίπτωση, άρθρο 19 παρ. 3 Σ για την δεύτερη – ή της ΕΣΔΑ – πρβλ. άρθρο 5 ΕΣΔΑ.