Ο χαρακτηρισμός του κόμματος AfD ως εξτρεμιστικού: Νομικές και πολιτικές προσεγγίσεις

Η Ε. Περπερίδου γράφει για τις νομικές και πολιτικές διαστάσεις του χαρακτηρισμού του AfD ως εξτρεμιστικού κόμματος, αναλύοντας το γερμανικό θεσμικό πλαίσιο, τη ριζοσπαστικοποίηση του κόμματος και τους κινδύνους για τη φιλελεύθερη δημοκρατία

Εισαγωγή

Η άνοδος της ακροδεξιάς στην Ευρώπη έχει επαναφέρει στο επίκεντρο του δημοσίου και επιστημονικού διαλόγου το ζήτημα της θεσμικής αντιμετώπισης κομμάτων που απειλούν τον συνταγματικό δημοκρατικό πυρήνα του κράτους δικαίου. Το γερμανικό κόμμα Εναλλακτική για τη Γερμανία («AfD»), το οποίο ιδρύθηκε το 2013 αρχικά ως ευρωσκεπτικιστικός σχηματισμός, έχει εξελιχθεί σε φορέα ριζοσπαστικών και εξτρεμιστικών απόψεων, ιδίως στον τομέα της μεταναστευτικής πολιτικής, της πολιτισμικής ταυτότητας και της ιστορικής μνήμης. Το ερώτημα εάν και σε ποιον βαθμό το «AfD» μπορεί να χαρακτηριστεί ως εξτρεμιστικό κόμμα δεν αποτελεί μόνο πολιτικής, αλλά και νομικής σημασίας ζήτημα, καθώς εμπλέκει τη θεωρία της «μαχητικής δημοκρατίας» («wehrhafte Demokratie»), τη δράση των θεσμών ασφάλειας και τον ρόλο των συνταγματικών δικαστηρίων.

1. Θεωρητικό πλαίσιο: Εξτρεμισμός και συνταγματική τάξη

Ο πολιτικός εξτρεμισμός ορίζεται ως η ριζική απόρριψη του υφιστάμενου δημοκρατικού πολιτεύματος και η πρόταξη ενός αυταρχικού, μη πλουραλιστικού μοντέλου εξουσίας. Στη γερμανική συνταγματική θεωρία, το άρθρο 21 του Βασικού Νόμου («Grundgesetz») παρέχει το νομικό πλαίσιο για την απαγόρευση πολιτικών κομμάτων που επιχειρούν να υπονομεύσουν ή να καταργήσουν τη δημοκρατική τάξη. Το Ομοσπονδιακό Γραφείο για την Προστασία του Συντάγματος («Bundesamt für Verfassungsschutz – BfV») έχει την ευθύνη να παρακολουθεί οργανώσεις και κόμματα που ενδέχεται να έχουν αντισυνταγματικό χαρακτήρα.

Η θεωρία της «μαχητικής δημοκρατίας», εμπνευσμένη από τον Karl Loewenstein, νομιμοποιεί τον περιορισμό των εχθρών της δημοκρατίας στο όνομα της επιβίωσής της. Στο πλαίσιο αυτό, η Γερμανία διαθέτει ισχυρά θεσμικά μέσα, συμπεριλαμβανομένης της απαγόρευσης κομμάτων από το Ομοσπονδιακό Συνταγματικό Δικαστήριο.

2. Το πολιτικό προφίλ του AfD και η εσωτερική του ριζοσπαστικοποίηση

Αρχικά, το «AfD» συγκροτήθηκε ως μια δεξιά, φιλελεύθερη απάντηση στις πολιτικές της Ευρωζώνης. Ωστόσο, ιδίως μετά το 2015, το κόμμα μετατοπίστηκε σταδιακά προς έναν λαϊκιστικό, εθνοκεντρικό λόγο. Η άνοδος της πτέρυγας «Der Flügel», με επικεφαλής τον Björn Höcke, σηματοδότησε την αποδοχή εθνοεξτρεμιστικών απόψεων και την αναθεώρηση της ιστορικής μνήμης σχετικά με το Τρίτο Ράιχ.

Παρά την επίσημη διάλυση της πτέρυγας το 2020, το «BfV» εξακολουθεί να θεωρεί μεγάλο μέρος του «AfD» εξτρεμιστικό. Η εσωτερική ριζοσπαστικοποίηση, σε συνδυασμό με την κοινοβουλευτική παρουσία, δημιουργεί ένα παράδοξο: ένα κόμμα μπορεί να είναι θεσμικά παρόν και ταυτόχρονα φορέας αντισυνταγματικών ιδεών.

3. Νομικές εξελίξεις: Η παρακολούθηση από το «BfV» και οι πολιτικές αντιδράσεις

Το 2021, το «BfV» χαρακτήρισε το «AfD» ως «ύποπτη περίπτωση εξτρεμισμού» («Verdachtsfall»), γεγονός που επιτρέπει την επιτήρησή του με μυστικά μέσα. Το κόμμα προσέφυγε κατά της απόφασης, αλλά το Διοικητικό Δικαστήριο της Κολωνίας επιβεβαίωσε το μέτρο ως σύννομο. Η απόφαση αυτή βασίστηκε σε τεκμηριωμένες ενδείξεις ξενοφοβικής, ρατσιστικής και αντιδημοκρατικής ρητορικής.

Η γερμανική νομολογία κάνει διάκριση μεταξύ «Verdachtsfall» (ύποπτη περίπτωση εξτρεμισμού) και «Gesichert rechtextremistisch» (αποδεδειγμένα ακροδεξιά περίπτωση), με το πρώτο χαρακτηρισμό προβλέπεται η παρακολούθηση, όχι όμως για απαγόρευση του κόμματος. Ωστόσο, αποτελεί ένα σαφές μήνυμα ότι η δημοκρατία θέτει αναχώματα στην εσωτερική υπονόμευση των αρχών λειτουργίας της.

Η υπονόμευση της δημοκρατίας από κόμματα όπως το «AfD» δεν εκδηλώνεται μόνο μέσα από απροκάλυπτη αντισυνταγματική δράση, αλλά και μέσω της σταδιακής διάβρωσης του δημόσιου λόγου, της εμπιστοσύνης στους θεσμούς και της κανονικοποίησης μισαλλόδοξων αντιλήψεων. Η στρατηγική του «συνταγματικού καμουφλάζ» («Verfassungspatriotismus»), δηλαδή η επίκληση της ελευθερίας λόγου και της κοινοβουλευτικής νομιμότητας, ενώ ταυτόχρονα προωθούνται ιδεολογίες που έρχονται σε ρήξη με το φιλελεύθερο συνταγματικό κράτος, αποτελεί κεντρικό εργαλείο ακροδεξιών σχηματισμών. Μέσα από τον θεσμικό τους ρόλο, κόμματα όπως το «AfD» επιχειρούν να απονομιμοποιήσουν τους πολιτικούς αντιπάλους, να δυσφημήσουν την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης και να ενισχύσουν θεωρίες συνωμοσίας, αποσταθεροποιώντας έτσι τον δημοκρατικό διάλογο και εν τέλει την ίδια τη λειτουργία του κράτους δικαίου.

4. Κοινωνική αποδοχή και θεσμικός κίνδυνος

Παρά τις επίσημες κρατικές ενέργειες, το «AfD» καταγράφει ισχυρά εκλογικά ποσοστά, κυρίως στην Ανατολική Γερμανία. Η κοινωνική του εδραίωση συνδέεται με την ανασφάλεια, τον οικονομικό φόβο και την κρίση ταυτότητας. Η ικανότητα του «AfD» να λειτουργεί εντός του κοινοβουλευτικού συστήματος, ενώ αμφισβητεί τη φιλελεύθερη δημοκρατία, το καθιστά παράδειγμα του «θεσμικού εξτρεμισμού».

Η ιστορική εμπειρία του Μεσοπολέμου επιβεβαιώνει τον κίνδυνο υποτίμησης τέτοιων μορφών πολιτικής δράσης. Η δημοκρατία, προκειμένου να διατηρηθεί, οφείλει να προστατεύει τον εαυτό της χωρίς να καταφεύγει σε υπερβολές, διατηρώντας την ισορροπία μεταξύ ελευθερίας και ασφάλειας.

Συμπεράσματα

Ο χαρακτηρισμός του «AfD» ως εξτρεμιστικού κόμματος στηρίζεται σε πλειάδα ενδείξεων και θεσμικών αποφάσεων. Η δράση του απειλεί τον θεμελιώδη χαρακτήρα της δημοκρατικής τάξης στη Γερμανία, όχι μόνο με άμεσες πράξεις, αλλά και μέσω της διάβρωσης του δημοσίου λόγου και της κανονικοποίησης της ακροδεξιάς ιδεολογίας. Η περίπτωση του «AfD» αποτελεί μια πρόσθετη δοκιμασία για τις αντοχές της γερμανικής συνταγματικής τάξης και, κατ’ επέκταση, για το ευρωπαϊκό πρότυπο αντιμετώπισης της εξτρεμιστικής απειλής.

Στις 8 Μαΐου 2025, το Ομοσπονδιακό Γραφείο για την Προστασία του Συντάγματος («BfV») ανακοίνωσε την προσωρινή αναστολή της απόφασης που είχε λάβει μόλις λίγες ημέρες νωρίτερα, χαρακτηρίζοντας το κόμμα «AfD» ως «αποδεδειγμένα ακροδεξιά οργάνωση» («Gesichert rechtsextremistische Bestrebung»). Η αναστολή αυτή, γνωστή ως «Stillhaltezusage», αποφασίστηκε μετά από την άσκηση ασφαλιστικών μέτρων από το «AfD» στο κατά τόπους αρμόδιο Διοικητικό Δικαστήριο της Κολωνίας, το οποίο πρόκειται να εξετάσει την υπόθεση. Μέχρι την έκδοση οριστικής δικαστικής απόφασης, το «BfV» δεσμεύεται να μην αναφέρεται δημόσια στο «AfD» με τον εν λόγω χαρακτηρισμό και να αφαιρέσει τη σχετική ανακοίνωση από την ιστοσελίδα του. Ωστόσο, η αναστολή αυτή δεν αποτελεί απόσυρση της αρχικής απόφασης, αλλά προσωρινό μέτρο σεβασμού της δικαστικής διαδικασίας.

Ειρήνη Π. Περπερίδου

Σου άρεσε το άρθρο, αλλά σου δημιούργησε νέες απορίες;

Έχεις και άλλα ερωτήματα που σε απασχολούν σε σχέση με το Σύνταγμα, τους Θεσμούς, τα δικαιώματα και τη λειτουργία της Δημοκρατίας;

Σχετικά Άρθρα

Κέντρο Ευρωπαϊκού Συνταγματικού Δικαίου
Ίδρυμα Θεμιστοκλή και Δημήτρη Τσάτσου

Ακαδημίας 43 | Αθήνα | 10672
[+30] 210 36 23 089
info@syntagmawatch.gr

Θέλεις να μαθαίνεις

πρώτος τα νέα μας;

Αν σε ενδιαφέρει να ενημερώνεσαι άμεσα για τις νέες δημοσιεύσεις και τις δράσεις του Syntagma Watch, τότε εγγράψου στο newsletter μας!

Αυτός ο ιστότοπος για τη διευκόλυνση της λειτουργίας του και προκειμένου να σας παρέχει μια προσωποποιημένη εμπειρία χρησιμοποιεί cookies. Για να ενημερωθείτε για τη χρήση των cookies και τις σχετικές ρυθμίσεις μπορείτε να επιλέξετε εδώ

JOIN THE CLUB!

It’s easy: all we need is your email & your eternal love. But we’ll settle for your email.